Τρίτη 24 Απριλίου 2012

Ένα μοναστήρι των Ταξιαρχών

Μεταξύ 10ου με 11ου αιώνα οι Σαρακηνοί λυμαίνονταν τα νησιά του Αιγαίου, λήστευαν, έκαιγαν κι αιχμαλώτιζαν ανθρώπους, πού τους προόριζαν για τα σκλαβοπάζαρα της Ανατολής.
H Ν. Λέσβος, είχε γίνει λεία των κουρσάρων αρκετές φορές. Στην τοποθεσία Λεσβάδος, κοντά στο Μανταμάδο, υπήρχε μια αρχαία πολιτεία, ο Στένακας, και όχι πολύ μακριά της ένα μοναστήρι των Ταξιαρχών, πού ή ίδρυση του χάνεται στα βάθη των αιώνων. Ήταν οχυρωμένο σαν κάστρο με τείχη και πύργο, κι από νωρίς είχε προκαλέσει το ενδιαφέρον των πειρατών, πού το 'χαν βάλει πείσμα να το πατήσουν. Έτσι κάποια άνοιξη, ο αρχιπειρατής Σιρχάν, ένας άγριος και μελαψός γίγαντας, ζωσμένος το μπαλτά και τη σπάθα, κάλεσε το τσούρμο του και τους είπε:"Αυτή τη φορά, το δίχως άλλο, θα μπούμε στο μοναστήρι. Εγώ θέλω μόνο το χρυσό ποτήρι, πού λειτουργάνε οι καλόγεροι, για να πίνω το κρασί μου. Όλα τ' αλλά δικά σας".Ό ίδιος δεν θα 'παιρνε μέρος στην επιχείρηση. Δεν καταδεχόταν τέτοιες μικροδουλειές.Έβαλαν πλώρη για τη Λέσβο. Πλησίασαν το μοναστήρι μεσάνυχτα και κρύφτηκαν στα δέντρα.Στο μεταξύ οι καλόγεροι, ανέμελοι από την ησυχία του χειμώνα, δεν φύλαγαν το μοναστήρι όπως έπρεπε. Κάποια στιγμή χτύπησε το σήμαντρο, πού καλούσε τους μοναχούς στην ορθρινή ακολουθία. Τα βήματα τους ακούστηκαν ρυθμικά στον ξύλινο εξώστη, καθώς κατέβαιναν στην εκκλησία. Σε λίγο όλα ησύχασαν.Τότε o αρχηγός έδωσε το σύνθημα. Ένας πειρατής έριξε το γάντζο, σκαρφάλωσε στα τείχη, πήδηξε στην αυλή και άνοιξε τη μεγάλη καστρόπορτα. Οι κουρσάροι όρμησαν με αλαλαγμούς στην εκκλησία. Πριν συνέλθουν οι μοναχοί από τον αιφνιδιασμό, περνούσαν από τη ζωή στο θάνατο. Ένας δόκιμος καλόγερος ο Γαβριήλ, βρισκόταν στο Ιερό. Γρήγορος κι ευκίνητος, σκαρφάλωσε στη στέγη του ναού. Οι πειρατές τον ακολούθησαν. Τότε όμως ακούστηκε μια δυνατή βουή, και ή σκεπή μετατράπηκε θαυματουργικά σε φουρτουνιασμένο πέλαγος. Πάνω στ' αφρισμένα κύματα ένας πελώριος και αγριωπός Στρατιώτης, με σπάθα πού έβγαζε φωτιές, όρμησε εναντίον τους. Εκείνοι παράτησαν αμέσως όπλα και κλοπιμαία κι έφυγαν πανικόβλητοι.Ό Γαβριήλ, ο μόνος πού απέμεινε ζωντανός από την τραγωδία, συγκλονισμένος από το θαύμα του αρχαγγέλου πλησίασε και πρόσπεσε στο εικονοστάσι του. Όταν συνήλθε από την ταραχή, σήκωσε τα μάτια. Αλλά τι πρόσωπο ήταν αυτό; Αν και ζωγραφισμένο, φαινόταν ζωντανό κι είχε μια θεϊκή γλυκύτητα.Ό δόκιμος επιθύμησε να το ζωγραφίσει." Ταξιάρχη μου, παρακάλεσε, μεσίτευσε στον Κύριο ν' αναπαύσει τους αδελφούς μου. Κι έμενα αξίωσε με ν' απεικονίσω την εξαίσια μορφή σου".Αμέσως, σαν να φωτίστηκε από τον αρχάγγελο, πήρε ένα σφουγγάρι, μάζεψε μ' αυτό ευλαβικά το αίμα των μοναχών σε μια λεκάνη, το ανακάτεψε με ασπρόχωμα και άρχισε να πλάθει την εικόνα του.Από την αρχή της εργασίας ένιωσε αισθητή τη βοήθεια του Ταξιάρχη. Τα χέρια του, σαν να τα οδηγούσε αόρατη δύναμη, σχημάτιζαν γρήγορα και σταθερά με τον πηλό το πρόσωπο του αρχαγγέλου Μιχαήλ.
 Το πρόσωπο εκείνο πού είδε στη σκεπή του ναού, το αγριωπό, αλλά με τη θεϊκή χάρη. Ενώ στο μοναστήρι του Ταξιάρχη παιζόταν αυτό το δράμα, η ζωή στους γύρω συνοικισμούς συνεχιζόταν ήσυχη. Μόνο ένα τσοπανόπουλο, καθώς αγνάντευε τη θάλασσα από μια κορυφή, είδε κουρσάρικα καράβια λίγο πιο μέσα άπ' την ακτή.Πήδηξε στ' άλογο του και κάλπασε προς τη μονή για να ειδοποιήσει τους μοναχούς να φυλαχθούν. Το θέαμα όμως πού αντίκρισε, τον έριξε κάτω λιπόθυμο.Όταν συνήλθε, έτρεξε και ειδοποίησε τον Αλέξη, τον άρχοντα του Στένακα, για τα συμβάντα. Εκείνος ξεκίνησε αμέσως για το μοναστήρι μ' άλλους πενήντα καβαλάρηδες.
Όταν μπήκε στο ναό τάχασε. Είδε τους μοναχούς σφαγμένους και βαμμένους στο αίμα και τον ηγούμενο νεκρό μπροστά στην αγία Τράπεζα. Έσφιξε τα δόντια και βγήκε έξω με διάθεση να εκδικηθεί. Πήδηξαν όλοι στ' άλογα τους κι ακολουθώντας τ' άχνάρια των πειρατών, πλησίασαν σ' ένα πλάτωμα. Απότομα σταμάτησαν. Το θέαμα πού αντίκρισαν τούς έκανε κι ανατρίχιασαν. Είδαν αυτούς πού καταδίωκαν, νεκρούς και σκορπισμένους σ' όλο το πλάτωμα. Μια σπαθιά, πού άρχιζε άπ' το μέτωπο κι έφτανε ως την κοιλιά, ήταν χαραγμένη στο σώμα του καθενός και τ' άνοιγε στα δύο. Ή μαχαιριά σε κάθε σώμα ήταν ακριβώς ή ίδια. Κανείς άπ' τους καβαλάρηδες δεν ρώτησε ποιος το 'κανε. Όλοι μάντευαν τον τιμωρό. Δεν είχαν αμφιβολία."Μεγάλη η χάρη κι η δύναμη σου, αρχάγγελε ψέλλισαν και σταυροκοπήθηκαν".Στο μεταξύ, δυο πειρατές, πού είχαν μείνει στην παραλία περιμένοντας τους συντρόφους τους, ανησύχησαν από την αργοπορία και ανηφόρισαν για να τους συναντήσουν. Όταν αντίκρισαν στο πλάτωμα το μακάβριο θέαμα, γύρισαν γρήγορα στα καράβια, οπού περίμενε με αγωνία ο αρχηγός τους, και του διηγήθηκαν την τραγωδία. Μόλις τ' ακούσε εκείνος, χτύπησε τη γροθιά του στο τραπέζι και ορκίστηκε εκδίκηση.
Τον άλλο χρόνο έβαλε σ' εφαρμογή το σχέδιο του για την κατάληψη του Στένακα. Μια νύχτα οι πειρατές αποβιβάστηκαν αθόρυβα στην παραλία και ετοιμάζονταν να επιτεθούν τα χαράματα στη μικρή πολιτεία, πού κοιμόταν ανυποψίαστη. Αυτή την κρίσιμη ώρα επεμβαίνει και πάλι ο Ταξιάρχης. Ό Στέφανος, ο γιος του άρχοντα 'Αλέξη, πού μόλις είχε πέσει να κοιμηθεί, βλέπει μπροστά του τον αρχάγγελο. Ήταν πανώριος μες στην ολόχρυση πανοπλία του. Τα ξανθά μαλλιά του χύνονταν στους ώμους κι έδιναν στα κάτασπρα φτερά του χρυσή ανταύγεια. Στο δεξί χέρι κρατούσε πύρινη ρομφαία, ενώ τ' αριστερό ήταν σηκωμένο με τεντωμένο το δείκτη. Χαμογέλασε στο νέο και με γλυκεία φωνή του είπε.  " Σήκω πάνω, Στέφανε. Πήγαινε γρήγορα με τον πατέρα σου να ετοιμάσετε την άμυνα της πόλης. Έρχονται οι Σαρακηνοί να σας αφανίσουν. Μη φοβηθείτε! Στο πλευρό σας θα είμαστε εγώ κι ο προστάτης σου Άγιος. Θα σας προστατεύουμε και θα σας καθοδηγούμε.  Οι πειρατές έχουν αράξει στον όρμο, κάτω από την πόλη σας. Λίγοι άπ' αυτούς θ' αναρριχηθούν στο κάστρο, για να εξουδετερώσουν το σκοπό της πύλης και ν' ανοίξουν την καστρόπορτα. Θα σας επιτεθούν την ώρα πού ή νύχτα παλεύει με τη μέρα. Προσοχή στην πύλη." Τα γεγονότα εξελίχθηκαν όπως τα είπε ο Ταξιάρχης. Όταν οι κουρσάροι επιτέθηκαν, βρήκαν τους υπερασπιστές στις επάλξεις. Την ίδια ώρα ένα απόσπασμα με αρχηγό το Στέφανο, πού είχε κατηφορίσει αθόρυβα στην παραλία, έβαζε φωτιά στα πειρατικά καράβια. Οι πειρατές είδαν τη φωτεινή ανταύγεια της φωτιάς και τα 'χασαν. Ό πανικός πού ακολούθησε ήταν απερίγραπτος. Ενώ έτρεχαν προς τη θάλασσα, τους καταδίωκαν έφιπποι οι Στενακιώτες και τους αποδεκάτιζαν. Μια ομάδα με τον αρχιληστή κατάφερε να ξεφύγει, ακολουθώντας πορεία μέσα από το δάσος. Έπεσε όμως πάνω στο απόσπασμα πού είχε Πριν λίγο κάψει τα καράβια, και βρέθηκε κυκλωμένη. Σε λίγο κι αυτοί οι πειρατές, μαζί με τον αρχιληστή, είχαν εξολοθρευτεί. Πέρασαν αιώνες. Το μοναστήρι ερειπώθηκε από τις αλλεπάλληλες επιδρομές των Αγαρηνών. Τον 18ο αιώνα ο μικρός παλαιός ναός αντικαταστάθηκε με νέο και μεγαλύτερο, μα η ανάγλυφη θαυματουργή εικόνα του αρχαγγέλου διασώθηκε ως τις μέρες μας, όπως ακριβώς τη φιλοτέχνησε ο δόκιμος Γαβριήλ. Διατηρεί την πρώτη ζωντάνια της και παραμένει άφθορη από το χρόνο.

