Κυριακή 31 Οκτωβρίου 2010

Ἁγιολόγιον - Νοέµβριος 1

Οἱ Ἅγιοι Κοσµᾶς καὶ Δαµιανός, οἱ Ἀνάργυροι καὶ θαυµατουργοί
Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ κατάγονταν ἀπὸ τὴν Ἀσία. Οἱ γονεῖς τους ἦταν ἄριστο πρότυπο χριστιανῶν συζύγων. Ὅταν ἡ µητέρα τους Θεοδότη ἔµεινε χήρα, ἀφιέρωσε κάθε προσπάθειά της στὴ χριστιανικὴ ἀνατροφὴ τῶν δυὸ παιδιῶν της, Κοσµᾶ καὶ Δαµιανοῦ. Τοὺς δυὸ ἀδελφοὺς διέκρινε µεγάλη εὐφυΐα καὶ ἐπιµέλεια, γι᾿ αὐτὸ καὶ σπούδασαν πολλὲς ἐπιστῆµες. Ἰδιαίτερα, ὅµως, ἐπιδόθηκαν στὴν ἰατρικὴ ἐπιστήµη, τὴν ὁποία ἐξασκοῦσαν σὰν διακονία φιλανθρωπίας πρὸς τὸν πλησίον. Θεράπευαν τὶς ἀσθένειες τῶν ἀνθρώπων, καὶ ἰδιαίτερα τῶν φτωχῶν, χωρὶς νὰ παίρνουν χρήµατα, γι᾿ αὐτὸ καὶ ὀνοµάστηκαν Ἀνάργυροι. Πολλοὶ ἀσθενεῖς ποὺ θεραπεύθηκαν ἤθελαν νὰ τοὺς εὐχαριστήσουν. Ἀλλὰ αὐτοὶ δὲ δέχονταν τὶς εὐχαριστίες καὶ ἀπαντοῦσαν µὲ τὸν ὀρθὸ λόγο τῆς ἁγίας Γραφῆς: «Ἡ εὐλογία καὶ ἡ δόξα καὶ ἡ σοφία καὶ ἡ εὐχαριστία καὶ ἡ τιµὴ καὶ ἡ δύναµις καὶ ἡ ἰσχὺς τῷ Θεῷ ἡµῶν εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων». Δηλαδή, ὅλος ὁ ὕµνος καὶ ἡ δόξα καὶ ἡ σοφία καὶ ἡ εὐχαριστία καὶ ἡ τιµὴ καὶ ἡ δύναµη καὶ ἡ ἰσχύς, ἀνήκει στὸ Θεό µας στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἔτσι ταπεινὰ ἀφοῦ διακόνησαν σὲ ὅλη τους τὴ ζωὴ τὸν πλησίον, πέθαναν εἰρηνικὰ καὶ ἐτάφησαν στὴν τοποθεσία Φερεµά.

Οἱ Ἁγίες Κυριαίνα καὶ Ἰουλιανὴ
Εἶχαν ἀφοσιωθεῖ καὶ οἱ δυὸ σὲ ἔργα φιλάνθρωπα, χριστιανικῆς φιλαδελφίας. Ἔζησαν στὰ χρόνια τοῦ διωγµοῦ κατὰ τῶν χριστιανῶν, ἐπὶ Διοκλητιανοῦ. Ἡ Κυριαίνα εἶχε πατρίδα τὴν Ταρσὸ τῆς Κιλικίας καὶ ἡ Ἰουλιανὴ τὴν πόλη Ῥῶσο ἐπίσης τῆς Κιλικίας. Οἱ δραστηριότητες τῶν δυὸ ἁγίων γυναικῶν ἦταν νὰ φροντίζουν ὀρφανά, νὰ παρηγοροῦν φτωχὲς χῆρες καὶ νὰ παρέχουν ἀφιλοκερδῶς τὶς περιποιήσεις τους στοὺς ἀῤῥώστους. Ἤξεραν λίγα γράµµατα, ἀλλ᾿ εἶχαν πολὺ ζῆλο καὶ ἔβρισκαν πάντοτε τρόπο νὰ στηρίζουν τὴν πίστη τῶν δοκιµαζόµενων ἀπὸ τὴν φτώχεια, ἢ ἀπὸ τὴν ἀδικία, ἢ ἀπὸ κάποιο ἄλλο βιοτικὸ ἄνεµο. Πολλὲς φορὲς µάλιστα εἶχαν µπορέσει νὰ φέρουν στὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ ψυχὲς εἰδωλολατρισσῶν, ποὺ ψάρευαν µὲ τὸ δίχτυ τῆς Εὐαγγελικῆς ὑποµονῆς καὶ ἀγαθότητας. Συνελήφθησαν ὅµως καὶ βασανίστηκαν σκληρά, χωρὶς νὰ παρατήσουν τὸ θησαυρὸ τῆς πίστης τους. Καὶ πέθαναν ἀφοῦ τὶς ἔριξαν µέσα στὴ φωτιά, καὶ ὑπέστησαν τὸν τροµερὸ αὐτὸ θάνατο µὲ θαυµαστὴ καρτερία καὶ αὐταπάρνηση.

Οἱ Ἅγιοι Καισάριος, Δάσιος, καὶ ἄλλοι πέντε Μάρτυρες, Σάββας, Σαβινιανός, Ἀγρίππας, Ἀδριανὸς καὶ Θωµᾶς τὸ νήπιο
Συνελήφθησαν στὴ Δαµασκὸ καὶ τιµωρήθηκαν µὲ διάφορα βασανιστήρια γιὰ νὰ ἀρνηθοῦν τὸν Χριστό. Ἐπειδὴ ὅµως δὲν ἀρνήθηκαν τὴν χριστιανική τους πίστη, ὅλοι ἔλαβαν τὸ στεφάνι τοῦ µαρτυρίου διὰ ἀποκεφαλισµοῦ.

Οἱ Ἅγιοι Ἰωάννης ὁ Ἐπίσκοπος καὶ Ἰάκωβος ὁ Πρεσβύτερος
Οἱ Ἱεροµάρτυρες αὐτοὶ ἔζησαν στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ τῶν Περσῶν Σαβωρίου (332) καὶ δίδασκαν στοὺς εὐσεβεῖς τὸ λόγο τῆς ἀληθινῆς πίστης καὶ πολλοὺς κατόρθωναν νὰ προσελκύουν σ᾿ αὐτή. Ὁπότε συνελήφθησαν ἀπὸ τὸν Σαβώριο καὶ ἀφοῦ πρῶτα ὑποβλήθηκαν σὲ σκληρὰ βασανιστήρια, στὸ τέλος τοὺς ἀποκεφάλισαν καὶ ἔτσι πῆραν τὸ ἀµάραντο στεφάνι τοῦ µαρτυρίου.

Ὁ Ἅγιος Ἐρµινίγγελδος (ἢ Ἐµηνίγγιλδος)
Ἄνηκε στὴ φυλὴ τῶν Οὐισιγότθων, µεταξὺ τῶν ὁποίων, ὅπως εἶναι γνωστό, εἶχε διαδοθεῖ ἡ αἵρεση τοῦ Ἀρείου, κατακτῶντας καὶ αὐτοὺς τοὺς ἀρχηγούς τους. Ὁ Ἐρµινίγγελδος, ποὺ εἶχε διδαχθεῖ τὴν Ὀρθοδοξία ἀπὸ ἕνα Ἐπίσκοπο ὀρθόδοξο, τὸν Λέανδρο, σ᾿ ἕνα ταξίδι του, ἐπέστρεψε στὴν πατρική του σκηνὴ µὲ ὀρθόδοξο φρόνηµα. Ὁ πατέρας του δὲν ἄργησε νὰ µάθει, ὅτι ὁ γιός του ἀπέῤῥιψε τὶς δοξασίες τοῦ Ἀρείου καὶ προσπάθησε µὲ παρακλήσεις καὶ ἀπειλὲς νὰ τὸν ἐπαναφέρει σ᾿ αὐτές. Ἐπειδὴ ὅµως δὲν τὸ κατόρθωσε, τὸν κατάγγειλε ὁ ἴδιος καὶ προκάλεσε τὴν φυλάκισή του. Ὁ Ἐρµινίγγελδος, ἂν καὶ σκληρὰ βασανίστηκε στὴ φυλακή, ἔµεινε σταθερὸς στὴν Ὀρθοδοξία. Διατάχθηκε τότε ὁ φόνος του. Στρατιῶτες τότε, πῆγαν στὴ φυλακή, ὅπου ἦταν σιδηροδέσµιος ὁ Ἅγιος καὶ γονατιστὸς προσευχόταν, καὶ τὸν θανάτωσαν µὲ τὶς λόγχες τους (585 µ.Χ.).

Οἱ Ἅγιοι Κυπριανὸς καὶ Ἰουλιανὴ
Μαρτύρησαν διὰ πυρός. (Μᾶλλον πρόκειται γιὰ τὶς πιὸ πάνω Ἁγίες τῆς αὐτῆς ἡµέρας

Ἡ Ἁγία Θεολήπτη
Ἐντελῶς ἄγνωστη στοὺς Συναξαριστές. Γιὰ τὴν Ἁγία αὐτὴ γίνεται λόγος στὸν Παρισινὸ Κώδικα 259 φ. 2α, ὅπου ὑπάρχει καὶ στιχηρὸ τροπάριό της. Ἀπ᾿ αὐτὸ συµπεραίνουµε ὅτι, βασανίστηκε ἀπὸ τὸν τύραννο, ῥίχτηκε στὴ φυλακὴ καὶ κατὰ πᾶσα πιθανότητα πέθανε µαρτυρικά.

Οἱ Ἅγιοι Ἰάκωβος ὁ νέος Ὁσιοµάρτυρας ἀπὸ τὴν Καστοριὰ καὶ οἱ δυὸ µαθητές του, Ἰάκωβος ὁ Διάκονος καὶ Διονύσιος ὁ Μοναχός
Ὁ Ἰάκωβος γεννήθηκε σ᾿ ἕνα χωριὸ τῆς Καστοριᾶς (Κορησός), ἀπὸ χριστιανοὺς γονεῖς, τὸν Μαρτίνο καὶ τὴν Παρασκευή. Ἔγινε βοσκὸς προβάτων καὶ ἀπόκτησε ἀρκετὸ πλοῦτο, µὲ ἀποτέλεσµα νὰ τὸν φθονήσει ὁ ἀδελφός του, ποὺ τὸν διέβαλε στὸν κριτή, ὅτι δῆθεν βρῆκε θησαυρό. Γιὰ ν᾿ ἀποφύγει τὸν φθόνο τοῦ ἀδελφοῦ του ὁ Ἰάκωβος, ἔφυγε στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου ἐργαζόµενος σὰν ἔµπορος προβάτων ἔγινε καὶ πάλι πλούσιος. Κάποια µέρα ὅµως, πῆγε στὸν Πατριάρχη, ἐξοµολογήθηκε καὶ διαµοίρασε τὴν περιουσία του στοὺς φτωχούς, πῆγε στὸ Ἅγιον Ὄρος, ὅπου ἐκάρη µοναχὸς στὴ Μονὴ Δοχειαρίου. Κατόπιν πῆγε στὴ Σκήτη τοῦ Τιµίου Προδρόµου τῆς Μονῆς τῶν Ἰβήρων, ὅπου ἡσύχαζε ὑποτασσόµενος σὲ κάποιον γέροντα Ἰγνάτιο. Ἀφοῦ ἀσκήθηκε ἀρκετὰ στὶς ἀρετές, ἀναχώρησε καὶ ἀπὸ ἐκεῖ ἦλθε στὰ ἐνδότερα τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ὅπου ἐγκαταστάθηκε µαζὶ µὲ ἕξι µαθητές του, καὶ διακρίθηκε σὰν δάσκαλος τῆς ἀρετῆς στὴ µοναχικὴ πολιτεία. Ἀργότερα ἀναχώρησε µὲ τοὺς µαθητές του ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ πῆγε στὸ Κάστρο Πέτρα καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὰ Μετέωρα, ὅπου δίδαξε στοὺς ἐκεῖ Μοναχούς. Ἔπειτα πῆγε στὸ Μοναστήρι τοῦ Τιµίου Προδρόµου τῆς Δεβέρκιστας, κοντὰ στὴ Ναύπακτο, ὅπου ζοῦσε µὲ προσευχὴ τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ. Ἐκεῖ λοιπόν, συκοφαντήθηκε ἀπ᾿ τοὺς Τούρκους, ὅτι ἐξεγείρει τοὺς χριστιανοὺς κατὰ τῆς ἐξουσίας. Συνελήφθη καὶ ὁδηγήθηκε µαζὶ µὲ δυὸ µαθητές του στὸν Μπέη Τρικάλων, ποὺ τὸν ἔκλεισε στὴ φυλακὴ γιὰ 40 µέρες. Ἀπὸ τὴν φυλακὴ αὐτή, ὁδηγήθηκε σιδηροδέσµιος µαζὶ µὲ τοὺς µαθητές του, Ἰάκωβο διάκονο καὶ Διονύσιο µοναχό, στὸ Διδυµότειχο τῆς Θρᾴκης, ὅπου βρισκόταν ὁ Σουλτάνος Σελήµ. Ἐκεῖ ἀφοῦ τοὺς βασάνισαν φρικτά, τοὺς ἔστειλαν στὴν Ἀδριανούπολη, ὅπου ἦλθε καὶ ὁ Σουλτάνος, ὁ ὁποῖος τοὺς πίεζε νὰ ἀλλαξοπιστήσουν. Οἱ Ἅγιοι ὅµως, µὲ µία φωνὴ ἀπάντησαν: «µὴ γένοιτο ποτὲ νὰ ἀρνηθῶµεν τὸν Κύριον ἡµῶν Ἰησοῦ Χριστόν, κἂν µύρια βάσανα µᾶς παιδεύσετε». Τότε µὲ διαταγὴ τοῦ σουλτάνου, οἱ βασανιστὲς ἔξυναν µὲ σιδερένια νύχια τὶς σάρκες τους, γρονθοκοποῦσαν τὰ σαγόνια τοῦ γέροντα Ἰακώβου καὶ ἔβγαζαν λουρίδες τὸ δέρµα του ἀπὸ τὸ στῆθος, καὶ στὶς πληγές του ἔριχναν ἁλάτι καὶ ξίδι. Τοὺς δυὸ µαθητές του, τοὺς µαστίγωσαν σκληρὰ µὲ µαστίγια ἀπὸ νεῦρα βοδιῶν. Ἐπειδὴ ὅµως καὶ οἱ τρεῖς ἦταν ἀµετακίνητοι στὴν πίστη τους, τοὺς ἀπαγχόνισαν στὶς 1-11-1520. Τὰ λείψανα τοῦ ὁσιοµάρτυρα Ἰακώβου καὶ τῶν συµµαρτύρων του, βρίσκονται στὴ Μονὴ Ἁγίας Ἀναστασίας κοντὰ στὴ Θεσσαλονίκη. Βίο καὶ Ἀκολουθία τοῦ νεοµάρτυρα αὐτοῦ, συνέγραψε ὁ ῥήτωρ Θεοφάνης ὁ Θεσσαλονικεύς, ποὺ ὑπῆρξε σύγχρονός του.
Ὁ Ὅσιος Δαβὶδ ποὺ ἀσκήτευσε στὴν Εὔβοια
Καταγόταν ἀπὸ τὸ χωριὸ Γαρδινίτζα, ποὺ βρισκόταν κοντὰ στὸ Ταλάντιο, τόπος παραθαλάσσιος ἀπέναντι ἀπὸ τὴν Εὔβοια. Ἔζησε ὅταν Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως ἦταν ὁ Ἱερεµίας, περὶ τὸ 1519. Τὸν πατέρα του ἔλεγαν Χριστόδουλο καὶ ἦταν ἱερέας, τὴν δὲ µητέρα του Θεοδώρα. Ὁ Ὅσιος Δαβὶδ εἶχε ἄλλον ἕναν ἀδελφὸ καὶ δυὸ ἀδελφές. Ἀπὸ µικρὸς ὁ Ὅσιος ἀνεδείχθη σὲ ἐξαίσια µορφὴ καὶ ἔµαθε ἄριστα τὰ ἱερὰ γράµµατα. Σὲ ἡλικία 15 ἐτῶν ὑποτάχθηκε σ᾿ ἕναν ἅγιο γέροντα, τὸν Ἀκάκιο, ποὺ τὸν ἐκπαίδευσε στὶς ἀρετὲς τῆς µοναχικῆς πολιτείας καὶ ἀπὸ τότε ὁ Ὅσιος Δαβὶδ κάνει µία φοβερή, σύµφωνα µὲ τὸν βιογράφο του, πνευµατικὴ πορεία, διδάσκοντας τὴν ἔµπρακτη ἀρετὴ καὶ κάνοντας διάφορα θαύµατα. Προεῖδε τὸν θάνατό του καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ καὶ µὲ µεγάλη ἁγιότητα τὴν 1η Νοεµβρίου. Βιογραφία του συνέγραψε ὁ µαθητής του Χριστοφόρος µοναχὸς καὶ Ἀκολουθία του ὁ ἐπίσκοπος Ταλαντίου Νεόφυτος ἀπὸ τὴν Ἀθήνα. Μονὴ τοῦ Ὅσιου Δαβὶδ ὑπάρχει στὴν Εὔβοια.

