Δευτέρα 25 Μαρτίου 2013

Ανάλυση της Εικόνας του Ευαγγελισμού

Περιγραφή της εικόνας


α. Ο αρχάγγελος Γαβριήλ.
Είναι ο «πρωτοστάτης άγγελος», ο αγγελιοφόρος του Θεού, που έφερε στην αγνή κόρη της Ναζαρέτ το χαρμόσυνο μήνυμα.
Η στάση του σώματός του εκφράζει τη χαρά που έφερε το άγγελμά του.
Παρόλο που ο αρχάγγελος βρίσκεται στο έδαφος, παρουσιάζεται με ορμή κίνησης, όπως άλλωστε μαρτυρεί το άνοιγμα των ποδιών του. Στον Ευαγγελισμό της Μονής Δαφνίου η στάση του αγγέλου δίνει με αριστουργηματικό τρόπο την εντύπωση πως η πτήση του δεν έχει τελειώσει, καθώς μιλάει στη Θεοτόκο. Ο Γαβριήλ με το αριστερό του χέρι κρατεί σκήπτρο, που συμβολίζει τον αγγελιοφόρο και όχι κρίνο, όπως μάς έχει συνηθίσει η δυτική ζωγραφική.
Το δεξί του χέρι απλώνεται με βίαιη κίνηση προς τη Θεοτόκο σε σχήμα ομιλίας.
β. Η Θεοτόκος.
Η Μητέρα του Θεού είναι η «κεχαριτωμένη», η ευλογημένη μεταξύ των γυναικών.
Η βυζαντινή εικόνα του Ευαγγελισμού την παρουσιάζει άλλοτε να κάθεται στο θρόνο της και άλλοτε όρθια. Στην περίπτωση που η Θεοτόκος εικονίζεται καθισμένη, η εικόνα υπογραμμίζει την υπεροχή της απέναντι στον αρχάγγελο.
Στην ορθόδοξη Εκκλησία υμνούμε, ως γνωστό, τη Θεοτόκο ως «την τιμιωτέραν των Χερουβίμ και ενδοξοτέραν ασυγκρίτως των Σεραφίμ» (των αγγελικών δηλαδή ταγμάτων).
Εδώ ο αγιογράφος είναι και συνεπής στο απόκρυφο κείμενο. Το Πρωτοευαγγέλιο του Ιακώβου γράφει πως η Παναγία «πήρε την πορφύρα, κάθησε στο θρόνο της και την έγνεθε. Και κείνη τη στιγμή στάθηκε μπροστά της ένας Άγγελος». Σ’ άλλες εικόνες η Θεοτόκος είναι όρθια. Με τη στάση αυτή ακούει, κατά κάποιο τρόπο, καλύτερα το θείο μήνυμα.
Στην περίπτωση της Θεοτόκου αξίζει να μελετηθούν κυρίως τα αισθήματά της και οι σκέψεις της, ο ψυχικός της γενικά κόσμος την ώρα του Ευαγγελισμού.
Η εμφάνιση, πρώτα, του αρχαγγέλου και ο χαιρετισμός του, τάραξαν τη Θεοτόκο. Το αδράχτι με το νήμα που σύμφωνα με την παράδοση (Πρωτοευαγγέλιο του Ιακώβου) κρατούσε στο χέρι της, έπεσε από το φόβο της. Βυθίστηκε σε σκέψεις.
Σκεπτόταν τη σημασία του αγγελικού χαιρετισμού.
Δεν αμφιβάλλει, δεν απιστεί στη διαβεβαίωση του Aρχαγγέλου ότι θα γίνει Μητέρα του Θεού, μόνο με φρόνηση ρωτάει «Πώς έσται μοι τούτο, επεί άνδρα ου γινώσκω;». Εδώ η Θεοτόκος διαφέρει από την Εύα. Εκείνη παρασύρθηκε από τον εγωισμό της και δέχτηκε ανεξέταστα όσα ο σατανάς της πρότεινε.
Η Θεοτόκος, αντίθετα, στολισμένη με ταπεινοφροσύνη και υπακοή στο θέλημα του Θεού, ζητάει να μάθει με πιο τρόπο θα πραγματοποιηθούν τα λόγια του αγγελιοφόρου του Θεού. Όταν όμως ο αρχάγγελος τη διαβεβαίωσε πως όλα θα γίνονταν με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος και τη δύναμη του Θεού (το μαρτυρούν το τμήμα του κύκλου και οι ακτίνες που εκπέμπονται από αυτό στο πάνω μέρος της εικόνας), εκείνη ολόψυχα και ανεπιφύλακτα συγκατατέθηκε.
Η αμηχανία και η φρόνηση της Θεοτόκου, που με υπέροχους διαλόγους παρουσιάζουν τα τροπάρια της εορτής του Ευαγγελισμού, εκφράζονται σ’ άλλες εικόνες με την ανοιχτή παλάμη του δεξιού της χεριού. Η χειρονομία αυτή της απορίας είναι σαν να λέει «Γάμου υπάρχω αμύητος, πως ουν παίδα τέξομαι;» (β’ στιχηρό του εσπερινού).
Άλλες εικόνες του Ευαγγελισμού μάς τονίζουν τη συγκατάθεση της Θεοτόκου στα λόγια του αρχαγγέλου.

Η Μητέρα του Θεού εικονίζεται με σκυμμένο το κεφάλι έχοντας το δεξί της χέρι πάνω στο στήθος της, ή να βγαίνει από το μαφόριό της. αυτά μάς θυμίζουν το «ιδού η δούλη Κυρίου...». Στην εικόνα αυτή, ο αγιογράφος συνδυάζει στη στάση της Θεοτόκου την αμηχανία με τη συγκατάθεση. Παρουσιάζει τη Θεοτόκο με σκυμμένο το κεφάλι και βυθισμένη στις σκέψεις της.
Ο πιστός, καθώς ατενίζει και μελετά και προσκυνεί την εικόνα του Ευαγγελισμού, γεμάτος από χαρά και ευγνωμοσύνη σιγοψάλλει «Άξιον εστίν, ως αληθώς, μακαρίζειν σε την Θεοτόκον, την αειμακάριστον και παναμώμητον και μητέρα του Θεού ημών».



Από το βιβλίο
«Ο Μυστικός Κόσμος των Βυζαντινών Εικόνων»