Από το
Ποιητικό ιστορικό και θαύματα των Αρχαγγέλων Μανταμάδου
Πρωτοπρεσβυτέρου

ΕΥΣΤΡΑΤΙΟΥ ΔΗΣΣΟΥ
Ιερατικού προϊσταμένου
Ι. Ν. Παμμεγίστων Ταξιαρχών Μανταμάδου

Δευτέρα 23 Απριλίου 2012

Άγιος Γεώργιος

 Η μνήμη του τιμάται στις 23 Απριλίου για τις Εκκλησίες που πηγαίνουν σύμφωνα με το Ιουλιανό ημερολόγιο. Eάν η ημέρα συμπέσει πριν την Ανάσταση, μετατίθεται τη Δευτέρα της Διακαινησίμου. Ο Άγιος Γεώργιος θεωρείται Άγιος της Καθολικής, τηςΑγγλικανικής, της Ορθόδοξης, της Λουθηρανικής, της Αγγλικανικής και της Αρμενικής Εκκλησίας.

Γεννήθηκε μεταξύ των ετών 280-285 μ.Χ., πιθανώς στην περιοχή της Αρμενίας, από τον Έλληνα Συγκλητικό, στρατηλάτη στο αξίωμα, κατά τους χρόνους του αυτοκράτορα Διοκλητιανού, Γερόντιο. Εκεί, σε ένα μοναστήρι της περιοχής, ο Άγιος δέχθηκε το Μυστήριο του Βαπτίσματος και έγινε μέλος της Εκκλησίας. Ο πατέρας του Αγίου, Γερόντιος, καταγόταν από πλούσια και επίσημη γενιά της Καππαδοκίας. Σε παλαιό χειρόγραφο αναφέρεται ότι γεννήθηκε στη Σεβαστούπολη της Μικρής Αρμενίας, αρχικά ήταν ειδωλολάτρης και αργότερα έγινε χριστιανός. Η σύζυγός του ονομαζόταν Πολυχρονία, ήταν χριστιανή και καταγόταν από το γνωστό Λύδδα (Διάσπολη) της Παλαιστίνης. Όπως αναφέρουν οι πηγές, η οικογένεια του Αγίου, όταν εκείνος ήταν σε μικρή ηλικία, μετοίκησε στη Λύδδα, λόγω του θανάτου του πατρός του.
Σε νεαρή ηλικία ο Γεώργιος κατατάχθηκε στο ρωμαϊκό στρατό. Διακρίθηκε για την τόλμη και τον ηρωισμό του και έλαβε το αξίωμα του Τριβούνου. Λίγο αργότερα ο Διοκλητιανός τον έκανε Δούκα (διοικητή) με τον τίτλο του Κόμητος (συνταγματάρχη) στο τάγμα τον Ανικιώρων της αυτοκρατορικής φρουράς• «πολλάκις πρότερον μεγαλοπρεπώς διαπρέψας του των σχολών μετά ταύτα πρώτου τάγματος κόμης κατ' εκλογήν προεβλήθη».
Το 303 μ.Χ., όταν άρχισαν οι διωγμοί του Διοκλητιανού, ο Άγιος Γεώργιος δε δίστασε να ομολογήσει τη χριστιανική του πίστη, προκαλώντας το μένος του Διοκλητιανού, ο οποίος τον υπέβαλε σε σειρά βασανιστηρίων. Η πίστη του Αγίου γίνεται αφορμή να βαπτιστούν οι στρατιωτικοί Ανατόλιος και Πρωτολέων, Βίκτωρ και Ακίνδυνος, Ζωτικός και Ζήνωνας, Χριστοφόρος και Σεβιριανός, Θεωνάς, Καισάριος και Αντώνιος, των οποίων τη μνήμη εορτάζει η Εκκλησία στις 20 Απριλίου και η βασίλισσα Αλεξάνδρα, σύζυγος του Διοκλητιανού, μαζί με τους δούλους της Απολλώ, Ισαάκιο και Κοδράτο, των οποίων η μνήμη τιμάται στις 21 Απριλίου.
Ο Διοκλητιανός δεν το περίμενε και έφριξε με τη στάση του Γεωργίου. Τότε άρχισε για τον Άγιο μια σειρά φρικτών βασανιστηρίων, αλλά και θαυμάτων, που έφεραν πολλούς ειδωλολάτρες στη χριστιανική πίστη. Αφού τον λόγχισαν, ξέσκισαν τις σάρκες του με ειδικό τροχό από μαχαίρια. Έπειτα, τον έριξαν σε λάκκο με βραστό ασβέστη και κατόπιν τον ανάγκασαν να βαδίσει με πυρωμένα μεταλλικά παπούτσια. Από όλα αυτά ο Θεός τον κράτησε ζωντανό και έγινε αιτία να εξευτελιστούν τα είδωλα και οι εκφραστές τους.
Ο Άγιος μαρτύρησε προσευχόμενος, «απετμήθη την κεφαλήν», την Παρασκευή 23 Απριλίου του έτους 303 μ.Χ. Κατά δε τον υπολογισμό του ιστορικού Ευσεβίου, και σύμφωνα με το μακεδονικό ημερολόγιο, αντιστοιχούσε στην Παρασκευή της Διακαινησίμου του Πάσχα. Κρυφά σήκωσαν οι Χριστιανοί το πάντιμο λείψανό του και το έθαψαν, μαζί με αυτό της αγίας μητρός του, η οποία μαρτύρησε την ίδια ή την επόμενη ημέρα. Ο πιστός υπηρέτης του Αγίου, Πασικράτης, εκτελώντας την επιθυμία του Αγίου, παρέλαβε το άγιο λείψανο του Μάρτυρα, μαζί με αυτό της μητέρας του και τα μετέφερε στη Λύδδα της Παλαιστίνης. Από εκεί, όπως βεβαιώνουν οι πηγές, οι Σταυροφόροι πήραν τα ιερά λείψανα της Αγίας Πολυχρονίας και τα μετέφεραν στη Δύση.
Μετά το μαρτυρικό θάνατο του Αγίου μαρτύρησαν και οι συνδέσμιοί του Ευσέβιος, Νέων, Λεόντιος, Λογγίνος και άλλοι τέσσερις μαζί. Τη μνήμη τους τιμά η Εκκλησία στις 23 Απριλίου. Βλέπουμε ότι με κέντρο την ημέρα του μαρτυρίου του Αγίου δημιουργείται μέσα στο λειτουργικό χρόνο της Εκκλησίας ένας εορτολογικός κύκλος, ο οποίος καλλιεργείται περισσότερο από τα Τυπικά της Κωνσταντινούπολης, που ξεκινά στις 20 Απριλίου και τελειώνει στις 24 του αυτού μηνός. Ο εορτολογικός αυτός κύκλος δείχνει την περίοπτη θέση του Μάρτυρος στη ζωή της Εκκλησίας. Από την υμνογραφία της Ορθόδοξης Εκκλησίας κοσμείται με τα επίθετα «ο μαργαρίτης ο πολύτιμος», «ο αριστεύς ο θείος», «ο λέων ο ένδοξος», «ο αστήρ ο πολύφωτος», «του Χριστού οπλίτης», «της ουρανίου στρατιάς ο συνόμιλος».