Ἡ Ἁγία Ἑλένη ἡ Παρθενοµάρτυς ἀπὸ τὴν Σινώπη
Μαρτύρησε τὸν 18ο αἰῶνα. Καταγόταν ἀπὸ τὴν ὡραία πόλη τοῦ Πόντου Σινώπη καὶ ἦταν κόρη τῆς εὐσεβοῦς οἰκογενείας Μπεκιάρη. Ἦταν 15 ἐτῶν, ὡραιότατη στὸ σῶµα, ἡ δὲ ἁγνότητά της ἔδινε ἰδιαίτερη χάρη στὸ πρόσωπό της. Διακρινόταν γιὰ τὴν ὑπακοὴ στοὺς γονεῖς της καὶ τὸν θερµὸ ἔρωτα τῆς ψυχῆς της πρὸς τὸν νυµφίο Χριστό. Μία µέρα λοιπόν, ἡ µητέρα της τὴν ἔστειλε ν᾿ ἀγοράσει νήµατα γιὰ τὸ κέντηµα ἀπὸ τὸ κατάστηµα τοῦ Κρύωνα. Στὸ δρόµο ὑπῆρχε τὸ σπίτι τοῦ Οὐκούζογλου πασᾶ, διοικητοῦ τῆς Σινώπης. Τὴν ὥρα ποὺ περνοῦσε ἡ Ἑλένη ὁ πασὰς τὴν εἶδε ἀπ᾿ τὸ παράθυρο. Ἡ ὡραιότητά της τράβηξε τὴν ἀκόλαστη ψυχή του καὶ σκέφθηκε νὰ τὴν µολύνει. Διέταξε τότε καὶ τὴν ἔφεραν µπροστά του. Ἀφοῦ ἔµαθε ποιὰ ἦταν, προσπάθησε πολλὲς φορὲς νὰ τὴν βιάσει, ἀλλὰ χωρὶς ἀποτέλεσµα. Διότι ἕνα ἀόρατο τεῖχος προστάτευε τὴν Ἑλένη, ποὺ συνεχῶς προσευχόταν. Ὁ πασὰς ἀντὶ νὰ δεῖ τὸ θαῦµα, σκλήρυνε περισσότερο ἡ ψυχή του καὶ ἐπειδὴ δὲν µποροῦσε νὰ ἱκανοποιήσει τὸν σκοπό του, τὴν βασάνισε σκληρὰ καὶ τελικὰ τὴν ἀποκεφάλισε. Τὸ ἱερό της λείψανο τὸ ἔριξαν στὴ θάλασσα, ἀλλὰ µὲ θαυµατουργικὸ τρόπο βρέθηκε ἀπὸ Ἕλληνες ναυτικούς, ποὺ τὸ µετέφεραν στὴ Σινώπη. Τὸ 1924 ἡ κάρα τῆς ἁγίας µεταφέρθηκε στὸν Ναὸ τῆς Ἁγίας Μεγαλοµάρτυρας Μαρίνης, Ἄνω Τούµπας Θεσσαλονίκης.

Σάββατο 30 Οκτωβρίου 2010

Ἁγιολόγιον - Ὀκτώβριος 31

Οἱ Ἅγιοι Στάχυς, Ἀπελλῆς, Ἀµπλίας, Οὐρβανός, Νάρκισσος καὶ Ἀριστόβουλος οἱ Ἀπόστολοι ἀπὸ τοὺς 70
Καὶ οἱ ἕξι ἀνῆκαν στοὺς ἑβδοµήκοντα Ἀποστόλους τοῦ Κυρίου, καὶ ὅλοι τους ὑπῆρξαν «Χριστοῦ εὐωδία τῷ Θεῷ ἐν τοῖς σωζοµένοις». Δηλαδὴ εὐωδιὰ Χριστοῦ, εὐχάριστη στὸ Θεό, καὶ εὐωδιὰ µεταξὺ τῶν σωζόµενων ποὺ ἄκουγαν ἀπ᾿ αὐτοὺς τὸ σωτήριο µήνυµα τοῦ Εὐαγγελίου. Ὁ Στάχυς ἔγινε πρῶτος ἐπίσκοπος Βυζαντίου, καὶ ἀφοῦ διάνυσε 16 χρόνια στὸ ἀποστολικὸ κήρυγµα, εἰρηνικὰ ἀναπαύθηκε ἐν Κυρίῳ. Ὁ Ἀπελλῆς ἔγινε ἐπίσκοπος Ἡράκλειας καὶ πολλοὺς ἔφερε στὴ χριστιανικὴ πίστη. Ὁ Ἀµπλίας ἔγινε ἐπίσκοπος Ὀδυσσουπόλεως καὶ ὁ Οὐρβανός, ἐπίσκοπος Μακεδονίας. Ἐπειδὴ καὶ οἱ δυὸ γκρέµιζαν τὰ εἴδωλα, θανατώθηκαν µαρτυρικά. Ὁ Νάρκισσος χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος Ἀθηνῶν. Ἡ ἀλήθεια, ὅµως, τοῦ Εὐαγγελίου, τὴν ὁποία δίδασκε µὲ ζῆλο, ἐξήγειρε τοὺς εἰδωλολάτρες, µὲ ἀποτέλεσµα νὰ τὸν βασανίσουν καὶ νὰ παραδώσει τὴν ψυχή του µαρτυρικά. Ὁ Ἀριστόβουλος, καὶ αὐτὸς ὑπῆρξε ἐπίσκοπος καὶ πέθανε εἰρηνικά, κηρύττοντας µέχρι τέλους τῆς ζωῆς του τὸ Χριστό. (Γιὰ τὸν Ἀριστόβουλο βλέπε σχετικῶς καὶ τὴν 15η Μαρτίου).

Ὁ Ἅγιος Ἐπίµαχος ὁ Αἰγύπτιος
Ἦταν ἐκ πόλεως Πηλουσίου τῆς Αἰγύπτου καὶ διέπρεψε µεταξὺ τῶν ἀθλητῶν τοῦ Χριστοῦ, τοὺς ὁποίους τόσο πολλοὺς καὶ λαµπροὺς µεγάλωσε ἡ Αἴγυπτος κατὰ τοὺς σκληροὺς διωγµοὺς τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Ἐπίµαχος µοίρασε τὰ ὑπάρχοντά του στοὺς φτωχοὺς καὶ κατέφυγε ἀρχικὰ στὴν ἔρηµο, ὅπου ἔκανε ἄσκηση στὴν τελειότερη πνευµατικὴ ζωή. Ἀλλ᾿ ἔπειτα, κατὰ τὴν ἔκρηξη τοῦ διωγµοῦ, ἀποφάσισε νὰ πάει στὴν Ἀλεξάνδρεια, γιὰ νὰ συµµετέχει ἀπὸ κοντὰ στὴ σκληρὴ καὶ φλογερὴ πάλη. Καὶ σὲ πρώτη φάση, ἐνίσχυε µὲ τὰ θερµὰ καὶ τολµηρὰ λόγια του τοὺς µάρτυρες, τὴν ὥρα τοῦ µαρτυρίου. Γι᾿ αὐτὸ τὸν συνέλαβαν καὶ τὸν φυλάκισαν. Κατόπιν τοῦ ἔσχισαν τὶς σάρκες µὲ σιδερένια νύχια καὶ τέλος τὸν θανάτωσαν µὲ ξίφος. Τὸ λείψανό του παρέλαβαν εὐσεβεῖς χριστιανοὶ καὶ τὸ ἔθαψαν µὲ µεγάλη εὐλάβεια.

Μνήµη ἀνωνύµου ὁµολογητοῦ
Ὁ Ἅγιος αὐτὸς ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτη (361) καὶ ἦταν γιὸς ἱερέα τῶν εἰδώλων. Στὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ τὸν ἔφερε κάποια εὐσεβὴς χριστιανὴ Διακόνισσα, ποὺ ἦταν φίλη τῆς µητέρας του. Ὁ νέος αὐτὸς στὴν ἀρχή, ὅταν τὸ ἔµαθε ὁ πατέρας του, ὑπέστη ἀπ᾿ αὐτὸν σκληρὰ βασανιστήρια. Διὰ θαύµατος ὅµως σώθηκε καὶ ὅταν πέθανε ὁ Ἰουλιανὸς ὁ Παραβάτης, κατόρθωσε νὰ φέρει στὴ Χριστιανικὴ πίστη καὶ τὸν γέροντα πατέρα του, καθὼς καὶ πολλοὺς εἰδωλολάτρες νέους. Ἀφοῦ στὴ συνέχεια ἔζησε ἀνώτερη πνευµατικὴ ζωή, ἀπεβίωσε εἰρηνικά. (Τὸ περιστατικὸ εἶναι παρµένο ἀπὸ τὴν Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία τοῦ Θεοδώρητου).

Ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος ἐπίσκοπος Μυγδονίας
Ἔγινε ἐπίσκοπος Ἀντιοχείας τῆς Μυγδονίας, ποὺ ὀνοµάζεται καὶ Νίσιβις καὶ βρίσκεται µεταξὺ τῶν ποταµῶν Τίγρη καὶ Εὐφράτη. Μετεῖχε στὴ Σύνοδο τῆς Νίκαιας καὶ µετὰ τὴν λήξη τῆς Συνόδου πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου παρέστη στὴν κηδεία τοῦ Πατριάρχη Μητροφάνη τοῦ Α´. Ὁ Ἰάκωβος ἔγραψε καὶ βιβλίο ψυχωφελέστατο, γιὰ τὸ ὁποῖο ἀναφέρει ὁ ἐπίσκοπος Θεοδώρητος.

Οἱ Ἅγιοι Στέφανος, Βαρνάβας, Τρόφιµος, Δορυµέδων, Κοσµᾶς, Δαµιανός, Σάββας, Βάσης, Ἀβράµιος «καὶ τῆς συνοδείας αὐτῶν»
Δὲν βρίσκουµε τίποτε σχετικό µε τὴ ζωὴ καὶ τὸ µαρτύριό τους.

Τὸ ἅγιο παιδί
Μαρτύρησε, ἀφοῦ τὸ θανάτωσαν σπάζοντας τὸ κεφάλι του µὲ ὀγκόλιθο.
Οἱ Ἁγίες δώδεκα κόρες
Μαρτύρησαν, ἀφοῦ τὶς κρέµασαν στὴ µέση µίας στοᾶς.

Οἱ Ἅγιοι Σέλευκος καὶ Στρατονίκη οἱ σύζυγοι
Σὲ νεαρὴ ἡλικία ἑνώθηκαν µὲ τὰ δεσµὰ τοῦ γάµου. Ἦταν γνήσιο χριστιανικὸ ζευγάρι, ποὺ µὲ τόση τελειότητα παρουσιάζει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στὴν πρὸς Ἔφεσιους Ἐπιστολήν του. Ἦταν µία ψυχὴ καὶ µία καρδιά. Ἀλλὰ ὅταν κλήθηκαν νὰ διαλέξουν µεταξὺ τῆς ζωῆς τους καὶ τῆς πίστης τους, δὲν δίστασαν οὔτε στιγµή. Γιὰ νὰ µείνουν ἑνωµένοι, ἔπρεπε νὰ δεχτοῦν τὸν θάνατο γιὰ τὸ Εὐαγγέλιο. Καὶ ἔτσι ἔπεσαν ἱερὰ σφάγια, γιὰ νὰ ἀνατείλουν περίλαµπροι τὴν ἡµέρα τῆς ἀναστάσεως.

Ὁ Ἅγιος Γορδιανός
Μαρτύρησε διὰ ξίφους. (Μᾶλλον πρόκειται γιὰ τὸν µάρτυρα Γορδιανό, ποὺ µαρτύρησε µαζὶ µὲ τὸν Ἅγιο Ἐπίµαχο, βλέπε σχετικῶς τὴν 9η Μαΐου).

Ὁ Ἅγιος Ἐπίµαχος ὁ Ῥωµαῖος
Μαρτύρησε διὰ ἀποκεφαλισµοῦ, µαζὶ µὲ τὸν πιὸ πάνω Ἅγιο Γορδιανό, ὅταν τοὺς συνέλαβε ὁ ἄρχοντας τοῦ τόπου καὶ αὐτοὶ ὁµολόγησαν µὲ θάῤῥος τὴν χριστιανική τους πίστη. (Εἶναι ἐπανάληψη µνήµης ἀπὸ τὴν 9η Μαΐου).

Οἱ Ἅγιοι Τρεῖς Μάρτυρες «οἱ ἐν Μελιτινῇ»
Μαρτύρησαν, ἀφοῦ τοὺς συνέτριψαν τὰ σκέλη.

Ὁ Ἅγιος Νικόλαος ἀπὸ τὴν Χίο ὁ Νεοµάρτυρας
Γεννήθηκε στὶς Καρυαῖς τῆς Χίου ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς χριστιανούς, τὸν Πέτρο καὶ τὴν Σταµατοῦ. Ἀνατράφηκε ὀρφανὸς χωρὶς πατέρα καὶ ἔγινε ὑπόδειγµα χρηστοῦ καὶ ἐνάρετου νέου. Σὲ ἡλικία 20 χρονῶν πῆγε στὴ Μαγνησία, ὅπου ἐργαζόταν σὰν οἰκοδόµος. Σὲ κάποια στιγµὴ ὅµως, ὁ Νικόλαος, ἄγνωστο γιὰ ποιὸ λόγο, τρελάθηκε. Οἱ Τοῦρκοι ἐκµεταλλευόµενοι τὴν κατάστασή του θέλησαν νὰ τὸν ἐξισλαµίσουν. Τελικὰ ὅµως δὲν τὰ κατάφεραν καὶ οἱ συµπατριῶτες του τὸν συνόδεψαν καὶ πάλι στὴ Χίο. Ἐκεῖ οἱ Τοῦρκοι τὸν ἕντυσαν µὲ τούρκικα ῥοῦχα καὶ τὸν ὀνόµασαν Μεχµέτ. Κάποτε τὸν συνάντησε ἕνας ἀρχιµανδρίτης, ποὺ ὀνοµαζόταν Κύριλλος καὶ πῆρε τὸ Νικόλαο στὸν ναὸ τοῦ Σωτῆρος στὸ Παλαιόκαστρο. Ἐκεῖ µὲ τὴν θεία δύναµη, ἀποκαταστάθηκε ἡ ὑγεία του καὶ ἀπὸ τότε ζοῦσε αὐστηρὴ χριστιανικὴ ζωή. Γιὰ τὴ ζωή του αὐτὴ συνελήφθη ἀπὸ τοὺς Τούρκους, φυλακίστηκε καὶ βασανίστηκε µὲ τὸν πιὸ βάρβαρο τρόπο. Ἐπειδὴ ὅµως ἐπέδειξε ἀκεραιότητα στὴν πίστη του, οἱ δήµιοί του ἔκοψαν σιγὰ-σιγὰ (δηλαδὴ περισσότερο µαρτυρικά) τὸ κεφάλι στὶς 31 Ὀκτωβρίου 1754, στὴ θέση Βουνάκι τῆς Χίου καὶ ὥρα ἕκτη. Τὸ λείψανο τοῦ ἁγίου ῥίχτηκε ἀπὸ τοὺς δήµιους στὴ θάλασσα.

Ἐγκαίνια τοῦ Πατριάρχου Εὐκτηρίων
Πρόκειταγιὰ ἐγκαίνια ναοῦ ι, κατὰ τὸν Πατµιακὸ Κώδικα.