Σάββατο 14 Απριλίου 2012

Περί Αναστάσεως

Η Αγία Γραφή παρουσιάζει αδιαμφισβήτητα στοιχεία για την ανάσταση του Ιησού Χριστού από τον τάφο, στο κατά Ματθαίον 28:1-20, κατά Μάρκον 16:1-20, κατά Λουκάν 24:1-53 και κατά Ιωάννην 20:1-21:25, καθώς επίσης στο βιβλίο των Πράξεων (Πράξεις 1:1-11).
Από αυτές τις περικοπές μπορούμε ν’ αντλήσουμε πολλές «αποδείξεις» για την ανάσταση του Χριστού. Πρώτα ας δούμε την δραματική αλλαγή στους μαθητές Του. Από κατατρομαγμένοι, τρέχοντας να κρυφτούν, μετατράπηκαν σε γενναίοι και θαρραλέοι διακηρύττοντας το Ευαγγέλιο σε όλον τον κόσμο. Τι άλλο θα μπορούσε να εξηγήσει την μεγάλη αλλαγή, παρά ο αναστημένος Χριστός εμφανιζόμενος σ’ αυτούς.
α. Ο κενός τάφος
1. Το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο (κεφ. 28,11-15) μας πληροφορεί, ότι επιφωσκούσης της μιας Σαββάτων (Κυριακής), 25 Μαρτίου 29 μ.Χ. δύο γυναίκες, η Μαρία η Μαγδαληνή και η άλλη Μαρία (= η Παναγία) επήγαν «θεωρήσαι τον τάφον» του Ιησού. Μα ενώ ήσαν απέναντί του και «εθεώρουν» αυτόν, ξαφνικά έγινε σεισμός μεγάλος. Και ένας άγγελος κατέβη από τον ουρανό και απεκύλισε τον λίθον, που έφραζε το στόμιο του τάφου∙ και εκάθισε επάνω σ’ αυτόν. Η όψη του αγγέλου ήταν ολόφωτη∙ σαν αστραπή∙ και τα ιμάτιά του λευκά σαν το χιόνι. Οι φρουροί (= οι της κουστωδίας) τον είδαν. Και εφοβήθησαν πολύ. Άρχισαν να τρέμουν. Έγιναν από τον φόβο τους σαν νεκροί!
2. Οι δύο γυναίκες είδαν τον άγγελο να αποκυλίη τον λίθο (= την ταφόπετρα). Μα δεν είδαν τον Ιησού. Ούτε μέσα. Ούτε να βγαίνη. Είδαν μόνο μέσα τα νεκρικά σάβανα. Και μάλιστα τυλιγμένα!
Και τί εκατάλαβαν;
Παρ’ ότι είδαν τον άγγελο και τον σεισμό, το συμπέρασμά τους ήταν, ότι το σώμα του Ιησού είχε μεταφερθή αλλού
Και ο άγγελος τους είπε:
- Μη φοβείσθε. Ξέρω, ποιόν ψάχνετε να βρήτε. Τον Ιησούν. Μα δεν θα τον βρήτε. Γιατί αναστήθηκε. Ελάτε, να ιδήτε με τα ίδια σας τα μάτια τον τόπο που τον είχαν βάλει! Και τρέξατε να το αναγγείλετε στους μαθητές Του.
Οι γυναίκες έφυγαν αμέσως. Επήγαιναν τρέχοντας να αναγγείλουν το θαύμα της ανάστασης του Ιησού στους μαθητές Του. Μα στον δρόμο εμφανίσθηκε ενώπιόν τους ο Χριστός. Και τους είπε:
- Χαίρετε!
Τον επλησίασαν. Και έπεσαν να Τον προσκυνήσουν. Και ο Χριστός τους είπε:
- Μη φοβείσθε! Πηγαίνετε, να μεταφέρετε στους μαθητές μου την εντολή μου να πάνε στην Γαλιλαία (= λόφος έξω από την Ιερουσαλήμ). Εκεί θα με ιδούν.
3. Είναι φανερό από την διήγηση αυτή, ότι όταν ο άγγελος απεκύλισε τον λίθο, ο Ιησούς δεν ήταν πια στον τάφο. Είχε αναστηθή και είχε φύγει από τον τάφο!
Πώς;
Μας το λέγει το τροπάριο:
Κύριε, ούτως εξήλθες; εσφραγισμένου του τάφου∙ καθώς εισήλθες και των θυρών κεκλεισμένων προς τους μαθητάς Σου.
Μετά την ανάσταση το Σώμα του Ιησού είχε γίνει πνευματικό (Α’ Κορινθ. 15,44). Η οποιαδήποτε μορφή ύλης δεν παρεμπόδιζε πια τις κινήσεις Του.
β. Η αντίδραση των Εβραίων.
1. Το άγιο Ευαγγέλιο (Ματθ. 28, 11-15) μας πληροφορεί:
Αμέσως μόλις έγιναν τα πιο πάνω, κάποιοι από τους στρατιώτες της κουστωδίας ξέροντας, τι τους επερίμενε, έτρεξαν στον Καϊάφα, τον άμεσο για την υπόθεση αυτή προϊστάμενό τους (Ματθ. 27,65). Και του ανέφεραν λεπτομερώς, τι είχε γίνει. «Απήγγειλαν τοις αρχιερεύσιν άπαντα τα γενόμενα» (Ματθ. 28,11).
Ο Καϊάφας ενέργησε αστραπιαία. Συνεκάλεσε αμέσως το Συνέδριο (Σανχεντρίν). Και ενώπιον όλων των αρχιερέων και αρχόντων οι της κουστωδίας επανέλαβαν, τι είχε και είχαν ιδεί.
2. Και το Συνέδριο, έκαμε την σκέψη: Αν τραβήξωμε τα άκρα ζητώντας την τιμωρία των στρατιωτών, το θέμα θα φθάση στον Πιλάτο. Και εκεί, ενώπιόν του, οι στρατιώτες θα υποστηρίξουν τις θέσεις τους. Και θα αγωνισθούν πάση θυσία για την ζωή τους! Θα τα ειπούν όλα. Και περισσότερα! Και ο πιλάτος αφορμή θέλει να στραφή εναντίον μας! Αυτός με το ζόρι συμφώνησε στην καταδίκη του Ιησού! Τί θα γίνη, αν μάθη τέτοια πράγματα;
3. Και το Συνέδριο κατέληξε στην απόφαση:
• να μην δεχθή τις μαρτυρίες των στρατιωτών∙
• και να μην αφήση να γίνουν ευρύτερα γνωστές.
Για την υλοποίηση της αποφάσεώς τους, αυτής, προχώρησαν στις εξής ενέργειες:
• έδωσαν χρήματα πολλά στους στρατιώτες με την δέσμευση να λένε, ότι το Σώμα του Ιησού το έκλεψαν οι μαθητές Του, ενώ αυτοί εκοιμώντο.
• ανέλαβαν την ευθύνη ενώπιον του Πιλάτου∙
• διέσπειραν στον κόσμο την είδηση, ότι το Σώμα του Ιησού το έκλεψαν οι μαθητές Του∙
• έκαμαν την εκδοχή αυτή επίσημη θέση των Εβραίων επάνω στο θέμα της Αναστάσεως του Κυρίου.
Είναι φανερό, ότι:
• ο Πιλάτος δεν ενδιαφέρθη να τιμωρήση τους Ρωμαίους στρατιώτες για «γελοίες υποθέσεις» των Εβραίων∙ και ότι
• τα μυστικά «διέρρευσαν» και από τους στρατιώτες και από το Συνέδριο.
Πόσο λογική είναι η εξήγηση που δίνουν τα άγια Ευαγγέλια για το πως δημιουργήθηκε η εκδοχή των Εβραίων στο θέμα της Αναστάσεως!
γ. Απόλυτα βέβαιοι
1. Οι δύο γυναίκες έτρεξαν στους μαθητές του Ιησού. Τους μετέφεραν την παραγγελία Του. Και αμέσως έτρεξαν ο Πέτρος και ο Ιωάννης να ιδούν τον κενό τάφο. Έφθασαν. Εμπήκαν μέσα. Και είδαν τα νεκρικά σάβανα εκεί. Και το σουδάριο (= μανδήλιο), με το οποίο είχαν σκεπάσει το πρόσωπο του Ιησού προσεκτικά τυλιγμένο.
Είδαν και επίστευσαν (Ιω. 20,8). Στην συνέχεια η επικοινωνία με τον αναστάντα Ιησούν ετόνωσε την πίστη τους. Την έκαμε γρανίτη. Βεβαιότητα ακράδαντη.
2. Ιδού, πως περιγράφει ο απόστολος Παύλος τα αισθήματά του για τον Χριστό και την ανάστασή Του:
«Αξιώθηκα και είδα τον Χριστό. Τον είδα μέσα στο φως της θείας δόξας Του. Και ο Χριστός μου μίλησε. Εμένα του αμαρτωλού∙ του χειρότερου από όλους! Και δεν ετόλμησα να παρακούσω σε μια τέτοια ουράνια οπτασία και εντολή. Και από τότε γυρίζω όλον τον κόσμο και κηρύττω. Και είμαι πρόθυμος (= ετοίμως έχω) όχι μόνο να ιδώ τον εαυτό μου στα σίδερα της φυλακής (= ου μόνον δεθήναι), αλλά και να με εκτελέσουν σαν κακούργο υπέρ του Ονόματος του Κυρίου Ιησού» (Πραξ. 21,24).
3. Ο Απόστολος Παύλος μας λέγει:
• Είδαμε τον Χριστό μετά την θανάτωση Του ζωντανό.
• Και καταλάβαμε τι είναι.
• Για μας τα πράγματα είναι ξεκάθαρα.
• Πορεία και τέρμα για μας είναι προαποφασισμένα.
• Δεν ψάχνομε ούτε για δόξα∙ ούτε για αγαθά.
• Ένα μόνο ποθούμε: να μείνωμε πιστοί στον Χριστό∙ να τηρήσωμε την εντολή Του.
δ. Πώς έγινε η ανάσταση
1. Ο Ιησούς δεν ήταν μόνο άνθρωπος. Ήταν και ο Θεός. Απέθανε σαν άνθρωπος. Και ετάφη σαν άνθρωπος. Μα σαν Θεός ήταν και έμεινε αθάνατος και ζωοποιός. Με τον θάνατό Του εχωρίσθη η ψυχή Του από το Σώμα Του. Η θεότητά Του έμεινε ενωμένη και με την ψυχή Του και με το Σώμα Του.
Έτσι όταν ήρθε η ώρα, η παντοδύναμη θεότητα ξαναένωσε τα διεστώτα, ψυχή και σώμα, και ο Ιησούς ανέστη. Με την ανάσταση το σώμα του Ιησού εθεώθη∙ δηλαδή έγινε από φθαρτό άφθαρτο∙ και από χοϊκό έγινε πνευματικό.
2. Αφού αναστήθηκε ο Ιησούς, πρώτα απέβαλε ήρεμα τα σουδάρια και την σινδόνα, με τα οποία τον είχαν ενταφιάσει∙ τα ετύλιξε με προσοχή και νοικοκυρωσύνη∙ και μετά, εξήλθεν εσφραγισμένου του τάφου, καθώς εισήλθε και των θυρών κεκλεισμένων προς τους μαθητάς Του. Και «ουκ, ήσθοντο, πότε ανέστη, οι φυλάσσοντες Αυτόν στρατιώται». Γιατί, ό,τι και να κάνουν οι άνθρωποι, δεν μπορούν να τον βάλουν τον Θεόν στο χέρι! Είναι και πιο έξυπνος! Και πιο εύστροφος! και πιο δυνατός!
3. Και μια ακόμη θεολογική παρατήρηση. Ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα είναι ένας Θεός. Και ονομάζονται και τα τρία πρόσωπα «Ο Ων» (= ο υπάρχων), εβραϊκά Ιεχωβά ή Ιαχβέ. Τα τρία πρόσωπα (Πατήρ, Υιός και Άγιον Πνεύμα) έχουν μία θέληση και μία ενέργεια.
Γι’ αυτό και η Γραφή:
• άλλοτε μας λέγει, ότι τον Ιησού τον ανέστησε ο Θεός Πατήρ (Πραξ. 3,15, Ρωμ. 6,4, Κολ. 2,12).
• άλλοτε, ότι αναστήθηκε μόνος Του «αυτεξουσίως» (Ιω. 10,18)
• άλλοτε, ότι τον ανέστησε το Άγιο Πνεύμα (Ρωμ. 8,11).
ε. Εν τω Ονόματί Μου...
1. Οι απόστολοι δεν εβγήκαν στο κήρυγμα με μόνο όπλο τους μια ιδεολογία (= την πίστη στον Χριστό). Ο Χριστός δεν τους άφησε άοπλους και γυμνούς. Τους έδωκε ένα μεγάλο όπλο: την δύναμή Του.
Τους είπε:
• Όποιος πιστεύει σ’ Εμένα θα κάμη όχι μόνο τα έργα που κάνω εγώ, αλλά και άλλα ακόμη μεγαλύτερα (Ιω. 14,12).
• Εκείνοι που πιστεύουν σ’ Εμένα, θα κάμουν μεγάλα θαύματα: Θα βγάλουν στο όνομά Μου δαιμόνια∙ θα μιλούν γλώσσες, που δεν τις ξέρουν∙ θα πιάνουν φίδια, και το δηλητήριό τους δεν θα τους βλάπτη∙ θα πίνουν δηλητήρια, χωρίς να πάθουν τίποτε∙ θα θεραπεύουν αρρώστους (Μαρκ. 16, 17-19).
• Θα σας στείλω αυτό, που υποσχέθη ο Πατέρας Μου (= το Άγιο Πνεύμα). Μείνατε στην Ιερουσαλήμ, μέχρι που να ενδυθήτε την εξ ύψους δύναμιν (Λουκ. 24,49).
• Σας δίνω την δύναμη και την εξουσία να θεραπεύετε ασθενείς∙ να ανασταίνετε νεκρούς∙ να καθαρίζετε λεπρούς∙ να βγάζετε δαιμόνια (Ματθ. 10,8).

Παρασκευή 13 Απριλίου 2012

Ὁ λόγος ὁ τοῦ Σταυροῦ

«Ὁ λόγος ὁ τοῦ Σταυροῦ
τοῖς μέν ἀπολλυμένοις μωρία ἐστί,
τοῖς δέ σωζομένοις ἡμῖν δύναμις Θεοῦ ἐστι»
(Α’ Κορ. 1,18)
ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ καί πάλι σήμερα, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί. Συναγμένοι οἱ πιστοί στούς ἱερούς Ναούς μας ἀτενίζουμε συγκλονισμένοι τήν πονεμένη μορφή τοῦ ἐσταυρωμένου Κυρίου μας. Τόν προσκυνοῦμε εὐλαβικά. Ἀσπαζόμαστε μ᾽ εὐγνωμοσύνη τά ἄχραντα πόδια Του.
Εἶναι ὁ Κύριος καί Θεός μας. Ὁ Λυτρωτής καί Σωτήρας μας. Σταυρώθηκε γιά μᾶς ἐπί Ποντίου Πιλάτου. Ἔχυσε τό τίμιο αἷμα Του γιά νά μᾶς καθαρίσει ἀπό τόν ρύπο τῆς ἁμαρτίας. Γιά νά μᾶς χαρίσει τήν ἀπολύτρωση. Γιά νά μποροῦμε νά ἔχουμε «παρρησίαν εἰς τήν εἴσοδον τῶν Ἁγίων ἐν τῷ αἵματι αὐτοῦ» (Ἑβρ. 10,19).
Σ᾽ ΕΜΑΣ ΚΑΤΑ τήν ἱερή τούτη ὥρα ἀπευθύνεται ὁ Ἀπόστολός Του, ὁ μέγας Παῦλος, καί μᾶς λέει : Ἀδελφοί μου, τό κήρυγμα γιά τόν σταυρικό θάνατο τοῦ Χριστοῦ εἶναι μωρία γι᾽ αὐτούς πού χάνονται· γιά μᾶς ὅμως πού εἴμαστε στόν δρόμο τῆς σωτηρίας εἶναι δύναμη Θεοῦ. Οἱ αἰῶνες πού κύλησαν ἀπό τότε καί ἡ στάση πού κατά καιρούς υἱοθέτησαν οἱ ἄνθρωποι ἐπιβεβαιώνουν τήν ἀλήθεια τῆς ἀποστολικῆς διακήρυξης.
Ὁ σταυρός τοῦ Χριστοῦ προκαλεῖ τήν ἀνθρώπινη λογική. Πῶς ἕνας Θεός μπορεῖ νά πεθάνει πάνω στόν σταυρό; Πῶς ἕνας Θεός πού πεθαίνει, χαρίζει ζωή στούς ἀνθρώπους; Πῶς ἕνας Θεός πού γίνεται κατάρα, καθίσταται πηγή εὐλογίας γιά τό ἀνθρώπινο γένος καί τήν κτίση ὁλόκληρη; Πῶς ἕνας Θεός πού κατακρίνεται καί καταδικάζεται σέ θάνατο σταυρικό, μπορεῖ νά «δικαιώνει» τούς ἀνθρώπους «ἐν τῷ αἵματι αὐτοῦ»;
ΕΤΣΙ ΠΟΛΛΟΙ ἄνθρωποι σκοντάφτουν πάνω στόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ. Καί τόν λόγο, τό κήρυγμα γιά τόν Σταυρό τοῦ Κυρίου τό θεωροῦν μωρία, δηλαδή ἀνοησία. Ἡ θεοποιημένη λογική τους τούς τυφλώνει καί γι᾽ αὐτό ἀδυνατοῦν νά κατανοήσουν ὅτι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, πού ἀποκαλύπτεται στόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ, εἶναι ἀσύγκριτα πιό δυνατή ἀπό τήν περιορισμένη σκέψη μας· ὅτι ἡ σοφία τοῦ Θεοῦ πού ἀποφασίζει νά σώσει τόν κόσμο διά τοῦ Σταυροῦ τοῦ Μονογενοῦς Υἱοῦ Του εἶναι πάνω ἀπό τή δική μας σοφία.
Ὁ δρόμος πού ὁδηγεῖ στόν Θεό δέν εἶναι ὁ δρόμος τῆς ἀνθρώπινης σοφίας· ὁ στοχασμός, ἡ παρατήρηση, τό πείραμα. Ὁ δρόμος πού μᾶς φέρνει κοντά στόν Θεό εἶναι ὁ δρόμος τῆς ἀγάπης. Πάνω ἀπό τόν νοῦ καί τή λογική εἶναι ἡ καρδιά καί ἡ ἀγάπη. Καί γιά νά γνωρίσουμε τόν Θεό· γιά νά μᾶς κάνει ὁ Θεός αἰσθητή τήν παρουσία Του, πρέπει νά Τόν ἐμπιστευτοῦμε, πού σημαίνει νά Τόν πιστέψουμε καί νά Τόν ἀγαπήσουμε.
ΕΚΤΟΣ ΑΠΟ τούς ἀνθρώπους, πού ἐξαιτίας τῆς θεοποιημένης λογικῆς τους σκοντάφτουν πάνω στόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ, εἶναι καί «οἱ σῳζόμενοι»· αὐτοί πού βρίσκονται, πού πορεύονται τόν δρόμο τῆς σωτηρίας. Σ᾽ αὐτούς ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἀξίωσε ν᾽ ἀνήκουμε κι ἐμεῖς, ἀδελφοί μου. Καί κατά τόν λόγο τοῦ Ἀποστόλου, γιά μᾶς τούς πιστούς ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ μας εἶναι «δύναμις Θεοῦ».
• Ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ μας εἶναι ἡ ἀνεξάντλητη πηγή δυνάμεως ἀπό τήν ὁποία ἐνισχυόμαστε γιά νά μποροῦμε νά πορευόμαστε τόν δρόμο τῆς χριστιανικῆς ζωῆς.
• Ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ μας εἶναι ἡ χαρά πού γλυκαίνει τήν καρδιά μας καί μᾶς παρηγορεῖ σέ κάθε λύπη καί δυσκολία τοῦ παρόντος βίου.
• Ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ μας εἶναι ἡ ἀκλόνητη ἐλπίδα μας. Δίνει νόημα στήν ἐπί γῆς ζωή μας καί φωτίζει τήν μετά θάνατον πορεία μας.
• Ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ μας εἶναι ἡ ζωή μας. Ὁ Θεός Πατέρας μας ἀποκαλύπτει τήν ἀγάπη Του σ᾽ ἐμᾶς τούς ἀνθρώπους, ἀποστέλλοντας στόν κόσμο τόν Μονογενῆ Υἱό Του γιά νά σταυρωθεῖ «ἵνα ζήσωμεν δι᾽ αὐτοῦ» (Α’ Ἰω. 4,9). Ἔτσι ὁ σταυρός τοῦ Κυρίου γίνεται ἀνάσταση καί ζωή γιά τό ἀνθρώπινο γένος. Ἀνάσταση ἀπό τή φθορά καί τόν θάνατο. Ζωή ἀληθινή καί αἰώνια στήν ἀτελεύτητη Βασιλεία τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Τετάρτη 11 Απριλίου 2012

Γνωριμία με την Μεγάλη Εβδομάδα

Η Μεγάλη Εβδομάδα είναι η εβδομάδα πριν το Πάσχα (από την Κυριακή των Βαϊων το βράδυ μέχρι το Μ. Σάββατο) και ονομάζεται «Μεγάλη», όχι γιατί έχει περισσότερες μέρες ή ώρες από τις άλλες εβδομάδες, αλλά γιατί τα γεγονότα όπου τελούνται και βιώνονται στους Ιερούς Ναούς είναι κοσμοσωτήρια για τον άνθρωπο!
Η Ορθόδοξη Εκκλησία, για να μπορέσουν όσο είναι δυνατόν περισσότεροι πιστοί να συμμετέχουν στις Ακολουθίες, επέτρεψε από την αρχή της Μ. Εβδομάδας, να ψάλλεται ο Όρθρος της επόμενης ημέρας. (π.χ. την Κυριακή των Βαϊων το βράδυ ψάλλεται ο Όρθρος της Μεγάλης Δευτέρας).

Οι τέσσερις πρώτες ημέρες μας προετοιμάζουν πνευματικά για το θείο δράμα και οι Ακολουθίες ονομάζονται «Ακολουθίες του Νυμφίου».

Μεγάλη Δευτέρα (Κυριακή Βαϊων βράδυ): Την Μεγάλη Δευτέρα κυριαρχούν δύο γεγονότα:

a. Η ζωή του Ιωσήφ του 11ου γιού του Πατριάρχη Ιακώβ, του ονομαζόμενου Παγκάλου, δηλαδή του ωραίου στο σώμα και τη ψυχή. Ο Ιωσήφ προεικονίζει με την περιπέτειά του (που πουλήθηκε σκλάβος στην Αίγυπτο) τον ίδιο τον Χριστό και το πάθος Του.
b.Το περιστατικό της άκαρπης συκιάς που ξέρανε ο Χριστός (Ματθ. 21, 18-22): Συμβολίζει την Συναγωγή των Εβραίων και γενικά την ζωή του Ισραηλιτικού λαού που ήταν άκαρποι από καλά έργα.

Μεγάλη Τρίτη (Μεγάλη Δευτέρα βράδυ): Την Μεγάλη Τρίτη θυμόμαστε και ζούμε δύο παραβολές:

a.Των δέκα παρθένων (Ματθ. 25,1-13) που μας διδάσκει να είμαστε έτοιμοι και γεμάτοι από πίστη και φιλανθρωπία.
b.Των Ταλάντων (Ματθ. 25,14-30), που μας διδάσκει να είμαστε εργατικοί και πρέπει να καλλιεργούμε και να αυξήσουμε τα πνευματικά μας χαρίσματα.