Παρασκευή 29 Οκτωβρίου 2010

Ἁγιολόγιον - Ὀκτώβριος 30

Οἱ Ἅγιοι Ζηνόβιος καὶ Ζηνοβία τὰ ἀδέλφια
Κατάγονταν ἀπὸ τὶς Αἰγαῖς τῆς Κιλικίας καὶ ἦταν κληρονόµοι µεγάλης περιουσίας. Ὁ Ζηνόβιος εἶχε σπουδάσει ἰατρική, καὶ ὄχι µόνο πρόσφερε ἀφιλοκερδῶς τὶς ὑπηρεσίες του στοὺς πάσχοντες, ἀλλὰ ἐπιπλέον πλούσια µοίραζε ἀπὸ τὰ ἀγαθά του σ΄ αὐτούς. Μὲ τὴν συµπεριφορά του αὐτὴ στήριζε τοὺς χριστιανούς, καὶ πολλοὺς εἰδωλολάτρες ἔφερε στὴ χριστιανικὴ πίστη. Ὅταν πληροφορήθηκε αὐτὸ ὁ ἔπαρχος Λυσίας, ἔδωσε διαταγὴ καὶ τὸν συνέλαβαν. Ὁ Ζηνόβιος µὲ παῤῥησία ὁµολόγησε ὅτι πράγµατι εἶναι χριστιανός, καὶ ὅ,τι κάνει, τὸ κάνει γιὰ τὴν σωτηρία ψυχῶν καὶ τὴν δόξα τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ. Ὁ Λυσίας µὲ αὐστηρότητα τοῦ εἶπε ὅτι ἂν δὲ σταµατήσει αὐτὸ ποὺ κάνει καὶ δὲν ἀρνηθεῖ τὸ Χριστό, θὰ µαρτυρήσει φρικτά. Ὁ Ζηνόβιος ἀπάντησε ὅτι τὰ µαρτύρια µποροῦν νὰ βλάψουν τὸ σῶµα του, ἀλλὰ τὴν ψυχή του ποτέ. Διότι λέει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ: «Καὶ τὶς ὁ κακώσων ὑµᾶς, ἐὰν τοῦ ἀγαθοῦ µιµητοὶ γένησθε;». Ποιός, δηλαδή, θὰ µπορέσει νὰ σᾶς κάνει κακὸ καὶ νὰ σᾶς ἐπιφέρει πραγµατικὴ βλάβη, ἂν γίνετε µιµητὲς καὶ ἀκόλουθοι τοῦ ἀγαθοῦ; Ὁ Λυσίας ἀµέσως διέταξε καὶ τὸν βασάνισαν. Τότε παρενέβη ἡ ἀδελφή του Ζηνοβία καὶ ἤλεγξε τὸ Λυσία, ὅτι αὐτὸ ποὺ κάνει εἶναι ἄνανδρο. Ἀλλὰ ὁ ἔπαρχος συνέλαβε καὶ αὐτή, καὶ τελικὰ ἀποκεφάλισε καὶ τοὺς δυό. (Κάτ, ἄλλη ἐκδοχὴ ὁ Ζηνόβιος µαρτύρησε ἐπὶ Διοκλητιανοῦ. Γεννήθηκε ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς τὸν Ζηνόδοτο καὶ τὴν Θέκλα, καὶ πώς, ὅταν µεγάλωσε ἔγινε ἐπίσκοπος Αἰγῶν, ἐπιτελῶντας πολλὰ θαύµατα).

Ὁ Ἅγιος Μαρκιανός Ἱεροµάρτυρας ἐπίσκοπος Συρακουσῶν
Βαπτίστηκε καὶ χειροτονήθηκε ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο Πέτρο καὶ στάλθηκε ἐπίσκοπος στὶς Συρακοῦσες τῆς Σικελίας. Ἐκεῖ κατέπληξε µὲ τὰ θαύµατά του διὰ τῆς προσευχῆς καὶ κατάφερε νὰ ἐκχριστιανίσει τοὺς περισσότερους κατοίκους τῆς περιοχῆς αὐτῆς. Ὁπότε οἱ Ἰουδαῖοι, κινούµενοι ἀπὸ φθόνο, τὸν θανάτωσαν µὲ βίαιο θάνατο καὶ ἔτσι ὁ ἅγιος Μαρκιανὸς πῆρε τὸ ἀµάραντο στεφάνι τοῦ µαρτυρίου.

Οἱ Ἅγιοι Κοϊντάς, Μήτρας, Νεµεσίων, Πτολεµαῖος, Θεόφιλος, Ἰγένης, Ἰσίδωρος, Κλαύδιος, Ἐπίµαχος, Εὐτρόπιος, Ζήνων, Ἤρων, Ἀµµών, Ἀτήρ, Βήσας, Διόσκουρος, Ἀλέξανδρος, Κρονίων, Ἰουλιανός, Μακάριος καὶ ἄλλοι 13 Μάρτυρες
Μαρτύρησαν στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Δεκίου τὸ 250, στὴν Ἀλεξάνδρεια. Οἱ δυὸ πρῶτοι θανατώθηκαν, µετὰ ἀπὸ σκληρὰ βασανιστήρια, ἀφοῦ ἔχυσαν ἐπάνω τους βρασµένη ἀσβέστη. Οἱ δὲ ἑπόµενοι δυό, ἀφοῦ καὶ αὐτοὶ βασανίστηκαν ἀπάνθρωπα, στὸ τέλος τοὺς ἀποκεφάλισαν. Ἀπὸ τοὺς ἄλλους 13 µάρτυρες, ἄλλους ἔκαψαν ζωντανοὺς καὶ ἄλλους ἀποκεφάλισαν.

Ἡ Ἁγία Εὐτροπία
Ἦταν ἀπὸ τὴν Ἀλεξάνδρεια τῆς Αἰγύπτου καὶ µάταια ὁ ἔπαρχος Ἀπελλιανὸς προσπαθοῦσε νὰ διεγείρει τὴν ψυχὴ τῆς Εὐτροπίας στὶς ὁρµὲς τῆς ζωῆς, τῶν ἀνέσεων, τῶν τέρψεων καὶ τῶν ἡδονῶν, ποὺ ὑποσχόταν σ΄ αὐτήν, ἂν ἤθελε ν΄ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό. Τέρψη, ἡδονὴ καὶ ἄνεση γιὰ µένα εἶναι, ἔλεγε ἡ Εὔτροπια, τὸ νὰ ζῶ κατὰ τὰ χριστιανικὰ παραγγέλµατα. Ἐµᾶς ἑλκύουν ἡ ἐγκράτεια, ἡ λιτότητα, οἱ κακοπάθειες καὶ οἱ θλίψεις γιὰ τοὺς ἄλλους, ἡ δὲ µεγαλύτερη τῶν ἡδονῶν εἶναι ὁ θάνατος γιὰ τὸ Χριστό. Καὶ αὐτὸ τὸ ἀπέδειξε ἡ µάρτυς καὶ µὲ ἔργα. Οὔτε φυλακή, οὔτε σιδερένια νύχια καὶ ἀναµµένες λαµπάδες πτόησαν ἢ πίκραναν τὴν ψυχή της. Τὰ λόγια της ἐξακολουθοῦσαν θαῤῥαλέα καὶ ἡρωικά, τὸ δὲ κεφάλι της βάφηκε µὲ τὸ αἷµα της. Καὶ τὸ κεφάλι ἐκεῖνο, ποὺ µὲ τέτοιο τρόπο ἔπεσε, ἦταν τὸ τιµιότερο ἀπὸ κάθε ἄλλο κεφάλι στολισµένο µὲ διαµάντια καὶ στέµµατα βασιλικά.

Οἱ Ἅγιοι Κλεόπας ὁ Ἀπόστολος καὶ Ἰωσὴφ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
Ὁ Κλεόπας ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς 70 µαθητὲς τοῦ Κυρίου. Γι΄ αὐτὸν βλέπε στὸ κατὰ Λουκᾶν Εὐαγγέλιον ΚΔ΄ 19-27. Ὁ Κλεόπας, ἔλαβε καὶ αὐτὸς κατὰ τὴν ἡµέρα τῆς Πεντηκοστῆς τὰ χαρίσµατα τοῦ Ἁγίου Πνεύµατος καὶ πέρασε τὴ ζωή του κοπιάζοντας γιὰ τὸ Εὐαγγέλιο. Ὁ δὲ Ἰωσὴφ ἔζησε τὸν 13ο αἰῶνα. Ἔγινε Ἱεροµόναχος µετὰ τὸν θάνατο τῆς συζύγου του καὶ διαδέχτηκε στὸν Πατριαρχικὸ θρόνο τῆς Κωνσταντινουπόλεως τὸν Γερµανὸ Γ΄ τὸ 1268. Τὸ 1275 ὑπέβαλε τὴν παραίτησή του,
διότι ὁ βασιλιὰς Μιχαήλ, εἶχε ὑπογράψει χωρὶς τὴν θέληση κλήρου καὶ λαοῦ, στὴ Λυὼν τῆς Γαλλίας, τὴν ἕνωση τῆς Ἀνατολικῆς καὶ τῆς παπικῆς Ἐκκλησίας. Στὶς 31 Ὀκτωβρίου 1282 ἐπανῆλθε στὸν θρόνο καὶ ἔκανε πολλὲς καὶ κοπιαστικὲς περιοδεῖες γιὰ νὰ ἀποκαταστήσει τὴν Ὀρθόδοξη ἐκκλησιαστικὴ τάξη. Ὅµως, τὸν Μάρτιο τοῦ 1283, ἐξουθενωµένος ἀπὸ τοὺς κόπους, παρέδωσε τὸ πνεῦµα του στὸ Θεό.

Οἱ Ἅγιοι Ἀστέριος, Κλαύδιος, Νέων καὶ Νεονίλλη τὰ ἀδέλφια
Αὐτοὶ ἦταν ἐκ τῆς πόλεως τῶν Λαράνδων, τὸ γένος Ἴσαυροι καὶ ἀδέλφια κατὰ σάρκα, στὰ χρόνια τοῦ Διοκλητιανοῦ καὶ Λυσίου ἡγεµόνος τῆς Κιλικίας. Ὅταν πέθανε ὁ πατέρας τους, ἔπεσαν στὰ νύχια τῆς κακιᾶς µητριᾶς τους, ποὺ ἤθελε νὰ ἁρπάξει τὴν περιουσία ποὺ τοὺς ἄφησε ὁ πατέρας τους. Τὰ τέσσερα ἀδέλφια δὲν ἐπέτρεψαν στὴ µητριά τους νὰ οἰκειοποιηθεῖ τὴν περιουσία τους, ἀντίθετα ὅµως, µὲ κάθε προθυµία βοηθοῦσαν µὲ τὰ χρήµατα αὐτὰ τοὺς φτωχούς. Τότε ἡ µέγαιρα µητριά, γιὰ νὰ ἐκδικηθεῖ τὰ τέσσερα ἀδέλφια, τὰ κατάγγειλε στὸν ἡγεµόνα τῆς Κιλικίας Λυσία, ὅτι ἦταν χριστιανοί. Ἀµέσως συνελήφθησαν καὶ βασανίστηκαν σκληρά. Ἀλλὰ τὸ φρόνηµά τους δὲν ἄλλαξε. Τότε ἀποκεφαλίστηκαν καὶ οἱ τέσσερις, τὰ δὲ σώµατά τους ῥίχτηκαν στὰ φαράγγια γιὰ νὰ τὰ φάνε τὰ ὄρνεα. Ἀλλ΄ ἡ ψυχή τους πέταξε ἔνδοξη µπροστὰ στὸν θρόνο τοῦ Θεοῦ, περιµένοντας τὴ µεγάλη ἡµέρα τῆς µισθαποδοσίας.

Οἱ Ἅγιοι Τέρτιος, Μᾶρκος, Ἰοῦστος (ἢ Ἰησοῦς) καὶ Ἀρτεµᾶς οἱ Ἀπόστολοι ἀπὸ τοὺς 70
Ὁ Τέρτιος ἔγινε δεύτερος ἐπίσκοπος Ἰκονίου µετὰ τὸν Σωσίπατρο. Ἔγραψε δὲ καὶ τὴν πρὸς Ῥωµαίους Ἐπιστολὴ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, καθὼς ὁ ἴδιος µαρτυρεῖ (Ρωµ. ιστ΄ 22).Ὁ Μᾶρκος, ἀνεψιὸς τοῦ Βαρνάβα, ἔγινε ἐπίσκοπος Ἀπολλωνιάδας καὶ µὲ τὸ Εὐαγγελικό του κήρυγµα ἐξολόθρευσε τὸ σέβας τῶν εἰδώλων. (Κολασ. δ΄ 10).Ὁ Ἰοῦστος ἔγινε ἐπίσκοπος Ἐλευθερουπόλεως καὶ µὲ τὰ λόγια του καὶ τὰ θαύµατά του εἵλκυσε στὴν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου τοὺς ἐκεῖ ἀπίστους.
Καὶ ὁ Ἀρτεµᾶς ἔγινε ἐπίσκοπος στὰ Λύστρα, καὶ σὰν δόκιµος ὑπηρέτης τοῦ Χριστοῦ διέλυσε στὸν τόπο αὐτὸν τὴν πλάνη τῶν δαιµόνων.
Οἱ Ἅγιοι Ἐννέα Μάρτυρες
Μαρτύρησαν διὰ πυρός. (Ἴσως εἶναι οἱ ἴδιοι µ΄ αὐτοὺς τῆς 12ης Μαρτίου).

Ὁ Ἅγιος Μανουήλ
Μαρτύρησε διὰ ξίφους. (Ἴσως εἶναι ὁ ἴδιος µ΄ αὐτὸν τῆς 26ης Μαρτίου).

Ὁ Ἅγιος Δοµέτιος
Μαρτύρησε διὰ ξίφους.

Ὁ Ἅγιος Δήµιος
Αὐτὸς ἦταν δήµιος στὸ ἐπάγγελµα καὶ γνώρισε τὸ θέληµα θεοῦ. Κατόπιν τὸν ἔριξαν σὲ µία φρικτὴ φυλακή, ὅπου µαρτυρικὰ παρέδωσε τὸ πνεῦµα του στὸ Θεό. (Ἡ µνήµη του περιττῶς ἐπαναλαµβάνεται ἀπὸ ὁρισµένους Συναξαριστὲς καὶ τὴν 25η Μαρτίου).

Πέμπτη 28 Οκτωβρίου 2010

Ἁγιολόγιον - Ὀκτώβριος 29

Ἡ Ἁγία Ἀναστασία ἡ Ῥωµαία, ἡ Ὁσιοµάρτυς
Ἡ Ὁσία Ἀναστασία ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ Διοκλητιανοῦ καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν Ῥώµη. Ὅταν πέθαναν οἱ πλούσιοι γονεῖς της, διαµοίρασε τὴν περιουσία ποὺ κληρονόµησε στοὺς φτωχοὺς καὶ ἀποσύρθηκε σὲ µοναστήρι. Ὅταν τὴν συνέλαβε ὁ ἡγεµόνας Πρόβος, ὑπενθύµισε στὴν Ἀναστασία τὴν ἀνθηρὴ νεότητά της, γιὰ τὴν ὁποία θὰ ἔπρεπε νὰ ἀρνηθεῖ τὸ Χριστό. Τότε, δυναµικὴ ὑπῆρξε ἡ ἀπάντηση τῆς Ἀναστασίας: «Ἐγὼ, εἶπε, µία ὡραιότητα καὶ νεότητα γνωρίζω, ἐκείνη ποὺ δίνει ὁ Χριστὸς στὶς πιστὲς καὶ γενναῖες ψυχές, ποὺ προτιµοῦν γι᾿ Αὐτὸν τὸ θάνατο ἀντὶ ἄλλων ἐγκόσµιων ἀγαθῶν, ὅταν αὐτὰ προτείνονται γιὰ τὴν προδοσία τοῦ Θεοῦ τους. Πλούτη εἶχα ἄφθονα. Δὲν τὰ θέλησα. Ἀλλὰ τὸ Χριστό µου τὸν θέλω καὶ ἀπ᾿ Αὐτὸν καµία δύναµη δὲ θὰ µπορέσει νὰ µὲ χωρίσει. Ἂν ἀµφιβάλλεις, δοκίµασε». Ἐξαγριωµένος ἀπὸ τὴν ἀπάντηση ὁ Πρόβος, τὴν µαστίγωσε στὸ πρόσωπο καὶ τὴν ἅπλωσε σὲ ἀναµµένα κάρβουνα. Ἔπειτα, τὴν κρέµασε καὶ τῆς ἔσχισε τὸ σῶµα. Μετὰ ἔκοψε τοὺς µαστούς της, ξερίζωσε τὰ νύχια της καὶ τελικὰ τὴν ἀποκεφάλισε. Ἔτσι, ἡ Ἀναστασία πῆρε τὸν ἁµαράντινο στέφανο τοῦ µαρτυρίου.