Μεγάλη Τετάρτη (Μεγάλη Τρίτη βράδυ): Η Μεγάλη Τετάρτη είναι αφιερωμένη στην αμαρτωλή γυναίκα (Λουκ. 7,47), που μετανιωμένη άλειψε τα πόδια του Κυρίου με μύρο και συγχωρήθηκε για τα αμαρτήματά της, γιατί έδειξε μεγάλη αγάπη και πίστη στον Κύριο. Ψάλλεται το περίφημο τροπάριο (δοξαστικό) της Υμνογράφου Μοναχής Κασσιανής.



Μεγάλη Πέμπτη (Μεγάλη Τετάρτη βράδυ): Την Μεγάλη Πέμπτη γιορτάζουμε 4 γεγονότα :

a.Τον Ιερό Νιπτήρα, το πλύσιμο δηλαδή των ποδιών των μαθητών από τον Κύριο, δείχνοντας για το ποια πρέπει να είναι η διακονία των πιστών στην Εκκλησία.
b.Τον Μυστικό Δείπνο, δηλαδή την παράδοση του Μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας.
c. Την Προσευχή του Κυρίου, στο Όρος των Ελαιών και
d.την Προδοσία του Ιούδα, δηλαδή την αρχή του Πάθους του Κυρίου.

Μεγάλη Παρασκευή (Μεγάλη Πέμπτη βράδυ): Την Μεγάλη Παρασκευή έχουμε την Κορύφωση του θείου δράματος, τελείται η «Ακολουθία των Παθών» και θυμόμαστε και βιώνουμε τα Σωτήρια και φρικτά Πάθη του Κυρίου και Θεού μας. Δηλαδή:

a.Τα πτυσίματα
b.τα μαστιγώματα
c. τις κοροϊδίες
d.τους εξευτιλισμούς
e.τα κτυπήματα
f.το αγκάθινο στεφάνι και κυρίως την
g.Σταύρωση και
h.τον θάνατο του Χριστού μας.

Μεγάλο Σάββατο (Μεγάλη Παρασκευή πρωϊ και βράδυ): Το Μεγάλο Σάββατο το πρωϊ :
a.την Ταφή Του Κυρίου και
b.την Κάθοδο Του στον Άδη, όπου κήρυξε σε όλους τους νεκρούς. Έτσι Μεγάλη Παρασκευή το πρωϊ (ημερολογιακά), τελούνται οι εξής ακολουθίες: Ακολουθία των Μεγάλες Ωρών και στις 12.00 το μεσημέρι της Αποκαθηλώσεως, δηλαδή την Ταφή Του Κυρίου από τον Ιωσήφ τον Αριμαθαίας και το Νικόδημο τον Φαρισαίο, μέλος του Μ. Συμβουλίου και κρυφό μαθητή του Κυρίου.
c. Την Μεγάλη Παρασκευή το βράδυ (ημερολογιακά) ψάλλονται τα Εγκώμια και έχουμε την περιφορά του Επιταφίου!

Κυριακή του Πάσχα (Μ. Σάββατο πρωϊ και νύχτα από τις 12.00 π.μ):

a.Το Μεγάλο Σάββατο (ημερολογιακά) το πρωϊ, έχουμε την λεγόμενη «1η Ανάσταση», δηλαδή το προανάκρουσμα της Αναστάσεως που μεταδίδουν οι ύμνοι και της προσμονής της λυτρώσεως όλης της κτίσεως από την φθορά και τον θάνατο!
b.Το Μεγάλο Σάββατο στις 12.00 (δηλαδή ουσιαστικά την Κυριακή), έχουμε την ζωηφόρο Ανάσταση του Κυρίου μας, την ήττα του θανάτου και της φθοράς και την αφή του Αγίου Φωτός στον κόσμο από το Πανάγιο Τάφο. Εδώ συνιστούμε στους επισκέπτες – αναγνώστες μας, να διαβάσουν το άρθρο μας του Απριλίου του 2003 κάνοντας ΚΛΙΚ στο ΣΤΑ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΑ, ΕΡΧΕΤΑΙ ΤΟ ΑΓΙΟ ΦΩΣ, σε ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ ΕΚΕΙΝΩΝ ΠΟΥ ΔΕΝ ΠΙΣΤΕΥΟΥΝ ΣΤΟΝ ΕΡΧΟΜΟ ΤΟΥ.
c.Κυριακή του Πάσχα στις 11.00 π.μ. ή το απόγευμα, τελείται ο «Εσπερινός της Αγάπης», όπου σε πολλές γλώσσες διαβάζεται το Ιερό Ευαγγέλιο και διατρανώνεται παγκοσμίως η νίκη του θανάτου και η εποχή της Καινούριας Διαθήκης, της χαράς και της Αναστάσιμης ελπίδας.

Βαθύτερο νόημα των Παθών και της Αναστάσεως
Οι πιστοί βιώνουμε τα πάθη και την ανάσταση του Χριστού συμμετέχοντας ενεργά σε αυτά με
«συμπόρευση», «συσταύρωση» και «συνανάσταση»! Ο Χριστός με την θέληση του (εκουσίως), έπαθε και ανέστη για να σωθούμε όλοι εμείς! Αυτό σημαίνει ότι δεν λυπούμαστε «μοιρολατρικά» για το Πάθος του, αλλά για τις δικές μας αμαρτίες και αφού μετανοιώνουμε ειλικρινώς μπορούμε την αντικειμενική σωτηρία που χάραξε ο Χριστός να την κάνουμε και υποκειμενική - προσωπική σωτηρία.



Κυριακή 8 Απριλίου 2012

Κυριακή των Βαΐων

Το Σάββατο του Λαζάρου, από λειτουργικής πλευράς, είναι τα προεόρτια της Κυριακής των Βαΐων – της Εισόδου του Κυρίου μας στα Ιεροσόλυμα. Και οι δύο αυτές γιορτές έχουν ένα κοινό θέμα: το θρίαμβο και τη νίκη. Το Σάββατο του Λαζάρου αποκαλύπτει τον Εχθρό, δηλαδή το Θάνατο · η Κυριακή των Βαΐων προαναγγέλλει το νόημα της νίκης ως θρίαμβο της Βασιλείας του Θεού και ως αποδοχή από τον κόσμο του μόνου Βασιλέως , του Ιησού Χριστού. Σε όλη τη διάρκεια της επί γης ζωής του Ιησού Χριστού, η σεμνή είσοδός Του στην Αγία Πόλη ήταν το μόνο ορατό σημείο θριάμβου. Μέχρι αυτή τη μέρα ο Ιησούς έδειχνε επίμονη άρνηση σε κάθε περίπτωση θριάμβου και δόξας Του. Έξι μέρες όμως πριν το Πάσχα, όχι μόνο δέχτηκε να δοξαστεί, αλλά ο ίδιος προκάλεσε και οργάνωσε αυτή τη δόξα. Κάνοντας αυτό που προανήγγειλε ο προφήτης Ζαχαρίας: «ιδού ο Βασιλεύς σου έρχεται σοι… πραύς και επιβεβηπώς επί υποζύγιον και πώλον νέον» (Ζαχ. 9, 9), φανέρωσε ότι ήθελε να επιδοκιμαστεί και να αναγνωριστεί ως Μεσσίας, Βασιλέας και Λυτρωτής του Ισραήλ.Οι Ευαγγελικές περικοπές τονίζουν όλα αυτά τα μεσσιανικά στοιχεία, δηλαδή τους κλάδους των βαΐων και τα Ωσαννά, τις επευφημίες για τον Ιησού Χριστό ότι είναι ο Υιός του Δαυίδ και Βασιλέας του Ισραήλ. Η ιστορία του Ισραήλ τώρα ολοκληρώνεται, φτάνει στο τέλος της, αυτό εξ άλλου είναι και το νόημα αυτού του γεγονότος, της αγγελίας της Βασιλείας του Θεού. Για την εκπλήρωση του σκοπού αυτής της ιστορίας έπρεπε να αναγγελθεί και να προετοιμαστεί η Βασιλεία του Θεού, η έλευση του Μεσσία. Και τώρα εκπληρώθηκε, γιατί ο Βασιλέας εισέρχεται στην Αγία Πόλη Του και όλες οι προφητείες και o ι προσδοκίες βρίσκουν την εκπλήρωση τους στο Πρόσωπο Του. Ο Χριστός εγκαθιστά τη Βασιλεία Του επί της γης.Την Κυριακή των Βαΐων θυμόμαστε και τιμάμε αυτό το μέγιστο γεγονός. Κρατώντας κλάδους βαΐων ταυτιζόμαστε με το λαό της Ιερουσαλήμ . Μαζί τους χαιρετίζουμε τον ταπεινό Κύριο και Βασιλέα ψέλνοντας: «Ωσαννά, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου». Άραγε ποιο είναι το αληθινό νόημα όλων αυτών σήμερα για μας;Πρώτα-πρώτα είναι η ομολογία μας ότι ο Χριστός είναι ο Βασιλέας και Κύριος μας. Πολύ συχνά, στην καθημερινή ζωή μας, ξεχνάμε ότι η Βασιλεία του Θεού έχει ήδη εγκατασταθεί στη γη και ότι την ημέρα της βαπτίσεώς μας γίναμε πολίτες αυτής της Βασιλείας και υποσχεθήκαμε η αφοσίωση και η πίστη μας σ’ αυτή να είναι πάνω από κάθε άλλη πίστη μας. Ας μην ξεχνάμε ότι ο Χριστός για λίγες ώρες ήταν πραγματικά ο Βασιλέας πάνω στη γη, σ’ αυτό τον κόσμο το δικό μας – για λίγες μόνο ώρες και σε μια συγκεκριμένη πόλη. Αλλά, όπως στο πρόσωπο του Λαζάρου αναγνωρίσαμε την εικόνα του καθενός από μας, του κάθε ανθρώπου ξεχωριστά, έτσι και σ’ αυτή την πόλη (την Ιερουσαλήμ) αναγνωρίζουμε το μυστηριακό κέντρο όλου του κόσμου και γενικά ολόκληρης της δημιουργίας. Γιατί ακριβώς αυτό είναι το βιβλικό νόημα της πόλης Ιερουσαλήμ, είναι δηλαδή το εστιακό σημείο όλης της ιστορίας της σωτηρίας και του λυτρωμού, είναι η Αγία Πόλη της έλευσης του θεού στη γη. Έτσι λοιπόν η Βασιλεία που εγκαταστάθηκε στην Ιερουσαλήμ είναι μια παγκόσμια Βασιλεία που αγκαλιάζει καθολικά τον άνθρωπο και όλη τη δημιουργία… Για λίγες ώρες – όμως αυτές οι ώρες ήταν πολύ αποφασιστικός χρόνος – φάνηκε επί της γης η τελική «ώρα του Ιησού», η ώρα της εκπλήρωσης από τον Θεό όλων των υποσχέσεων Του, όλων των αποφάσεων Του. Έφτασε στο τέλος όλη η προπαρασκευαστική πορεία που είχε αποκαλυφθεί στην Αγία Γραφή · ήρθε το τέλος όλων όσων ο Θεός έκανε για τον άνθρωπο. Έτσι αυτή η σύντομη ώρα του επί γης θριάμβου του Χριστού αποκτάει ένα αιώνιο νόημα. Εισάγει την πραγματικότητα της θείας Βασιλείας στο δικό μας χρόνο, στις δικές μας ώρες. Αυτή η Βασιλεία δίνει το νόημα στο χρόνο και γίνεται ο απώτερος, ο αιώνιος σκοπός του. Η Βασιλεία του Θεού αποκαλύφθηκε στον κόσμο τούτο και αυτή την ώρα · η παρουσία της κρίνει και μεταμορφώνει την ανθρώπινη ιστορία.Όταν, σε κάποια στιγμή της ακολουθίας, την Κυριακή των Βαΐων παίρνουμε από τον ιερέα έναν κλάδο βαΐων, ανανεώνουμε τον όρκο στον Βασιλέα μας, ομολογούμε ότι η Βασιλεία Του δίνει τελικό νόημα και περιεχόμενο στη ζωή μας. Ομολογούμε ότι το καθετί στη ζωή μας και στον κόσμο ανήκει στον Χριστό και τίποτε δεν μπορεί να αφαιρεθεί από τον μοναδικό, αληθινό Κτήτορά του, γιατί δεν υπάρχει περιοχή της ζωής όπου Εκείνος δεν κυβερνά, δεν σώζει, δεν λυτρώνει. Διακηρύττουμε την παγκόσμια, την καθολική ευθύνη της Εκκλησίας για την ανθρώπινη ιστορία και επιβεβαιώνουμε την παγκόσμια αποστολή της.Ξέρουμε, βέβαια, ότι ο Βασιλέας τον οποίο οι Ιουδαίοι ζητωκραύγαζαν τότε και τον οποίο εμείς σήμερα επιδοκιμάζουμε, βρίσκεται στο δρόμο προς το Γολγοθά, προς το Σταυρό και τον τάφο. Ξέρουμε, επίσης, πως αυτός ο σύντομος θρίαμβος δεν είναι παρά ο πρόλογος της θυσίας Του. Τα κλαδιά στα χέρια μας επιβεβαιώνουν την ετοιμότητα μας και τη διάθεση μας να Τον ακολουθήσουμε σ’ αυτό το δρόμο της θυσίας, και ότι αποδεχόμαστε τη θυσία και την αυταπάρνηση σαν τη μόνη βασιλική οδό προς τη θεία Βασιλεία. Τελικά αυτοί οι κλάδοι και η όλη γιορτή φανερώνουν την πίστη μας στην τελική νίκη του Χριστού.