Ὁ Ὅσιος Ἀβράµιος καὶ Μαρία ἡ ἀνεψιά του
Ἄριστεύς τῆς ἐγκράτειας καὶ τῶν πνευµατικῶν ἀσκήσεων, ὁ Ὅσιος Ἀβράµιος ἄφησε τὴν µεγάλη περιουσία ποὺ κληρονόµησε στοὺς φτωχοὺς καὶ ἀφοσιώθηκε ὁλοκληρωτικὰ στὴ διακονία τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ πλησίον. Ζοῦσε σὲ ἐρηµικὸ τόπο, ὅπου προσευχόταν καὶ µελετοῦσε τὰ ἱερὰ γράµµατα. Ἀπὸ κεῖ πήγαινε σὲ διάφορες πόλεις, γιὰ νὰ κηρύξει τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ διακονήσει τὴν βασιλεία τῆς ἀλήθειας καὶ τῆς εἰρήνης τοῦ Εὐαγγελίου. Ἡ πίστη, ἡ ἀγάπη καὶ ἡ ὑποµονή του κατόρθωσαν πολλὲς φορὲς νὰ καταπραΰνουν βάρβαρες καρδιὲς καὶ νὰ ἑλκύσουν στὸ σταυρὸ ψυχὲς ὑπερβολικὰ ἐξαγριωµένες. Πάνω ἀπὸ 70 ἐτῶν ὁ Ἀβράµιος, διατηροῦσε ὅλη τὴν ζωντάνια τῆς ἱεραποστολικῆς δράσης του. Προστατευόµενος µάλιστα καὶ ἀπὸ τὴν ἡλικία του, µπόρεσε νὰ ἀφοσιωθεῖ στὴ σωτηρία ἁµαρτωλῶν γυναικῶν. Κάποτε εὐτύχησε νὰ ἀνασύρει ἀπὸ τὸ βόρβορο τῆς ἁµαρτίας καὶ τὴν κόρη τοῦ ἀδελφοῦ του, τὴν Μαρία. Τὴν εἶδε σὲ κάποιο πανδοχεῖο, χωρὶς νὰ τὴν γνωρίζει, φορτωµένη µὲ κοσµήµατα καὶ συντροφιὰ µὲ ἀκόλαστους νέους. Ἡ παραστρατηµένη ὅµως νεαρή, δὲν εἶχε ἀποβάλει ἐντελῶς τὶς εὐσεβεῖς ἀναµνήσεις της. Τὴν ἑποµένη, πῆγε στὸ γέροντα ἀσκητὴ καὶ ζήτησε τὴν εὐλογία του. Ἐκεῖνος τῆς ἀπάντησε ὅτι δὲν ὠφελεῖ σὲ τίποτα ἡ εὐλογία τῶν ἀνθρώπων, ὅταν ὁ Θεὸς εἶναι ἀναγκασµένος νὰ µὴ παρέχει τὴν δική Του. Τὰ λόγια αὐτὰ συντάραξαν τὴν Μαρία, µετανόησε, ἐξοµολογήθηκε καὶ ἀπὸ τότε ἔζησε ζωὴ ἅγια. Ὁ δὲ Ἀβράµιος πέθανε ὑπέργηρος, ὑπηρετῶντας πιστὰ µέχρι τέλους τὸ Θεό.

Οἱ Ἅγιοι Κύριλλος, Μίνης καὶ Μιναῖος
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους. (Ἡ µνήµη τῶν Ἁγίων Μίνη καὶ Μιναίου, ἐπαναλαµβάνεται καὶ τὴν 1η Αὐγούστου).

Ὁ Ἅγιος Σάββας ὁ στρατηλάτης
Μαρτύρησε, ἀφοῦ τὸν θανάτωσαν τρυπῶντας του τὰ πλευρὰ µὲ λόγχη.

Ἡ Ὁσία Ἄννα
Γεννήθηκε στὸ Βυζάντιο ἀπὸ εὐσεβεῖς γονεῖς καὶ ὁ πατέρας της, Ἰωάννης ὀνοµαζόµενος, ἦταν Διάκονος στὸν Ναὸ τῆς Θεοτόκου στὶς Βλαχέρνες. Νωρὶς ἔµεινε ὀρφανὴ ἀπὸ γονεῖς καὶ ἡ γιαγιά της τὴν πάντρεψε µὲ κάποιο εὐσεβῆ Διάκονο, µὲ τὸν ὁποῖο ἀπόκτησε δυὸ παιδιά. Ἀλλ᾿ ἀργότερα, ὁ ἄντρας της καὶ τὰ δυό της παιδιὰ πέθαναν καὶ ἔτσι ἡ Ἄννα διαµοίρασε τὰ ὑπάρχοντά της καὶ ἀποσύρθηκε σὲ µοναστήρι. Κατόπιν ὅµως, ὁ εἰκονοµάχος Λέων ὁ Ἴσαυρος, διέλυσε τὴν Μονὴ στὴν ὁποία ἀνῆκε ἡ Ἄννα. Στὴν ἀνάγκη αὐτή, ἡ Ὁσία φόρεσε ῥοῦχα ἀνδρικὰ καὶ µπῆκε σὲ ἀνδρικὸ µοναστήρι µὲ τὸ ψευδώνυµο Εὐφηµιανός. Ἐκεῖ ἔζησε µὲ µεγάλη προσοχὴ καὶ ἀκρίβεια, καὶ µετὰ τὸν θάνατο τοῦ Λέοντα τοῦ Ἰσαύρου, φόρεσε πάλι γυναικεῖα ῥοῦχα καὶ ἔµεινε σὰν µοναχὴ στὸ Βυζάντιο. Ἐκεῖ ἐπιδόθηκε στὴ διακονία τῶν φτωχῶν καὶ τῶν ἀσθενῶν. Μὲ τέτοια δὲ θεοφιλῆ ἐργασία παρέδωσε τὸ πνεῦµα της στὸν Κύριο.

Ἡ Ἁγία Μελιτινή
Ἀφοῦ βασανίστηκε µὲ τὸν πιὸ φρικτὸ τρόπο, ἐπειδὴ δὲν θυσίαζε στὰ εἴδωλα καὶ ὁµολογοῦσε τὸν Χριστό, τελικὰ µετὰ ἀπὸ πολλὰ χτυπήµατα µὲ ξίφος, παρέδωσε τὴν ψυχή της στὸ Θεό.

Ἡ Ἁγία Βάσσα
Καὶ αὐτῆς ἡ µνήµη ἀναφέρεται στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Sirmond (Delehaye σελ. 176, 2) ὡς ἑξῆς: «Τῇ αὐτῇ ἡµέρᾳ µνήµη τῶν ἁγίων ἀποστόλων καὶ µαρτύρων Πέτρου, Παύλου, Ἰωάννου τοῦ Προδρόµου καὶ Βαπτιστοῦ, Στεφάνου τοῦ πρωτοµάρτυρος, Βαρνάβα τοῦ ἀποστόλου, Ἰωσὴφ τοῦ Πατριάρχου, καὶ Κλεώπα, Τροφίµου, Δορυµέδοντος, Κοσµᾶ, Δαµιανοῦ, Βάσσης καὶ τῆς συνοδείας αὐτῶν. Τελεῖται δὲ ἡ αὐτῶν σύναξις ἐν τῷ σεπτῷ ἀποστολείῳ τοῦ ἁγίου καὶ πανευφήµου ἀποστόλου Παύλου ἐν τῷ Ὀρφανοτροφείῳ ἅµα δὲ καὶ τὰ ἐγκαίνια τοῦ αὐτοῦ ναοῦ». (Καὶ Sinaxaria Selecta σελ. 172, 43).

Ὁ Ἅγιος Διοµήδης
Τὴ µνήµη του συναντᾶµε στὸν Παρισινὸ Κώδικα 1589 φ. 91α ὡς ἑξῆς: «Τῇ αὑτῇ ἡµέρᾳ µνήµη τοῦ Ἁγίου Διοµήδους, µαθητοῦ τοῦ ἐν ἁγίοις πατρὸς ἡµῶν Τριφυλλίου ἐπισκόπου Λευκωσίας». Ἄλλο βιογραφικό του στοιχεῖο δὲν ὑπάρχει.

Κατάθεσις Τιµίας Κεφαλῆς τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου Προδρόµου
Τὴ µνήµη αὐτοῦ τοῦ γεγονότος, συναντᾶµε µόνο στὸ Λαυρωτιακὸ Κώδικα Δ´ 14 φ. 15, ὅπου ὑπάρχει καὶ εἰδικὸς Κανόνας γιὰ τὴν γιορτὴ αὐτὴ ἀπὸ ἄγνωστο ποιητή, ποὺ µεταξὺ ἄλλων λέει: «Κάρα τὴν σὴ ῥέοντος πλούτου φανότερον πιστῶς ἐναγλαΐζεται τοῦδε τοῦ ἄστεως ἡ σεπτὴ ἐκκλησία τεῖχος κεκτηµένη. Πρόδροµε κῆρυξ Χριστοῦ».

Ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος Ἱεροµάρτυρας «ἐκ Σπάρτης Ἀτταλίας»
Σύµφωνα µὲ τὸ Νέο Μαρτυρολόγιο, ὁ µάρτυρας αὐτὸς µαρτύρησε στὰ Μουδανιὰ στὶς 29 Ὀκτωβρίου 1653. Κανόνα τοῦ Ἁγίου συνέγραψε ὁ Μελέτιος Συρίγου. Ὁ Otto Meinardus ἀναφέρει σὰν ἡµέρα µνήµης τοῦ νεοµάρτυρα τὴν 7η Ἰανουαρίου καὶ συγχέει τὰ περιστατικὰ τοῦ βίου του µὲ αὐτὰ τοῦ Ἀθανασίου ἐξ Ἀτταλίας, ποὺ µαρτύρησε τὸ 1700.

Ὁ Ἅγιος Τιµόθεος ὁ Ἐσφιγµενίτης, ὁ νέος Ὁσιοµάρτυρας
Πατρίδα του τὸ χωριὸ Παράορα τῆς ἐπαρχίας Κεσσάνης τῆς Θρᾴκης, καὶ κατὰ κόσµον ὀνοµαζόταν Τριαντάφυλλος. Παντρεύτηκε καὶ ἀπόκτησε δυὸ θυγατέρες. Ὕστερα ὅµως ἀπὸ µία περιπέτεια µὲ τὴν σύζυγό του, ἀποχαιρέτησε τὰ παιδιά του καὶ τοὺς συγγενεῖς του καὶ ἀποχώρησε στὴν Αἶνο. Ἐκεῖ ἀποκατέστησε τὴν γυναῖκα του σ᾿ ἕνα γυναικεῖο µοναστήρι καὶ αὐτὸς ἀναχώρησε στὸ Ἅγιον Ὄρος, στὴ Μεγίστη Λαύρα. Ἐκεῖ ἔγινε µοναχὸς µὲ τὸ ὄνοµα Τιµόθεος καὶ ἔµεινε ἕξι χρόνια ἀσκούµενος στὶς ἀρετές, ὑπακοή, πραότητα, ταπείνωση, προσευχὴ καὶ νηστεία. Κατόπιν πῆγε στὸ κοινόβιο τοῦ Ἐσφιγµένου, ὅπου ἔγινε µεγαλόσχηµος καὶ προπαρασκευάστηκε γιὰ τὸ µαρτύριο. Τελικά, ἀφοῦ πῆρε τὴν εὐχὴ τοῦ ἡγούµενου του Εὐθυµίου, ἀναχώρησε ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ ἔφτασε στὴν Κεσσάνη. Ἐκεῖ, µαζὶ µὲ τὸν συνοδό του ἱεροµόναχο Εὐθύµιο, προσπαθοῦσαν νὰ ἐπαναφέρουν στὴ σωστὴ πίστη ἀρνησίχριστους. Τοὺς πρόδωσαν ὅµως καὶ ἀφοῦ τοὺς συνέλαβαν τοὺς µετέφεραν στὶς φυλακὲς τῆς Ἀδριανουπόλεως. Ἐκεῖ βασανίστηκαν µὲ τὸν πιὸ βάρβαρο τρόπο. Ἀλλ᾿ ἐπειδὴ οἱ Ὅσιοι ἔµεναν σταθεροὶ στὴν πίστη τους, τοὺς µὲν Εὐθύµιο καὶ κάποιον ἄλλο µοναχὸ Βαρνάβα τοὺς ἐλευθέρωσαν καὶ τοὺς ἀπέλασαν, τὸν δὲ Τιµόθεο ἀποκεφάλισαν στὶς 29 Ὀκτωβρίου 1820. Μέρος τῶν αἱµατωµένων ἐνδυµάτων του βρίσκεται στὴ Μονὴ Ἐσφιγµένου. (Ὁρισµένοι Συναξαριστές, µαζὶ µ᾿ αὐτοὺς τοὺς Ἁγίους, ἀναφέρουν καὶ κάποιον Ἱερέα Νικόλαο).

Τετάρτη 27 Οκτωβρίου 2010

Ἁγιολόγιον - Ὀκτώβριος 28

Ἡ Ἁγία Σκέπη καὶ Ἐπέτειος τοῦ «ΟΧΙ» (ἐθνικὴ γιορτή)
Τῇ αὐτῇ ἡµέρᾳ τὴν ἀνάµνησιν ποιούµεθα τῆς Ἁγίας Σκέπης τῆς Ὑπεραγίας Δεσποίνης ἡµῶν Θεοτόκου καὶ Ἀειπαρθένου Μαρίας ἤτοι τοῦ ἱεροῦ αὐτῆς Μαφορίου, τοῦ ἐν τῷ σορῷ τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ τῶν Βλαχερνῶν, ὅτε ὁ Ὅσιος Ἀνδρέας ὁ διὰ Χριστὸν σαλὸς κατεῖδεν ἐφηπλωµένην αὐτὴν ἄνωθεν καὶ πάντας τοὺς εὐσεβεῖς περισκέπουσαν». (Ἡ γιορτὴ αὐτὴ ἔχει µετατεθεῖ τὴν 28η Ὀκτωβρίου, ὅπου ἡ Ἑλλάδα γιορτάζει τὸ µεγάλο γεγονὸς τῆς διασώσεως καὶ ἀπελευθερώσεώς της ἀπὸ τὸν Ἰταλογερµανικὸ ζυγό).

Οἱ Ἅγιοι Τερέντιος καὶ Νεονίλλη οἱ σύζυγοι καὶ τὰ παιδιά τους Σάρβηλος, Νίτας, Ἰέραξ, Θεόδουλος, Φώτιος, Βήλη καὶ Εὐνίκη
Ἦταν µία πραγµατικὴ «κατ΄ οἶκον ἐκκλησία». Οἰκογένεια ἀληθινὰ χριστιανική, µὲ µία ψυχή, µὲ µία καρδιὰ καὶ τὸ ἴδιο φρόνηµα. Ὅταν ἄρχισε ὁ διωγµὸς κατὰ τῶν χριστιανῶν, εἰδοποίησαν τοὺς δυὸ συζύγους ὅτι κινδυνεύουν νὰ συλληφθοῦν. Τότε ὁ Τερέντιος καὶ ἡ Νεονίλλη ἀναρρωτήθηκαν ἄν θὰ φύγουν µακριά, προκειµένου νὰ προστατέψουν τὰ παιδιά τους, ἢ θὰ µείνουν καὶ νὰ περιµένουν µὲ γενναιότητα ὁποιοδήποτε µαρτύριο. Οἱ πέντε γιοὶ καὶ οἱ δυὸ θυγατέρες τους ἔδωσαν ἀποφασιστικὴ ἀπάντηση. Γιατί νὰ φύγουν; ὁ διωγµὸς εἶχε ἐξαπλωθεῖ παντοῦ. Ἔπειτα, ἡ ἀναχώρησή τους θὰ ἐνέσπειρε τὸν πανικὸ στοὺς ἐκεῖ χριστιανούς. Καὶ τὸ σπουδαιότερο, ἡ Ἐκκλησία δὲν ἐνισχύεται ἀπὸ φυγάδες, ἀλλὰ ἀπὸ µάρτυρες καὶ ἀθλητές. Ἔτσι, ὅλη ἡ οἰκογένεια ἀποφάσισε νὰ µείνει σταθερὴ στὴν ἀπόφασή της. Καὶ ὅλοι µαζί, ἀφοῦ ὁµολόγησαν τὸ Χριστό, πέθαναν µὲ ἀποκεφαλισµό.

Ὁ Ὅσιος Στέφανος ὁ Σαββαΐτης
Λόγιος µοναχὸς ὁ Ὅσιος Στέφανος στὴ Λαύρα τοῦ ἁγίου Σάββα, ἔζησε τὸν 8ο αἰῶνα µ. Χ. Ἡ ἀσκητική του ζωὴ συνοδευόταν ἀπὸ µεγάλη ἀγάπη στὴ µελέτη καὶ ἀπὸ τὴν ἀξιόλογη ἐπιδεξιότητα τῆς ἱερῆς ποίησης. Ἀγαποῦσε τοὺς ἀγῶνες γιὰ τὴν ὀρθόδοξη ἀλήθεια, καὶ πρόθυµα µετεῖχε στὸν πόλεµο κατὰ τῶν αἱρέσεων. Συχνὰ ἀπέφευγε κάθε λογῆς ἀνθρώπινη ἐπικοινωνία καὶ ζοῦσε ἐντελῶς µόνος σὲ διάφορα ἐρηµικὰ µέρη. Ἐκεῖ ἀγαποῦσε νὰ παρατηρεῖ τὴν φύση καὶ νὰ µεταρσιώνεται µὲ τὴν προσευχή. Ἐπίσης χάιδευε τὰ ἐλάφια, ποὺ τὸν πλησίαζαν συναισθανόµενα καὶ αὐτὰ τὴν ἀγαθότητα καὶ τὴν παιδικὴ ἀφέλεια τῆς ψυχῆς του. Τέλος, ὁ ἐρηµοπολίτης Στέφανος ὁ Σαββαΐτης βάσταξε καὶ τὰ βάρη τοῦ ἐπισκόπου, µετὰ ἀπὸ ἐπίµονες παρακλήσεις. Πέθανε διδάσκοντας καὶ οἰκοδοµῶντας τὸ λαὸ µὲ τὸ χρηστό, ἄµεµπτο καὶ φιλάνθρωπο παράδειγµά του.

Οἱ Ἅγιοι Ἀρτεµίδωρος καὶ Βασίλειος
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους. (Οἱ ἴδιοι της 26ης Ὀκτωβρίου).

Οἱ Ἅγιοι Τερέντιος, Ἀφρικανός, Μάξιµος, Ποµπήιος, Φωκᾶς καὶ ἄλλοι 36 Ἀφρικανοὶ Μάρτυρες
Μαρτύρησαν τὸν 3ο αἰῶνα µ.Χ. ἐπὶ αὐτοκράτορος Δεκίου. Συνελήφθησαν καὶ ὑπέστησαν σειρὰ βασανιστηρίων, χωρὶς νὰ ἀνακαλέσουν τὴν ὁµολογία τῆς χριστιανικῆς τους πίστης. Τότε ἔσχισαν τὶς σάρκες τους µὲ πυρωµένα σιδερένια νύχια καὶ στὸ τέλος τοὺς ἀποκεφάλισαν.

Οἱ Ὅσιοι Φιρµιλιανός Ἀρχιεπίσκοπος Καισαρείας καὶ Μελχίων Πρεσβύτερος Ἀντιοχείας
Καὶ οἱ δυὸ ἀγωνίστηκαν κατὰ τῶν αἱρετικῶν. Τὸν Φιρµιλιανὸ ἀναφέρει µὲ στοργὴ ὁ Μέγας Βασίλειος. Σὲ Σύνοδο, ποὺ ὁ Ἀρχιεπίσκοπος αὐτὸς συγκάλεσε στὸ Ἰκόνιο, ἀποφασίστηκε νὰ βαπτίζονται οἱ αἱρετικοί, ποὺ ἤθελαν νὰ προσέλθουν στὴν ἀληθινὴ Ἐκκλησία.

Ἡ Ἁγία Φεβρωνία
Αὐτὴ ἦταν θυγατέρα τοῦ βασιλιᾶ τοῦ Βυζαντίου Ἡρακλείου (610-641). Ἀφοῦ ἔζησε µὲ πνεῦµα Θεοῦ, ἀπεβίωσε εἰρηνικά.

Ὁ Ἅγιος Κυριακὸς ὁ Ἱεροµάρτυρας
Ὁ Ἅγιος αὐτὸς ἀφοῦ φανέρωσε τὸν Τίµιο Σταυρὸ στὴν Ἁγία Ἑλένη, κατόπιν ἀναδείχτηκε ἐπίσκοπος Ἱεροσολύµων. Ὅταν τὸ 361 ὁ Ἰουλιανὸς ὁ Παραβάτης ἐκστράτευσε κατὰ τῶν Περσῶν καὶ πέρασε ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλήµ, ἔµαθε γιὰ τὸν Κυριακὸ καὶ ἀφοῦ τὸν κράτησε τὸν ἀνάγκαζε νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα. Ἀλλ΄ ὁ Κυριακός, ὄχι µόνο δὲν θυσίασε ἀλλὰ καὶ ἤλεγξε τὸν Ἰουλιανό. Τότε αὐτὸς τοῦ ἔκοψε τὸ δεξὶ χέρι. Κατόπιν ἔχυσε καυτὸ µολύβι στὸ στόµα του καὶ τὸν ἔβαλε νὰ πλαγιάσει σὲ χάλκινο πυρακτωµένο κρεβάτι. Ἔπειτα τὸν ἔβαλαν µέσα σ΄ ἕνα καζάνι, ποὺ ἦταν γεµάτο µε βραστὸ λάδι. Ἐκεῖ τὸν κάρφωσαν µὲ ἀκόντιο καὶ ἔτσι µαρτυρικά, ἀλλὰ ἔνδοξα παρέδωσε τὸ πνεῦµα του.

Ἡ Ἁγία Ἄννα µητέρα τοῦ Ἁγίου Κυριακοῦ
Ἡ ἁγία Ἄννα, µητέρα τοῦ πιὸ πάνω Ἁγίου Κυριακοῦ, ὅταν ἔµαθε τὰ µαρτύρια τοῦ γιοῦ της, ἔτρεξε νὰ τὸν δεῖ καὶ νὰ τὸν ἐνθαῤῥύνει. Τότε συνελήφθη καὶ αὐτή, καὶ ἀφοῦ τὴν κρέµασαν ἀπὸ τὶς τρίχες τῆς κεφαλῆς της, τὴν ἔκαψαν ζωντανὴ µὲ ἀναµµένες λαµπάδες.

Ὁ Ὅσιος Ἀθανάσιος ὁ Α΄, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
Γεννήθηκε στὴν Ἀδριανούπολη της Θρᾴκης, ἀπὸ τοὺς εὐσεβεῖς γονεῖς Γεώργιο καὶ Εὐφροσύνη. Τὸ πρῶτο του ὄνοµα ἦταν Ἀλέξιος καὶ ἦταν ἄνθρωπος µεγάλης ἐγκράτειας καὶ σωφροσύνης. Ἀσκήτευσε στὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ στὸ µοναστήρι τοῦ Γάνου. Πατριάρχευσε δυὸ φορές. Τὴν πρώτη φορὰ διαδέχτηκε τὸν Γρηγόριο, τὸν Κύπριο (12891293) καὶ τὴν δεύτερη φορὰ (1303-1311) τὸν Ἰωάννη ΙB΄. Κατόπιν ἀποσύρθηκε τοῦ θρόνου καὶ µόνασε σὲ κάποια Μονή, ὅπου ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ σὲ ἡλικία 100 χρονῶν. Τὴ βιογραφία του συνέγραψε ὁ Ἰωάννης Καλόθετος, σύγχρονος τοῦ Γρηγορίου Παλαµᾶ καὶ ἡ µετάφραση αὐτῆς ἔγινε ἀπὸ τὸν Ἀγάπιο Λάνδο στὸν «Νέο Παράδεισο».

Οἱ Ἅγιοι Νεοµάρτυρες Ἀγγελῆς, Μανουήλ, Γεώργιος καὶ Νικόλαος «ἐκ Μελάµπων Κρήτης»
Ὅλοι γεννήθηκαν στὸ χωριὸ Μέλαµπες Ῥεθύµνου Κρήτης, ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς χριστιανούς. Ὁ Ἀγγελὴς καὶ ὁ Μανουὴλ ἦταν γνήσια ἀδέλφια, γιοὶ τοῦ Ἰωάννη Ῥετζέπη. Ὁ Γεώργιος ἦταν γιὸς τοῦ Κων/νου Ῥετζέπη. Ὁ Νικόλαος ἦταν γιὸς κάποιου ἄλλου Ἰωάννη Ῥετζέπη. Ὅλοι δηλαδὴ ἦταν ἀπὸ τὴν ἴδια οἰκογένεια, πλούσιοι, διακεκριµένοι γιὰ τὴν ἀνδρεία τους, ἔγγαµοι µὲ παιδιὰ καὶ ἀπολάµβαναν ὅλα τὰ προνόµια τῶν Μωαµεθανῶν, διότι ὑποκρίνονταν τοὺς Τούρκους. Τὸ 1821 ὅµως, συντάχθηκαν µὲ τοὺς χριστιανοὺς καὶ πολέµησαν γενναῖα γιὰ τὴν ἐλευθερία τῆς Πατρίδας. Ὅταν ἐπέστρεψαν στὴ γενέτειρά τους καὶ πῆγαν νὰ πληρώσουν τοὺς καθιερωµένους φόρους στοὺς ἐντεταλµένους Τούρκους, τοὺς κατάγγειλαν σὰν ἀποστάτες τοῦ Μουσουλµανισµοῦ στὸν Μεχµὲτ Πασᾶ τοῦ Ῥεθύµνου. Συλλήφθηκαν καὶ ὁδηγήθηκαν δεµένοι στὴν πόλη αὐτή. Ἐπειδὴ ὅµως δὲν ὑπέκυψαν στὶς κολακεῖες τῶν τυράννων καὶ ἔµειναν σταθεροὶ στὴν πίστη, βασανίστηκαν µὲ τὸν πιὸ φρικτὸ τρόπο. Τελικὰ στὶς 28-10-1824 τοὺς ἀποκεφάλισαν µπροστὰ στὴ «Μεγάλη Πόρτα» τοῦ Ῥεθύµνου. Οἱ τρεῖς κάρες ἀπ΄ αὐτοὺς τοὺς Νεοµάρτυρες, φυλάσσονται στὸν Ναὸ τῶν τεσσάρων µαρτύρων στὸ Ῥέθυµνο.

Ὁ Ἅγιος Ἀβράµιος ἐπίσκοπος Ἐφέσου
Ἀκολούθησε τὸν µοναχικὸ βίο καὶ ἔγινε Μητροπολίτης Ἐφέσου µετὰ τὸ 533. Ταυτίζεται µὲ τὸν ὁµώνυµο Ἀββᾶ, ποὺ ἀναφέρεται ἀπὸ τὸν Ἰωάννη Μόσχο (P.G. 87, 2956), τῶν Μονῶν Ἀβρααµιτῶν (Κωνταντινούπολη) καὶ Βυζαντίων (Ἱεροσόλυµα). Μὲ τὸ ὄνοµά του σώθηκαν δυὸ ὁµιλίες, «εἰς τὸν Εὐαγγελισµόν» καὶ «εἰς τὴν Ὑπαπαντήν» ποὺ ἐκδόθηκαν τὸ 1913 ἀπὸ τοὺς Μ. Kraschaninnikov καὶ Μ. Jugie καὶ ἔχουν µεγάλη σπουδαιότητα γιὰ τὶς πατρολογικὲς σπουδές.

Ὁ Ἅγιος ἱεροµάρτυς Θεόφιλος, τῆς Λαύρας τῶν Σπηλαίων Κιέβου (Ρῶσος)
Διὰ Χριστὸν σαλός.

Ὁ Ἅγιος Abban (Ἰρλανδός)
Λεπτοµέρειες γιὰ τὴ ζωὴ αὐτοῦ τοῦ ἁγίου τῆς ὀρθοδοξίας, µπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρεττανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κοµµοδάτου, ἐπισκόπου Τελµησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.

Ἡ Ἁγία Lioba (Βρεταννίδα)
Λεπτοµέρειες γιὰ τὴ ζωὴ αὐτῆς τῆς ἅγιάς τῆς ὀρθοδοξίας, µπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρεττανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κοµµοδάτου, ἐπισκόπου Τελµησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.

Τρίτη 26 Οκτωβρίου 2010

Ἁγιολόγιον - Ὀκτώβριος 27

Ὁ Ἅγιος Νέστωρ
Ὁ Νέστορας ἦταν πολὺ νέος στὴν ἡλικία, ὡραῖος στὴν ὄψη καὶ γνώριµος τοῦ Ἁγίου καὶ ἐνδόξου Δηµητρίου. Ὁ Νέστορας, λοιπόν, βλέποντας ὅτι ὁ αὐτοκράτωρ Διοκλητιανὸς χαιρόταν γιὰ τὶς νῖκες κάποιου σωµατώδους βαρβάρου, ὀνοµαζόµενου Λυαίου, µίσησε τὴν ὑπερηφάνειά του. Βλέποντας ὅµως καὶ τὰ θαύµατα τοῦ Ἁγίου Δηµητρίου, πῆρε θάῤῥος. Πῆγε λοιπὸν στὴ φυλακή, ὅπου ἦταν κλεισµένος ὁ Μεγαλοµάρτυρας, καὶ ἔπεσε στὰ πόδια του. «Δοῦλε τοῦ Θεοῦ Δηµήτριε, εἶπε, ἐγὼ εἶµαι πρόθυµος νὰ µονοµαχήσω µὲ τὸ Λυαῖο, γι᾿ αὐτὸ προσευχήσου γιὰ µένα στὸ ὄνοµα τοῦ Χριστοῦ». Ὁ Ἅγιος, ἀφοῦ τὸν σφράγισε µὲ τὸ σηµεῖο τοῦ τιµίου Σταυροῦ, τοῦ εἶπε ὅτι καὶ τὸ Λυαῖο θὰ νικήσει καὶ γιὰ τὸ Χριστὸ θὰ µαρτυρήσει. Τότε, λοιπόν, ὁ Νέστορας µπῆκε στὸ στάδιο χωρὶς φόβο καὶ ἀνεφώνησε: «Θεὲ τοῦ Δηµητρίου, βοήθει µοι». Καὶ ἀφοῦ πολέµησε µὲ τὸ Λυαῖο, τοῦ κατάφερε δυνατὸ χτύπηµα µὲ τὸ µαχαῖρι του στὴν καρδιὰ καὶ τὸν θανάτωσε. Ἐξοργισµένος τότε ὁ Διοκλητιανός, διέταξε καὶ σκότωσαν µὲ λόγχη τὸ Νέστορα, ἀλλὰ καὶ τὸ Δηµήτριο. Ἔτσι, µ΄ αὐτή του τὴν ἐνέργεια ὁ Νέστορας δίδαξε ὅτι σὲ κάθε ἀνθρώπινη πρόκληση πρέπει νὰ ἀναφωνοῦµε: «Κύριος ἐµοὶ βοηθός, καὶ οὐ φοβηθήσοµαι τί ποιήσει µοι ἄνθρωπος». Ὁ Κύριος εἶναι βοηθός µου καὶ δὲ θὰ φοβηθῶ. Τί θὰ µοῦ κάνει ὁποιοσδήποτε ἄνθρωπος;

Ὁ Ἅγιος Λοῦππος
Ὁρισµένες Συναξαριακὲς πηγὲς αὐτὴν τὴν ἡµέρα (κατ΄ ἄλλους 26 Ὀκτωβρίου), ἀναφέρουν τὴν µνήµη τοῦ Ἁγίου Λούππου. Ὁ Ἅγιος αὐτὸς φέρεται ὡς ὑπηρέτης τοῦ Ἁγίου Δηµητρίου, ποὺ ἦταν κοντά του τὴν ὥρα τοῦ µαρτυρίου του. Λέγεται λοιπὸν ὅτι ὁ Ἅγιος Δηµήτριος ἔχρισε µὲ τὸ αἷµα του τὸν Λοῦππο καὶ κατόπιν αὐτός, ἔπραττε πολλὰ θαύµατα - µέσῳ αὐτοῦ - στὴν πόλη τῆς Θεσσαλονίκης. Μαθεύτηκε αὐτὸ ἀπὸ τὸν ἡγεµόνα τῆς πόλης, ὁ ὁποῖος συνέλαβε τὸν Λοῦππο καὶ ἀµέσως τὸν φόνευσε. (Νοµίζω ὅτι πρόκειται γιὰ τὸν ἴδιο ἅγιο µ΄ αὐτὸν τῆς 23ης Αὐγούστου).

Οἱ Ἁγίες Καπετωλίνα καὶ Ἐρωτηΐδα
Εὐλογηµένα βλαστάρια καὶ οἱ δυό της Καππαδοκίας. Πλούσια καὶ εὐγενὴς στὴν καταγωγὴ ἡ Καπιτωλίνα καὶ ὑπηρέτριά της ἡ Ἐρωτηΐδα. Ὅταν ἐπὶ Διοκλητιανοῦ κηρύχτηκε ὁ σκληρὸς καὶ ἄγριος διωγµὸς κατὰ τῶν χριστιανῶν, ἡ Καπιτωλίνα ἀποφάσισε νὰ βαδίσει πρὸς τὸ µαρτύριο. Πώλησε λοιπὸν ὅλα τὰ ὑπάρχοντά της, τὰ µοίρασε στοὺς φτωχούς, ἔδωσε τὴν ἐλευθερία στοὺς δούλους της καὶ προετοιµάστηκε γιὰ τὸ µεγάλο κίνδυνο, δηλαδὴ γιὰ τὴν µεγάλη δόξα. Ὅταν παρουσιάστηκε µπροστὰ στὸν ἔπαρχο Ζιλικίνθιο, ὁµολόγησε ἄφοβα τὴν πίστη της στὸν Χριστό. Ὁ Ζιλικίνθιος διέταξε νὰ τὴν µαστιγώσουν γυµνή. Ἡ Ἐρωτηΐδα ποὺ ἦταν παροῦσα στὸ µαρτύριο, ἔνιωσε βαθιὰ µέσα της τὸ συναίσθηµα τῆς ἱερῆς ἀγανάκτησης, γιὰ τὴν πώρωση τοῦ ἄπιστου ἄρχοντα καὶ γιὰ τὴν βάναυση συµπεριφορά του πρὸς τὴν ἀγαθὴ καὶ εὐγενέστατη κυρία της. Γι΄ αὐτὸ λοιπόν, παρατήρησε αὐστηρὰ τὸν ἔπαρχο καὶ τοῦ εἶπε ὅτι ἡ διαγωγή του τὸν ἀπέδειξε κατώτερο καὶ τοῦ τελευταίου δούλου. Ὁ Ζιλικίνθιος ἐξαγριώθηκε, καὶ µετὰ ἀπὸ λίγο τὰ κεφάλια τῶν γενναίων χριστιανῶν γυναικῶν ἔπεφταν ἀπὸ τὰ κτυπήµατα τῶν δηµίων.