Η Βασιλεία του Θεού όμως είναι ακόμα κρυμμένη, ο κόσμος την αγνοεί και ζει σήμερα σαν να μην έχουν συμβεί όλα αυτά τα συγκλονιστικά γεγονότα. Σαν να μην έχει πεθάνει ατό Σταυρό και να μην έχει αναστηθεί ο Θεάνθρωπος. Εμείς όμως οι χριστιανοί πιστεύουμε στην ερχόμενη Βασιλεία στην όποια ο Θεός είναι «ο τα πάντα πληρών» και ο Χριστός είναι ο μόνος Βασιλέας.Στις ακολουθίες της Εκκλησίας μας θυμόμαστε τα γεγονότα του παρελθόντος. Αλλά όλο το νόημα και η δύναμη της Θείας Λειτουργίας βρίσκεται στο γεγονός ότι μετατρέπει την ανάμνηση σε παρόν, σε παρούσα πραγματικότητα. Την Κυριακή των Βαΐων αυτή η πραγματικότητα είναι η συμμετοχή μας στα γεγονότα, η ανταπόκριση μας σ’ αυτά, η ίδια η Βασιλεία του θεού. Ο Χριστός δεν μπαίνει πια στα Ιεροσόλυμα θριαμβευτής. Το έκανε μια φορά και για πάντα. Και δεν χρειάζεται πια «σύμβολα», γιατί δεν πέθανε στο Σταυρό για να μπορούμε εμείς αιώνια να «συμβολίζουμε» τη ζωή Του. Αλλά ζητάει από μας μια πραγματική, ειλικρινή αποδοχή της Βασιλείας που μας έφερε… Σύμφωνα με το χριστιανικό εορτολόγιο καθιερώθηκε να ονομάζεται Κυριακή των Βαΐων, ή Κυριακή του Λαζάρου, ή Κυριακή Βαϊοφόρος, η προηγούμενη Κυριακή της εορτής της Ανάστασης.Από την Κυριακή των Βαΐων αρχίζει ουσιαστικά η λεγόμενη Μεγάλη Εβδομάδα ή Εβδομάδα των Παθών. Κατά την ημέρα αυτή εορτάζεται η ανάμνηση της θριαμβικής εισόδου του Ιησού Χριστού στα Ιεροσόλυμα όπου, κατά τους συγγραφείς των Ιερών Ευαγγελίων, οι Ιουδαίοι τον υποδέχθηκαν κρατώντας βάια ή βάγια (κλάδους φοινίκων) και απλώνοντας στο έδαφος τα φορέματά τους ζητωκραύγαζαν «Ωσαννά, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου».Κατά τους πρώτους αιώνες του Χριστιανισμού η εορτή της ανάμνησης αυτής τελούταν μαζί με την ανάσταση του Λαζάρου που αργότερα η δεύτερη μετατέθηκε κατά μία ημέρα πριν το λεγόμενο Σάββατο του Λαζάρου. Σήμερα η Κυριακή αυτή τόσο στην Ανατολική όσο και στη Δυτική Εκκλησία θεωρείται ως αρχή των Αγίων Παθών. Παρά το χαρμόσυνο χαρακτήρα της, αρχικά η κατάλυση ψαριών, λαδιού και κρασιού την ημέρα αυτή θεωρήθηκαν ασυμβίβαστα προς την ιερότητα της Μεγάλης Εβδομάδας και της ακολουθούμενης νηστείας,(Μεγάλη Τεσσαρακοστή), προσαρμόζοντας αυτή ανάλογα.Η παραπάνω ανάμνηση τιμάται ιδιαίτερα με εξέχουσα υμνολογία και μεγαλοπρεπή λειτουργία στο τέλος της οποίας διανέμονται βάγια που έχουν προηγουμένως ευλογηθεί κατά την ακολουθία του όρθρου.Σημειώνεται ότι στις πρώτες εκκλησίες εορταζόταν η μνήμη αυτή με αναπαράσταση του γεγονότος. Συγκεκριμένα στους Αγίους Τόπους κατά τον 4ο αιώνα ο επίσκοπος ξεκινώντας με πομπή από το Όρος των Ελαιών εισερχόταν στα Ιεροσόλυμα επί «πώλου όνου» περιστοιχιζόμενος από τον κλήρο ενώ οι πιστοί προπορευόταν κρατώντας κλάδους φοινίκων.Στους δε βυζαντινούς χρόνους τελούνταν ο λεγόμενος «περίπατος του Αυτοκράτορα» όπου η πομπή ξεκινούσε από τα ανάκτορα στην οποία συμμετείχε ο αυτοκράτορας κρατώντας την εικόνα του Χριστού πλαισιωμένος από το ιερατείο όπου και κατέληγε στην Αγιά Σοφιά. Της αυτοκρατορικής αυτής πομπής προηγούνταν ο λαμπαδάριος ο οποίος έψελνε «Εξέλθατε έθνη και θεώσασθε σήμερον τον βασιλέα των ουρανών…».Σύμφωνα με τη μαρτυρία του Βαλσαμώνα στο τέλος της εορτής αυτής ο μεν Αυτοκράτορας διένειμε ιδιόχειρα βάγια και σταυρούς, ο δε Πατριάρχης κεριά για την Μεγάλη Εβδομάδα. Το βυζαντινό αυτό έθιμο παρέλαβαν και τηρούσαν με ευλάβεια και οι Τσάροι της Ρωσίας τους οποίους ακολουθούσε ο κλήρος ξεκινώντας από το Κρεμλίνο και καταλήγοντας στο μητροπολιτικό ναό.Στην Ελλάδα αντ΄ αυτών διατηρείται μόνο η διανομή των βαγιών από τους ιερουργούς των εκκλησιών.Κατά το Μεσαίωνα στη Δυτική Εκκλησία υπήρξε ένα περίεργο έθιμο όπου μέσα στην εκκλησία περιαγόταν όνος επί του οποίου φερόταν ομοίωμα του Χριστού.Αναφορικά με τη νηστεία της ημέρας αυτής υπάρχει μια διαφοροποίηση στο ζήτημα του αν καταλύεται ψάρι ή όχι. Η γνώμη του Θεόδωρου του Στουδίτη είναι ότι την Κυριακη των Βαΐων «τρώγεται ψάρι», επειδή θεωρείται Δεσποτική εορτή. Για τον Άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη μόνο μία ημέρα της Μεγάλης Σαρακοστής τρώγεται ψάρι δηλαδή, την ημέρα του Ευαγγελισμού.Είναι χαρακτηριστική η θέση των Aποστολικών Διαταγών όταν λένε:, «Μετά από αυτές (δηλαδή τις εορτές των Χριστουγέννων και των Θεοφανείων), να τηρείται τη νηστεία της Τεσσαρακοστής, η οποία περιλαμβάνει ανάμνηση της ζωής του Κυρίου και της νομοθεσίας. Να κρατιέται αυτή η νηστεία πριν από το Πάσχα, αρχίζοντας από τη Δευτέρα και συμπληρούμενη την Παρασκευή. Μετά από αυτές αφού σταματήσετε τη νηστεία, να αρχίζετε την αγία εβδομάδα του Πάσχα, νηστεύοντες κατ΄αυτήν όλοι με φόβο...». Είναι ενδεικτικοί οι όροι ΄΄αφού σταματήσετε τη νηστεία΄΄ και ΄΄να αρχίζετε΄΄, οι οποίες δείχνουν ότι μια νηστεία τελειώνει και μία άλλη αρχίζει. Αυτή που τελειώνει είναι η νηστεία της Σαρακοστής και αυτή που αρχίζει είναι η νηστεία της Μεγάλης Εβδομάδος. άρα η εορτή αυτή βρίσκεται ανεξάρτητα ανάμεσα σε δύο νηστείες. Η θέση της λοιπόν δίνει το δικαίωμα να ομιλούν περί καταλύσεως κατ΄αυτήν την ημέρα ψαριού ή ακόμα και αυγού.