Ὁ Ἅγιος Κυριακὸς Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
Ὑπῆρξε ἀπὸ τοὺς ἐπισκόπους, ποὺ ὄχι µόνο λένε ἀλλὰ καὶ πράττουν. Σὲ ὁρισµένους καταλόγους τὸν ὀνοµάζουν Κυρηλιανό. Ἔζησε τὸν 3ο αἰῶνα µ.Χ. καὶ ποίµανε τὴν ἐπισκοπὴ τοῦ Βυζαντίου σὰν ἀληθινὸς καὶ καλὸς ποιµένας ἐπὶ 16 χρόνια. Ὁ δὲ Σ. Εὐστρατιάδης στὸ Ἁγιολόγιό του ἀναφέρει, ὅτι ὁ ἐν λόγῳ Ἅγιος ἦταν πρεσβύτερος καὶ οἰκονόµος τῆς µεγάλης Ἐκκλησίας, καὶ διαδέχθηκε στὸν οἰκουµενικὸ θρόνο τὸν Ἰωάννη τὸν Νηστευτὴ τὸ 595. Θεοφιλῶς ἀφοῦ κυβέρνησε τὴν ἐκκλησία, ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ τὸ 610.

Ἡ Ἁγία Πρόκλα σύζυγος τοῦ Πιλάτου

΄Ἐνῷ ὁ σύζυγός της δὲν ἀνέλαβε τὴν εὐθύνη νὰ ἐλευθερώσει τὸν Χριστό, φοβούµενος τοὺς Ἰουδαίους, ἡ σύζυγός του Πρόκλα, µετὰ τὸν φρικτὸ θάνατο τοῦ Πιλάτου, προσῆλθε στὴ Χριστιανικὴ πίστη καὶ ἀφοῦ ἔζησε µὲ ἀγαθότητα καὶ εὐσέβεια, παρέδωσε τὸ πνεῦµα της εἰρηνικά.

Διήγηση γιὰ τοὺς Ἴβηρες
Πρόκειται γιὰ µία εὐσεβέστατη ἀσκήτρια γυναῖκα, ποὺ ἔζησε τὴν ἐποχὴ τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου καὶ συνελήφθη αἰχµάλωτη ἀπὸ τοὺς Ἴβηρες. Ἐκεῖ χάρη τοῦ πνευµατικοῦ της ἀγῶνα, θεράπευσε µὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ διάφορους ἀσθενεῖς, µεταξὺ δὲ αὐτῶν καὶ τὴν βασίλισσα τῆς χώρας αὐτῆς καὶ ἔτσι κατάφερε νὰ ἐκχριστιανίσει ὅλους τοὺς Ἴβηρες. Λεπτοµέρειες βλέπε στὸν «Μέγα Συναξαριστή» τοῦ Ματθαίου Λαγγῆ τόµος 10ος, σελ. 621, ἔκδοση 1992.

Οἱ Ἅγιοι Μαβριανὸς καὶ Βαλεντίνος
Ἡ µνήµη τους σύµφωνα µὲ τὸ Ἱεροσολυµιτικὸ Κανονάριο (σελ. 116), χωρὶς ἄλλες πληροφορίες γιὰ τὴ ζωή τους.

Δευτέρα 25 Οκτωβρίου 2010

Ἁγιολόγιον - Ὀκτώβριος 26

Ὁ Ἅγιος Δηµήτριος ὁ Μεγαλοµάρτυρας καὶ Μυροβλύτης
Ὁ Μεγαλοµάρτυς Δηµήτριος, γόνος τῆς ἔνδοξης πόλης Θεσσαλονίκης, ἦταν στρατιωτικὸς στὰ χρόνια τοῦ Διοκλητιανοῦ (284-305). Γενναῖος καὶ ἀτρόµητος στρατιώτης τοῦ Χριστοῦ καὶ κήρυκας τῆς χριστιανικῆς πίστης, εἶναι παράδειγµα χριστιανοῦ µάρτυρος. Θὰ λέγαµε ὅτι ὑπῆρξε ὁ πρῶτος κατηχητὴς τῆς Ἐκκλησίας µας. Διότι χωρὶς τὸν παραµικρὸ φόβο κατηχοῦσε τοὺς νέους τῆς πόλης, ἐµπνέοντος σ΄ αὐτοὺς τὴ χριστιανικὴ πίστη. Ἡ δραστηριότητα τοῦ Δηµητρίου καταγγέλθηκε στὸ Διοκλητιανό, ὁ ὁποῖος τὸν κάλεσε στὰ ἀνάκτορα. Ὁ Δηµήτριος δήλωσε στὸ Διοκλητιανὸ ὅτι πράγµατι εἶναι χριστιανός, διότι µόνο ἡ θρησκεία τοῦ Χριστοῦ παρέχει ἠθικὴ λύτρωση καὶ αἰώνια ζωή. Τότε ὁ Διοκλητιανὸς διέταξε καὶ τὸν ἔκλεισαν στὴ φυλακή. Ἀλλὰ τὶς ἡµέρες ἐκεῖνες γίνονταν στὴ Θεσσαλονίκη ἀγῶνες. Οἱ εἰδωλολάτρες, ἐκµεταλλευόµενοι τὴν δύναµη κάποιου Λυαίου, προκαλοῦσαν τοὺς χριστιανοὺς νὰ τὸν ἀντιµετωπίσουν. Τότε ἕνας νεαρὸς χριστιανός, ὁ Νέστωρ, ἀφοῦ πῆρε τὴν εὐχὴ τοῦ Δηµητρίου µέσα ἀπὸ τὴν φυλακή, µπῆκε στὸ στάδιο καὶ νίκησε τὸ σωµατώδη Λυαῖο. Ὁ Διοκλητιανὸς ὅταν ἔµαθε τὴν αἰτία τῆς ἥττας τοῦ Λυαίου ἔστειλε στρατιῶτες στὴ φυλακὴ καὶ µὲ τὴν λόγχη σκότωσαν τὸ Δηµήτριο καὶ τὸ Νέστορα. Ἡ δὲ µητέρα Ἐκκλησία περιβάλλεται «ὡς πορφύραν καὶ βύσσον τὰ αἵµατα τῶν µαρτύρων της», διότι αὐτὰ τὰ τέκνα της ἀποτελοῦν τὸ καύχηµά της.

Μεταφορὰ Εἰκόνας Ἁγίου Δηµητρίου στὴν Κωνσταντινούπολη
Τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἔγινε τὸ ἔτος 1149 ἀπὸ τὸν βασιλιὰ Μανουὴλ Κοµνηνό. Καὶ ἡ εἰκόνα µεταφέρθηκε ἀπὸ τὴν Θεσσαλονίκη στὴν Ἱερὰ Μονὴ Παντοκράτορα τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ἐπὶ ἡγουµενίας Ἰωσήφ.

Οἱ Ἅγιοι Ἀρτεµίδωρος καὶ Βασίλειος
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.

Ἡ Ἁγία Λεπτίνα
Μαρτύρησε συρόµενη στὴ γῆ µέχρι θανάτου.

Ὁ Ἅγιος Γλύκων
Μαρτύρησε διὰ ξίφους.

Μνήµη τοῦ Μεγάλου Σεισµοῦ
Πρόκειται γιὰ τὸν µεγάλο σεισµό, ποὺ ἔγινε στὴν Κωνσταντινούπολη, τὸ ἔτος 740 ἐπὶ βασιλείας Λέοντα τοῦ Ἰσαύρου. Τότε πολλὰ οἰκοδοµήµατα τῆς πόλης ἔπεσαν καὶ πολλοὶ ἄνθρωποι καταπλακώθηκαν στὰ ἐρείπια τους.

Ὁ Ἅγιος Ἰωάσαφ ὁ νέος ὁσιοµάρτυρας
Ὁ Ἰωάσαφ ὑπῆρξε µαθητὴς καὶ µιµητὴς τοῦ Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Νήφωνα (1486-89, 1497-98). Ἀσκούµενος στὶς ἀρετὲς καὶ ἀφοῦ ἔφτασε σὲ τέλεια ἀγάπη, τὸν κατέλαβε ὁ πόθος νὰ δώσει τὴ ζωή του γιὰ τὴν πίστη του στὸν Χριστό. Μετὰ τὴν κοίµηση τοῦ δασκάλου τοῦ ὁσίου Νήφωνα, ἦλθε στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου παρουσιάστηκε στὸ κριτήριο τῶν Τούρκων. Ἐκεῖ κήρυξε µὲ θάῤῥος µπροστά τους τὸν Τριαδικὸ Θεὸ καὶ τὸ µυστήριο τῆς ἐνσάρκωσης τοῦ Χριστοῦ. Ἀµέσως τότε συνελήφθη καὶ ἀφοῦ τὸν βασάνισαν σκληρά, τελικὰ τὸν ἀποκεφάλισαν στὶς 26 Ὀκτωβρίου 1536.

Κυριακή 24 Οκτωβρίου 2010

Ἁγιολόγιον - Ὀκτώβριος 25

Οἱ Ἅγιοι Μαρκιανός καὶ Μαρτύριος οἱ νοτάριοι

Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ ἦταν νοτάριοι καὶ γραµµατικοὶ τοῦ Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Παύλου τοῦ ὁµολογητῆ, στὰ χρόνια τοῦ ἀρειανοῦ βασιλέως Κωνσταντίου (337-349). Ἄριστα σπουδαγµένοι καὶ οἱ δυό, ὑπῆρξαν συνήγοροι θαῤῥαλέοι της ὀρθόδοξης ἀλήθειας. Ὅταν ὁ Πατριάρχης Παῦλος δὲν δέχθηκε νὰ συµφωνήσει µὲ τοὺς Ἀρειανούς, ἐξορίστηκε ἀπὸ τὸ βασιλιὰ στὴν Ἀρµενία καὶ πνίγηκε ἀπὸ τοὺς ἐκεῖ Ἀρειανούς. Τότε οἱ δυὸ Ἅγιοι ἔµειναν πιστοὶ στὸν ποιµένα τους καὶ σταθεροὶ στὸ ὀρθόδοξο δόγµα, διότι πάντα στὸ µυαλὸ τοὺς κυριαρχοῦσε ὁ λόγος τοῦ Κυρίου: «ἐὰν ὐµεῖς µείνητε ἐν τῷ λόγῳ τῷ ἐµῷ, ἀληθῶς µαθηταί µου ἔστε». Ἄν, δηλαδή, ἐσεῖς, µείνετε στερεοὶ στὴ διδασκαλία µου, λέει ὁ Κύριος, τότε πράγµατι εἶσθε καὶ ἀληθινοὶ µαθητές µου. Ὁ Μαρκιανὸς καὶ ὁ Μαρτύριος τὸ ἀπέδειξαν περίτρανα αὐτό, ὅταν συνελήφθησαν ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα. Ὁµολόγησαν µὲ θάῤῥος µπροστά του τὴν ἀληθινὴ πίστη καὶ ἤλεγξαν αὐτὸν γιὰ τὶς παρανοµίες του. Τότε, διατάχθηκε καὶ τοὺς σκότωσαν µὲ µαχαῖρι.

Ὁ Ἅγιος Ἀναστάσιος
Ὁ Μάρτυρας αὐτὸς παρουσιάστηκε µὲ τὴν θέλησή του στοὺς τυράννους καὶ ὁµολόγησε µὲ θάῤῥος τὸν Χριστό. Τότε αὐτοί, ἐπειδὴ ὁ Ἅγιος παρέµεινε σταθερὸς στὴν ὁµολογία του, τὸν ἀποκεφάλισαν καὶ τὸν ἔριξαν στὴ θάλασσα. Τότε κάποια εὐσεβὴς γυναῖκα, παρέλαβε τὸ τίµιο λείψανό του, ἀφοῦ τὸ ἔβγαλε ἡ θάλασσα, καὶ τὸ ἔθαψε µὲ τιµές. Ἐκεῖ ἐπίσης ἔκτισε ἐκκλησία στὸ ὄνοµα τοῦ Ἁγίου, ποὺ τὸ ἱερὸ λείψανό του, µὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ, ἔκανε πολλὰ θαύµατα.

Οἱ Ἅγιοι Οὐαλέριος καὶ Χρυσάφιος
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.

Ὁ Ἅγιος Σαβίνος
Μαρτύρησε διὰ πυρός.

Ἡ Ἁγία Ταβιθᾶ
«Αὐτὴ ἦν πλήρης ἀγαθῶν ἔργων καὶ ἐλεηµοσυνῶν, ὧν ἐποίει». Ἔτσι πλέκει τὸ ἐγκώµιο τῆς ἁγίας Ταβιθᾶ ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς. Ἡ λέξη Ταβιθᾶ εἶναι συριακὴ καὶ ἑρµηνεύεται Δορκάς. Τὸ ὄνοµα αὐτὸ ἔφερε ἡ εὐσεβέστατη αὐτὴ καὶ φιλάνθρωπη χριστιανή, ποὺ κατοικοῦσε στὴν Ἰόππη. Ἀπὸ τὶς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων (θ΄ 36-40) πληροφορούµαστε ὅτι ἡ Δορκὰς ἦταν ἐξειδικευµένη ὑφάντρια ποὺ κατασκεύαζε χιτῶνες καὶ ἱµάτια, τὰ ὁποῖα πωλοῦσε καὶ ἀπὸ τὰ ἔσοδα συντηροῦσε φτωχούς, χῆρες καὶ ὀρφανά. Ὅταν ὁ ἀπόστολος Πέτρος, στὰ πλαίσια τῆς διάδοσης τοῦ Εὐαγγελίου, ἔφτασε στὴ Λύδδα τῆς Παλαιστίνης, συνέβη ν΄ ἀσθενήσει ἡ Δορκὰς καὶ νὰ πεθάνει. Καὶ ἐνῷ εἶχαν ἑτοιµαστεῖ ὅλα γιὰ τὴν κηδεία της, ἔγινε γνωστὸ ὅτι ὁ Πέτρος ἦταν στὴ Λύδδα. Τότε δυὸ ἀπεσταλµένοι, παρακάλεσαν τὸν Πέτρο νὰ ἔλθει στὴν Ἰόππη. Ὅταν ἔφτασε, τὸν ἀνέβασαν στὸ ὑπερῷο, ὅπου ἦταν νεκρὴ ἡ Δορκάς. Συγκινηµένος ὁ Πέτρος, χωρὶς νὰ πεῖ τίποτα, ἔβγαλε ὅλους ἔξω, γονάτισε καὶ προσευχήθηκε θερµά. Ἔπειτα εἶπε: «Ταβιθᾶ ἀνάστηθι». Καὶ πράγµατι ἡ νεκρὴ ἀναστήθηκε! Αὐτὸ χαροποίησε ἀφάνταστα τοὺς παρευρισκόµενους, καὶ τὸ γεγονὸς διαδόθηκε σ΄ ὅλη τὴν Ἰόππη µὲ ἀποτέλεσµα νὰ πιστέψουν πολλοὶ στὸν Χριστό. Ἀπὸ τότε ἡ Ταβιθᾶ ἔζησε ἀρκετὰ χρόνια, γεµάτα ἀγαθὰ ἔργα καὶ ἐλεηµοσύνες. Ὁ θάνατος τὴν βρῆκε σὲ βαθιὰ γεράµατα. Καὶ ἔτσι ἡ φιλάγαθη αὐτὴ γυναῖκα, ἔφυγε εἰρηνικὰ καὶ µὲ ἀγαλλίαση διότι τὴν ἀξίωσε ὁ Θεὸς νὰ περάσει τὴ ζωή της ὠφέλιµα γεµάτη πνευµατικοὺς καρπούς.

Ὁ Ἅγιος Οὐάρος «ὁ ἐν Αἰγύπτῳ»
Μαρτύρησε διὰ ξίφους. Μᾶλλον εἶναι ὁ ἴδιος µὲ αὐτὸν τῆς 19ης Ὀκτωβρίου.