Παρασκευή 6 Απριλίου 2012

Αγίου Ευτυχίου, του Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως


Απολυτίκιο:

Ἦχος γ'. Τὴν ὡραιότητα.
Βίον οὐράνιον, Πάτερ κτησάμενος, σκεῦος ἐπάξιον, ὤφθης τῆς χάριτος, λόγω καὶ πράξει βέβαιων, τὴν θείαν σοὶ χορηγίαν ὅθεν ἱεράτευσας, ἰσαγγέλως τῷ Κτίσαντι, ἔνδοξε Εὐτύχιε, Ἐκκλησίας ὡράισμα, ἣν φύλαττε ταὶς σαὶς προστασίαις, πάσης ἀνάγκης ἀνωτέραν.

Ο Άγιος Ευτυχίος γεννήθηκε περίπου το 512 μ.Χ. στο χωριό Θεία Κώμη της Φρυγίας. Ο πατέρας του ήταν στρατηγός στο στρατό του Βελισάριου. Ο Άγιος Ευτύχιος έγινε μοναχός σε ηλικία 30 ετών από τον Μητροπολίτη Αμασείας και ζούσε στην Κωνσταντινούπολη ως αποκρισάριος του Μητροπολίτη Αμασείας και έφτασε ως τον Ιερατικό βαθμό του Αρχιμανδρίτη. Τον Άγιο Ευτύχιο εκτιμούσε ιδιαίτερα ο Πατριάρχης Μηνάς, μετά το θάνατο του οποίου ο Άγιος εξελέγη Πατριάρχης, με υπόδειξη του Αυτοκράτορα Ιουστινιανού. Επί των ημερών της πρώτης Πατριαρχίας του, και συγκεκριμένα από τις 5 Μαΐου έως τις 21 Ιουνίου του 553 μ.χ., έγινε και η Ε΄ Οικουμενική Σύνοδος. Το 564 μ.Χ. ήρθε σε σύγκρουση - διαφωνία με τον Αυτοκράτορα, σχετικά με την αίρεση των αφθαρτοδοκητών. Ο Άγιος Ευτύχιος καταδίκαζε την αίρεση αυτή, παρά τις πιέσεις του αυτοκράτορα. Στις 22 Ιανουαρίου του 565 μ.Χ, και ενώ τελούσε τη Λειτουργία για την εορτή του Αγίου Τιμοθέου, στρατιώτες τον συνέλαβαν. Ύστερα από αυτό, καθαιρέθηκε και εξορίστηκε, αρχικά στην Πρίγκηπο και αργότερα στην Αμάσεια του Πόντου. Μετά το θάνατο του διαδόχου του, Πατριάρχη Ιωάννη του Σχολαστικού, ο νέος αυτοκράτορας Ιουστίνος Β' κάλεσε ξανά στο θρόνο τον Άγιο Ευτύχιο, ο οποίος επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη τον Οκτώβριο του 577 μ.Χ.
Λίγα λεπτά πριν πεθάνει, άγγιξε το δέρμα του χεριού του και είπε «Ομολογώ ότι σε αυτή τη σάρκα θα αναστηθούμε», αυτό, ο Άγιος Ευτυχίος το είπε διότι είχε πει στο παρελθόν ότι μετά την ανάσταση των νεκρών, αυτοί θα έχουν σώμα άϋλο, λεπτότερο από τον αέρα. Ο Άγιος Ευτύχιος παρέδωσε ειρηνικά την ψυχή του στον Κύριο στις 5 Απριλίου το 582 μ.Χ.
Ετάφη κάτω από τη βάση της Αγίας Τράπεζας του Ναού των Αγίων Αποστόλων, δίπλα στα Ιερά Λείψανα του Αποστόλου Ανδρέα, του Ευαγγελιστή Λουκά και του Αγίου Τιμοθέου. Η Αγία Κάρα του βρίσκεται σήμερα στη Μονή Χιλανδαρίου στο Άγιον Όρος.