Ὁ Ἅγιος Γεώργιος ἐπίσκοπος Ἀµάστριδος
Γεννήθηκε στὴν Κρώµνη κοντὰ στὴν Ἀµάστριδα καὶ ἦταν γιὸς εὐσεβῶν γονέων, τοῦ Θεοδοσίου καὶ τῆς Μεγέθους. Μετὰ τὶς πρῶτες του σπουδὲς στὴν πατρίδα του, ἔφυγε στὸ ὄρος τῆς Συρίκης (ἢ Σηρικῆς) καὶ ἐκεῖ ἀφοῦ βρῆκε γέροντα ἀσκητὴ διδάχτηκε τὰ περὶ τῆς µοναχικῆς ζωῆς καὶ ἀπὸ τὸν ἴδιο ἐκάρη µοναχός. Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ γέροντά του, ὁ Γεώργιος πῆγε στὴ Βόνιτσα τῆς Ἀκαρνανίας καὶ ἐκεῖ ἀσκήτευε. Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ ἐπισκόπου Ἀµάστριδος, ἡ Ἐκκλησία βραβεύοντας τὶς ἀρετὲς τοῦ Γεωργίου, τὸν ἔκανε ἐπίσκοπό της πόλης αὐτῆς. Ὁ Γεώργιος εἶναι καὶ ὁ ποιητὴς τῶν Κανόνων. Ἀπεβίωσε εἰρηνικά, ἀφοῦ θεάρεστα ποίµανε τὸ ποίµνιο ποὺ τοῦ ἐµπιστεύθηκε ὁ Χριστός.

Οἱ Ἅγιοι Παππίας, Διόδωρος καὶ Κλαυδιανός
Μαρτύρησαν στὰ χρόνια τοῦ Δεκίου (249-251). Κατάγονταν ἀπὸ τὴν Ἀττάλεια τῆς Παµφυλίας καὶ στὸ ἐπάγγελµα ἦταν κτηνοτρόφοι. Προσκυνοῦσαν ὅµως τὸν ἕνα καὶ ἀληθινὸ Θεὸ καὶ γι᾿ αὐτὸ τοὺς συνέλαβε ὁ ἡγεµόνας τῆς Παµφυλίας Πούπλιος. Καὶ ἐπειδὴ δὲν µπόρεσε νὰ τοὺς ἀλλάξει τὸ φρόνηµα, τελικά τους ἀποκεφάλισε.

Οἱ Ἅγιοι Φαῦστος, Βασίλειος καὶ Λουκιανός
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους. Ἴσως εἶναι οἱ ἴδιοι µε αὐτοὺς τῆς 6ης Φεβρουαρίου.

Οἱ Ἅγιοι Νικηφόρος καὶ Στέφανος
Ἡ µνήµη τους ἐπαναλαµβάνεται στὶς 8 Φεβρουαρίου. Μαρτύρησαν «ξεόµενοι».

Οἱ Ἅγιοι Φιλάδελφος καὶ Πολύκαρπος
Ἀπεβίωσαν εἰρηνικά. Μᾶλλον ἦταν µοναχοὶ ἀσκητές, ποὺ ἔζησαν ὁσιακὰ τὴ ζωή τους. (Ἡ µνήµη τους ἐπαναλαµβάνεται καὶ τὴν 8η Φεβρουαρίου).

Ὁ Ὅσιος Μακάριος ἐπίσκοπος Πάφου τῆς Κύπρου
Ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Ἡ µνήµη του ἐπαναλαµβάνεται καὶ τὴν 8η Φεβρουαρίου.

Οἱ Ἅγιοι Δύο Μάρτυρες ἀπὸ τὴν Θρᾴκη
Μαρτύρησαν, ἀφοῦ συµπιέστηκαν µεταξὺ δυὸ µεγάλων πετρῶν.

Ἡ Ἁγία Χρυσάνθη
Ἡ µνήµη της ἀναφέρεται ἐπιγραµµατικὰ στὸ «Μικρὸν Εὐχολόγιον ἢ Ἁγιασµατάριον» ἔκδοση Ἀποστολικῆς Διακονίας 1956, χωρὶς ἄλλες πληροφορίες. Πουθενὰ ἀλλοῦ δὲν ἀναφέρεται ἡ µνήµη της αὐτὴ τὴν µέρα. (Ἄλλες πληροφορίες ἀναφέρουν ὅτι εἶναι σύζυγος τοῦ Ἁγίου Χρυσάφου, ποὺ ἐπίσης ἡ µνήµη του ἀναφέρεται σήµερα).


Σάββατο 23 Οκτωβρίου 2010

Ἁγιολόγιον - Ὀκτώβριος 24

Ὁ Ἅγιος Ἀρέθας ὁ Μεγαλοµάρτυρας καὶ οἱ «σὺν αὐτῷ»
Ἔζησε τὸν 6ο αἰῶνα µ.Χ. καὶ ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς προύχοντες τῆς πόλης Νέγρας στὴν Αἰθιοπία. Ὅταν ἀσπάσθηκε τὸ χριστιανισµό, διακρινόταν γιὰ τὴν εὐσέβεια καὶ τὶς πολλές του ἀγαθοεργίες. Κοντά του µαζεύτηκε ἕνας ὅµιλος ἀπὸ ἄνδρες καὶ γυναῖκες, ποὺ καθηµερινό τους ἔργο εἶχαν τὴν διδασκαλία τοῦ θείου λόγου. Ἡ πρόοδος αὐτὴ τοῦ Εὐαγγελίου στὴν Ἐκκλησία τῆς Νέγρας, ἐξήγειρε τὸ φανατισµὸ τῶν εἰδωλολατρῶν, καὶ συνέλαβαν τὸν Ἀρέθα µὲ τοὺς συνεργάτες του. Ὁ Ἀρέθας ἦταν τότε γέροντας. Οἱ ἐχθροί της πίστης τοῦ συνέστησαν νὰ λυπηθεῖ τὰ γεράµατά του καὶ νὰ ἀπαρνηθεῖ τὸ Χριστό. Τότε ὁ Ἀρέθας ἔδωσε γενναία ἀπάντηση: «Στὴ διάρκεια τῆς ζωῆς µου, εἶπε, διέπραξα πολλὰ ἁµαρτήµατα. Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς µὲ καθάρισε ἀπ᾿ αὐτὰ διὰ τῆς θυσίας Του καὶ µὲ τὴν πίστη µου πρὸς Αὐτόν. Καὶ ἀπὸ ἄνθρωπο ἀπώλειας µὲ ἔκανε κληρονόµο τοῦ ἀνεσπέρου φωτὸς καὶ τῆς αἰώνιας ζωῆς. Τώρα µοῦ προσφέρει καὶ ἄλλη τιµή. Μοῦ δίνει τὴν εὐκαιρία, ἀπὸ τὴν σάρκα ἑνὸς γέροντα νὰ προβάλει ἀθλητής, ἀποδεικνύοντας ὅτι ἡ ἰσχὺς καὶ ἡ ἐλευθερία τοῦ πνεύµατος µποροῦν νὰ καταφρονήσουν κάθε ἄνοµη ἀπειλὴ καὶ βία καὶ νὰ καταισχύνουν τοὺς δυνατούς της γῆς». Ἡ ἀπάντηση αὐτὴ ἐξαγρίωσε περισσότερο τοὺς δήµιούς του, ποὺ ἀµέσως ἀποκεφάλισαν τὸν Ἀρέθα µε τοὺς συνεργάτες του.

Ἡ Ἁγία γυναίκα καὶ τὸ ἅγιο βρέφος της
Μαρτύρησαν µαζὶ µὲ τὸν Ἅγιο Ἀρέθα. Τὸ βρέφος τῆς Ἁγίας αὐτῆς γυναίκας τὸ ἔριξαν στὴ φωτιὰ καὶ βλέποντας αὐτό, ἔριξε τὸν ἑαυτό της καὶ ἡ ἴδια στὴ φωτιά.

Ἡ Ἁγία Σεβαστιανή
Καταγόταν ἀπὸ τὴν πόλη Σεβαστὴ τῆς Φρυγίας, διδάχτηκε τὴ χριστιανικὴ πίστη ἀπὸ τὸν ἀπόστολο Παῦλο, καὶ πῆρε τὴν θερµότητα καὶ τὴν ἀνδρεία τοῦ διδασκάλου της. Ἡ ἁγία Σεβαστιανὴ ἔζησε τὸν 1ο αἰῶνα µ.Χ. καὶ ἀφιέρωνε τὴ ζωή της κάθε µέρα στὴν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου (στὴ Μαρκιανούπολη τῆς Θρᾴκης). Πήγαινε σὲ σπίτια εἰδωλολατρῶν καὶ εἵλκυε πολλὲς γυναῖκες στοὺς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας. Συνελήφθη γι᾿ αὐτὸ ἐπὶ αὐτοκράτορος Δοµετιανοῦ καὶ ἡγεµόνος Σεργίου, κακοποιήθηκε καὶ ἐξεδιώχθη ἀπὸ τὸν τόπο της. Ἔφθασε στὴν Ἡράκλεια τῆς Θρᾴκης ὅπου πάλι συνελήφθη, ἀπὸ τὸν ἡγεµόνα Ποµπηιανό, καὶ φυλακίστηκε. Ἀλλὰ παρόλη τὴ γυναικεία της φύση ντρόπιασε τοὺς βασανιστές της. Οἱ ὑποσχέσεις δὲν τὴν δελέασαν, οἱ ἀπειλὲς δὲν τὴν ἔκαµψαν, καὶ κάτω ἀπὸ βαριὰ µαρτύρια στάθηκε ὄρθια µὲ ὅλη της τὴν γενναιοψυχία. Οἱ σάρκες τῆς ἁγίας Σεβαστιανῆς σχίζονταν, ἀλλὰ τὰ χείλη, ὅπως καὶ ἡ καρδιά της, ἐξακολουθοῦσαν νὰ ὑµνοῦν τὸν Χριστό. Τελικά, ἡ µεγάλη αὐτὴ ἀθλήτρια τῆς Ἐκκλησίας µας, παρέδωσε τὴ ζωή της µὲ τὸν διὰ ἀποκεφαλισµοῦ θάνατο καὶ ἐτάφη στὴ Ῥαιδεστό.

Ὁ Ἅγιος Πρόκλος Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως
Μαθητὴς τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόµου. Ὑπῆρξε ἄξιος µαθητὴς τοῦ µεγάλου διδασκάλου τῆς Ἐκκλησίας µας, Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόµου. Ὁ Πατριάρχης Ἀττικὸς (406-425) τὸν ἔκανε διάκονο καὶ κατόπιν πρεσβύτερο. Ἐπειδὴ διακρινόταν γιὰ τὴν παιδεία, τὴν ἀρετὴ καὶ τὴν διδακτική του ἱκανότητα, ἀγαπήθηκε θερµὰ ἀπ᾿ ὅλους τοὺς θαυµαστὲς τοῦ ἀξέχαστου διδασκάλου του καὶ ὑποστηριζόταν ἀπ᾿ αὐτοὺς γιὰ τὸν Πατριαρχικὸ θρόνο τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Ἀλλ᾿ ἡ ἀντίδραση τοῦ διεφθαρµένου κατεστηµένου ναυάγισε τὴν ὑποψηφιότητά του. Ἀργότερα ὁ Πατρ. Σισίνιος, τὸ ἔτος 425, χειροτόνησε τὸν Πρόκλο ἐπίσκοπο Κυζίκου. Λόγω ὅµως τῶν ἀνωµαλιῶν τῆς ἐπαρχίας, τὴν ἐπισκοπὴ κατέλαβε κάποιος Δαλµάτιος. Ἀλλ᾿ ὁ Πρόκλος, χωρὶς νὰ στεναχωρηθεῖ, ἐξακολούθησε τὸ κήρυγµα τοῦ θείου λόγου στὴν Κωνσταντινούπολη. Ὅταν πέθανε ὁ Πατριάρχης Μαξιµιανὸς (434) καὶ αὐτοκράτορας ἦταν ὁ Θεοδόσιος ὁ Β´, στὸ θρόνο ἀνέβηκε πανηγυρικὰ ὁ Πρόκλος καὶ µάλιστα πρὶν ἀκόµα θάψουν τὸν Μαξιµιανό. Ἡ πρώτη φροντίδα τοῦ Πρόκλου ἦταν ἡ ἀνακοµιδὴ τοῦ ἱεροῦ λειψάνου τοῦ Χρυσοστόµου ἀπὸ τὰ Κόµανα στὴν Κωνσταντινούπολη. Ἐπίσης, ἐπὶ τοῦ Πατριάρχου αὐτοῦ καθιερώθηκε καὶ ὁ τρισάγιος ὕµνος στὶς ἐκκλησίες. Πατριάρχευσε δώδεκα χρόνια καὶ τρεῖς µῆνες. Πέθανε τό 447.

Οἱ Ἅγιοι Μᾶρκος, Σωτηρίχος καὶ Οὐαλεντίνος
Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ ἦταν ἀπὸ τὴν Ἀσία. Συνελήφθησαν ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες, ἐπειδὴ ἦταν Χριστιανοὶ καὶ τοὺς ἔσυραν πάνω σὲ αἰχµηρὲς πέτρες µέχρι θανάτου. Τὰ δὲ ἅγια λείψανά τους µετακοµίστηκαν ἀπὸ τὴν Ἀσία στὴ Θάσο, ὅπου µέχρι σήµερα βρίσκονται.

Ὁ Ἅγιος Ἀκάκιος ὁ Πρεσβύτερος
Μαρτύρησε διὰ ξίφους.

Ὁ Ἅγιος Νέρδων
Μαρτύρησε διὰ πυρός.

Παρασκευή 22 Οκτωβρίου 2010

Ἁγιολόγιον - Ὀκτώβριος 23

Ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος ὁ Ἀπόστολος καὶ Ἀδελφόθεος πρῶτος ἐπίσκοπος Ἱεροσολύµων
Ἡ παράδοση ἀναφέρει ὅτι ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς γιοὺς τοῦ Ἰωσὴφ ἀπὸ ἄλλη γυναῖκα, γι᾿ αὐτὸ ὀνοµαζόταν ἀδελφὸς τοῦ Κυρίου. Ἡ συγγενική του, ὅµως, σχέση µὲ τὸν Κύριο δὲν εἶναι ὁµόφωνα καθορισµένη. Ἀλλὰ τὸ γεγονὸς εἶναι ὅτι ὁ Ἰάκωβος ὁ ἀδελφόθεος ἔγινε πρῶτος ἐπίσκοπος Ἱεροσολύµων καὶ εἶναι αὐτὸς ποὺ ἔγραψε τὴν πρώτη Θεία Λειτουργία τῆς χριστιανικῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Ἰάκωβος, λοιπόν, ποίµανε τὴν Ἐκκλησία τῶν Ἱεροσολύµων µὲ δικαιοσύνη, µὲ γενναία στοργὴ καὶ στερεότητα στὴν πίστη. Αὐτὸ ὅµως, ἐξήγειρε τὴν µοχθηρία καὶ τὴν κακουργία τῶν Ἰουδαίων. Ἀφοῦ τὸν ἔπιασαν, τὸν ἔριξαν πάνω ἀπὸ τὸ πτερύγιο τοῦ Ναοῦ, καὶ ἐνῷ ἀκόµα ἦταν ζωντανός, τὸν ἀποτελείωσαν µὲ ἄγριο κτύπηµα ῥοπάλου στὸ κεφάλι. Ἔργο τοῦ Ἰακώβου εἶναι καὶ ἡ Καθολικὴ Ἐπιστολή του στὴν Καινὴ Διαθήκη, στὴν ὁποία νὰ τί µας συµβουλεύει, σχετικὰ µὲ τὸ πῶς πρέπει νὰ χειριζόµαστε τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ: «Γίνεσθε ποιηταὶ λόγου καὶ µὴ µόνον ἀκροαταί, παραλογιζόµενοι ἑαυτούς». Δηλαδὴ νὰ γίνεσθε ἐκτελεστὲς καὶ τηρητὲς τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ καὶ ὄχι µόνο ἀκροατές. Καὶ νὰ µὴ ξεγελᾶτε τὸν ἑαυτό σας, µὲ τὴν ἰδέα ὅτι εἶναι ἀρκετὸ καὶ µόνον νὰ ἀκούει κανεὶς τὸ λόγο. (Ἡ µνήµη του ἁγίου Ἰακώβου τοῦ ἀδελφοθέου, φέρεται καὶ τὴν Κυριακὴ µετὰ τὴν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ, µαζὶ µὲ τὴν µνήµη τοῦ Δαβὶδ τοῦ Προφήτου καὶ Ἰωσὴφ τοῦ µνήστορος, συνοδευόµενη µὲ τὸ ἀκόλουθο δίστοιχο: «Σὺ τέκτονος παῖς, ἀλλ᾿ ἀδελφὸς Κυρίου, τοῦ πάντα τεκτήναντος, ἐν λόγῳ, µάκαρ». Τελεῖται δὲ αὐτῷ ἡ Σύναξις ἐν τῷ σεπτῷ αὐτοῦ Ναῷ τὸ ὄντι ἔνδοθεν τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἐν τοῖς Χαλκοπρατείοις. Πατµιακὸς κώδικας: 266).

Ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως
Ἔλαµψε µὲ τὸν σταθερὸ χαρακτῆρα του καὶ µὲ τὴν -µέσα στὰ γεγονότα- ἰσχυρὴ µορφή του. Ἦταν ὁ νεότερος γιὸς τοῦ βασιλιᾶ Μιχαὴλ Α´ τοῦ Ῥαγκαβὲ καὶ τῆς Προκοπίας, θυγατέρας τοῦ αὐτοκράτορα Νικηφόρου τοῦ Α´. Γεννήθηκε τὸ 799. Ὅταν ὁ Λέων ὁ Ε´ κατέλαβε τὸ θρόνο, ἔκλεισε τὸν Ἰγνάτιο σὲ µοναστήρι. Τὸ βασιλοπαίδι δέχτηκε εὐχάριστα τὴ ζωὴ τῆς εὐσέβειας καὶ τῆς ἀρετῆς, καὶ ἀφοῦ ἀποδεσµεύτηκε τὴ ζωὴ τῶν αὐλῶν καὶ τῶν αὐτοκρατόρων, προχειρίστηκε µοναχός. Προικισµένος µάλιστα καὶ µὲ ἄλλα χαρίσµατα διέπρεψε σὰν ἡγούµενος τῆς Μονῆς Ἀρχιστρατήγου τοῦ Ἀνατέλλοντος. Τὸ ἔτος 846, ὅταν βασίλισσα ἦταν ἡ Θεοδώρα, διαδέχτηκε στὸν πατριαρχικὸ θρόνο τὸν πατριάρχη Μεθόδιο τὸν Α´ ποὺ εἶχε πεθάνει. Ὁ Ἰγνάτιος ἔδειξε τὸν ἰσχυρό του χαρακτῆρα, καὶ στὴν περίπτωση ποὺ ὁ ἀδελφός της Θεοδώρας, Βάρδας, παράσυρε τὸ γιό της βασιλέα Μιχαὴλ Γ´, νὰ ἐξαναγκάσει τὴν µητέρα του καὶ τὶς ἀδελφές του νὰ γίνουν µοναχές. Τότε ὁ Ἰγνάτιος ἀρνήθηκε νὰ προβεῖ σὲ µία τέτοια καταναγκαστικὴ κουρά, γνωρίζοντας βέβαια τὴν ἐπικίνδυνη ἔχθρα τοῦ µοχθηροῦ Βάρδα. Ἀλλὰ καὶ σ᾿ αὐτὸν τὸν ἴδιο, δὲν δέχτηκε νὰ δώσει τὴν θεία κοινωνία, ἐπειδὴ συζοῦσε µὲ τὴν νύφη του! Ὅµως, τὴν 23η Νοεµβρίου τοῦ 857, ὁ Βάρδας ἐκδικήθηκε. Κατήγγειλε ὅτι ὁ Ἰγνάτιος συνωµοτοῦσε κατὰ τοῦ βασιλιᾶ, µὲ ἀποτέλεσµα ὁ πατριάρχης νὰ ἐξοριστεῖ στὸ νησὶ Τερέβινθο. Ἀλλ᾿ ὅταν ἀνέλαβε τὴν ἐξουσία ὁ Βασίλειος ὁ Μακεδών, στὶς 13 Νοεµβρίου τοῦ 867 ὁ Ἰγνάτιος ἐπανῆλθε στὸν πατριαρχικὸ θρόνο. Πέθανε τὸ 878 καὶ τὸν διαδέχτηκε ἕνας ἄλλος µεγάλος ἀστέρας τῆς Ὀρθοδοξίας, ὁ Μέγας Φώτιος.

Ὁ Ὅσιος Νικηφόρος
Γιὰ τὸν Ὅσιο αὐτό, οἱ Συναξαριστὲς ἀναφέρουν ὅτι, «τὴν ἐν τῷ Χαρσιανῷ συστησάµενος Μονήν, ἐν εἰρήνῃ τελειοῦται».

Ὁ Ὅσιος Μακάριος ὁ Ῥωµαῖος
Ἡ βιογραφία του ἀπὸ τοὺς Συναξαριστὲς εἶναι πολὺ µυθώδης καὶ παράδοξη. Ὅπως φανερώνει καὶ ἡ προσωνυµία του, ἦταν ἀπὸ τὴν Ῥώµη, γιὸς κάποιου συγκλητικοῦ ἄρχοντα, ὀνόµατι Ἰωάννου. Μὲ τὴν βία τῶν γονέων του ὁ Μακάριος παντρεύτηκε γυναῖκα, τὴν ὁποία ἄφησε τὴν νύχτα τοῦ γάµου. Περιπλανώµενος γιὰ µερικὲς ἡµέρες, βρῆκε µία σπηλιά, µέσα στὴν ὁποία ζοῦσε µαζὶ µὲ δυὸ λιοντάρια σὲ ἄγρια κατάσταση. Κάποτε τὸν ἀνακάλυψαν τρεῖς µοναχοί, ποὺ ὀνοµαζόταν Σέργιος, Ὕγινος καὶ Θεόφιλος. Ἀπὸ τότε ὁ Μακάριος ἔγινε γνωστὸς γιὰ τὴν αὐστηρὴ ἄσκητικοτητά του καὶ τὶς µεγάλες ἀρετές του, ποὺ ἀπέκτησε ἀπ᾿ αὐτή. Ὁ Ὅσιος Μακάριος, σύµφωνα µὲ τὴν διήγηση τοῦ Συναξαριστῆ, ἀπεβίωσε εἰρηνικά.

Ὁ Ὅσιος Πετρώνιος
Μᾶλλον ἀσκητὴς τῆς ἐρήµου, ποὺ ἀπεβίωσε εἰρηνικά.

Τὰ ἅγια Δύο παιδιά
Βρῆκαν µαρτυρικὸ θάνατο, ἀφοῦ οἱ εἰδωλολάτρες τὰ ἀνάγκασαν νὰ τρέχουν µέσα στὴ φωτιά, ποὺ ἐπίτηδες εἶχαν ἀνάψει στὸ ἔδαφος. (Πρόκειται γιὰ ἐπανάληψη µνήµης τῶν ἁγίων δυὸ παιδιῶν τῆς 13ης Ὀκτωβρίου).

Πέμπτη 21 Οκτωβρίου 2010

Ἁγιολόγιον - Ὀκτώβριος 22

Ὁ Ὅσιος Ἀβέρκιος ὁ Ἰσαπόστολος καὶ θαυµατουργὸς ἐπίσκοπος Ἱεραπόλεως
Ἔζησε στὰ τέλη τοῦ 2ου αἰῶνα µ.Χ. Ἡ ἄµεπτη ζωή του καὶ ἡ καρποφορία τῆς διδασκαλίας του, παρακίνησαν τὸ ποίµνιο νὰ τὸν ἀναγκάσει νὰ γίνει ἐπίσκοπος Ἱεραπόλεως στὴ Φρυγία. Τὸ ἀξίωµα δὲ µείωσε τὸ ζῆλο τοῦ Ἀβερκίου. Ἔλεγε, µάλιστα, ὅτι δὲν ἀρκεῖ κάποιος νὰ φαίνεται ἄρχων, ἀλλὰ καὶ νὰ εἶναι πραγµατικά. Δηλαδὴ νὰ αὐξάνει τὴν διακονία καὶ τοὺς κόπους του. Διότι κατὰ τὸ Εὐαγγέλιο, «εἰ τις θέλει πρῶτος εἶναι, ἔσται πάντων ἔσχατος καὶ πάντων διάκονος», ποὺ σηµαίνει, ἂν κανεὶς θέλει νὰ εἶναι πρῶτος κατὰ τὴν τιµή, ὀφείλει µὲ τὴν ταπείνωσή του ἀπέναντι στοὺς ἄλλους, νὰ γίνει τελευταῖος ἀπὸ ὅλους καὶ ὑπηρέτης ὅλων µε τὴν ἄσκηση τῆς ἀγάπης. Καὶ ὁ Ἀβέρκιος τὴν ἐντολὴ αὐτὴ ἔκανε πράξη στὴ ζωή του. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ Θεὸς τοῦ ἔδωσε τὸ χάρισµα νὰ κάνει πολλὰ θαύµατα. Θεράπευσε τὴν κόρη τοῦ βασιλιᾶ τῆς Ῥώµης, ἀπὸ πονηρὸ δαιµόνιο. Θερµὰ νερὰ ἀπὸ τὴν γῆ ἐξέβαλε καὶ ἄλλα πολλὰ θαύµατα ἔκανε. Ἐπίσης, ὁ Ἀβέρκιος κήρυξε σὲ ὅλες τὶς πόλεις τῆς Συρίας καὶ Μεσοποταµίας. Ἔπειτα πῆγε στὴ Λυκαονία, τὴν Πισιδία καὶ στὴν ἐπαρχία τῶν Φρυγῶν. Ὀνοµάστηκε ἰσαπόστολος, διότι περιόδευσε καὶ κήρυξε ὅπως οἱ κορυφαῖοι Ἀπόστολοι τοῦ Χριστοῦ. Πέθανε εἰρηνικά, 72 χρονῶν.

Οἱ Ἅγιοι Ἀλέξανδρος ὁ Ἐπίσκοπος, Ἠράκλειος, Ἄννα, Ἐλισάβετ, Θεοδότη καὶ Γλυκερία
Ὑπέρλαµπρος ἀστέρας ὁ Ἀλέξανδρος µὲ τὴν ἄριστη ἀποστολικὴ ἐκτέλεση τῶν ἐπισκοπικῶν του καθηκόντων. Πατρικὸς στὸ ποίµνιό του, ἐπιεικὴς καὶ φιλάνθρωπος σὲ ὅλους, ὑπηρετοῦσε µὲ ζῆλο καὶ τόλµη τὴν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου καὶ ἦταν ἕτοιµος ἀνὰ πᾶσα στιγµή, νὰ ὑποστεῖ γι᾿ αὐτὸ µύριες θυσίες καὶ θανάτους. Ὁ εἰδωλολάτρης ἄρχοντας, µάταια προσπάθησε νὰ τὸν δελεάσει καὶ νὰ τὸν πτοήσει, καὶ ἔτσι τὸν ὑπέβαλε σὲ βασανιστήρια. Ἀλλ᾿ ὁ Ἀλέξανδρος καὶ βασανιζόµενος, κήρυττε τὸν Ἰησοῦ, καταφρονῶντας τελείως τοὺς πόνους, τὶς πληγὲς καὶ τὸν ἀπειλούµενο θάνατο. Μπροστὰ σ᾿ αὐτὴν τὴν γενναία συµπεριφορὰ τοῦ ἡρωικοῦ Ἐπισκόπου, πίστεψε ὁριστικὰ στὸ Χριστὸ ὁ στρατιώτης Ἡράκλειος, ποὺ εἶχε ἤδη ἀκούσει κάποια χριστιανικὰ διδάγµατα. Μαζί του πίστεψαν καὶ τέσσερις γυναῖκες, ἡ Θεοδότη, ἡ Γλυκερία, ἡ Ἄννα καὶ ἡ Ἐλισάβετ. Καὶ µὲ τὸ µεγάλο ἔνθεο ἐνθουσιασµό, ποὺ διέκρινε τοὺς πιστοὺς τῶν χρόνων ἐκείνων, διακήρυξαν τὴν ὁµολογία τῆς πίστης τους µεγαλόφωνα µπροστὰ στὸν δικαστή, χωρὶς νὰ πτοηθοῦν ἀπὸ τὰ αἵµατα ποὺ ἔτρεχαν ἀπὸ τὶς πληγὲς τοῦ ἐπισκόπου Ἀλεξάνδρου. Μετὰ ἀπὸ λίγο, πῆραν ὅλοι τὸ ἀµάραντο στεφάνι τῆς αἰωνιότητας, ἀφοῦ ὑπέστησαν µὲ καρτεροψυχία τὸ µαρτύριο τοῦ ἀποκεφαλισµοῦ.

Ὁ Ἅγιος Ζαχαρίας
Μαρτύρησε διὰ πνιγµοῦ µέσα στὴ θάλασσα. Μᾶλλον ὁ ἴδιος µε αὐτὸν τῆς 21ης Ὀκτωβρίου.

Οἱ Ἅγιοι 7 Παῖδες ἐν Ἐφέσῳ
Βλέπε βιογραφικό τους σηµείωµα τὴν 4η Αὐγούστου, ὅπου καὶ ἡ κυρίως µνήµη τους· ἐδῶ, ἄγνωστο γιατί οἱ Συναξαριστὲς ἐπαναλαµβάνουν τὴν µνήµη τους.

Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος, Ἐπίσκοπος Μεθώνης, ἐθνοϊεροµάρτυρας (1816-1825)
Γεννήθηκε τὸ 1770 στὸ χωριὸ Ἄλβαινα τῆς Ὀλυµπίας. Ἐπίσκοπος Μεθώνης Ναυαρίνου καὶ Νεοκάστρου χειροτονήθηκε ἐπὶ πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Κυρίλλου ΣΤ (1813-1818). Τὸ 1817 ταξίδεψε στὴ Ῥωσία καὶ παρουσιάστηκε ἐνώπιον τοῦ τσάρου στὸν ὁποίο, µὲ σπάνια εὐγλωττία, ἐξέθεσε τὶς κακουργίες τῶν Τούρκων κατακτητῶν καὶ τὴν οἰκτρὴ κατάσταση τῶν ὑπόδουλων Ἑλλήνων, καὶ ἀπὸ τὸν ὁποῖο ζήτησε συµπαράσταση καὶ βοήθεια γιὰ τὸ δοῦλο Γένος. Στὴ Μεθώνη ἐπέστρεψε τὸ 1818 µὲ ῥωσικὸ πολεµικὸ πλοῖο. Τότε µυήθηκε στὴ Φιλικὴ Ἑταιρεία ἀπὸ τὸν Ἀναγνωσταρὰ Παπαγεωργίου. Εἶναι ὁ πρῶτος ἀπὸ τοὺς ἀρχιερεῖς τῆς Πελοποννήσου ποὺ µυήθηκε σ᾿ αὐτήν, ἡ δὲ εἴσοδός του χαιρετίστηκε µὲ ἐνθουσιασµὸ ἀπὸ τὸν Ἀλέξανδρο Ὑψηλάντη. Ἀπὸ τὴν ἔναρξη τῆς Ἐπανάστασης τοῦ 1821, ὁ Γρηγόριος ἀναπτύσσει πολεµικὴ δράση καὶ πρωτοστατεῖ, µαζὶ µὲ τοὺς ὁπλαρχηγοὺς Παπατσώρα, Γρηγοριάδη, Παπατσώνη, Ντούφα, Παπαζαφειρόπουλο, Κων. Πετρ. Μαυροµιχάλη κ.ἄ. στὴν πολιορκία τῶν κάστρων τῆς Μεθώνης καὶ τοῦ Νεοκάστρου. Μετὰ ἑξάµηνη πολιορκία τοῦ Νεοκάστρου οἱ Τοῦρκοι παραδόθηκαν καὶ τὴν συµφωνία παραδόσεως ὑπέγραψε ὁ Γρηγόριος (7 Αὐγούστου 1821). Ἡ ἀπόβαση τοῦ Ἰµπραὴµ στὴ Μεθώνη καὶ Κορώνη βρίσκει τὸν Γρηγόριο στὴν πρώτη γραµµὴ καὶ ὑπερασπίζεται τὸ Παλαιόκαστρο. Μετὰ τὴν πτώση τῆς Σφακτηρίας, τὰ χαράµατα τῆς 30ης Ἀπριλίου 1825, ὁ Γρηγόριος καὶ οἱ ὑπερασπιστὲς τοῦ Παλαιοκάστρου ἀποφάσισαν ἡρωικὴ ἔξοδο. Ὁ Γρηγόριος τραυµατίστηκε καὶ συνελήφθη αἰχµάλωτος. Ἀρνήθηκε νὰ ἐξισλαµιστεῖ καὶ νὰ «προσκυνήσει», φυλακίστηκε στὸ Μποῦρτζι τῆς Μεθώνης ὅπου ὑποβλήθηκε σὲ φρικτὰ µαρτύρια µὲ ἀποτέλεσµα νὰ πεθάνει στὶς 22 Ὀκτωβρίου 1825.

Ὁ Ὅσιος Ροῦφος
Σοφὸς ἀσκητὴς τῆς ἐρήµου, ποὺ ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Ἀποφθέγµατά του ὑπάρχουν στὸν «Παράδεισο τῶν Πατέρων».

Ὁ Ὅσιος Λὼτ
Σοφὸς καὶ αὐτὸς ἀσκητὴς τῆς ἐρήµου, ποὺ ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Ἀποφθέγµατά του ὑπάρχουν στὸν «Παράδεισο τῶν Πατέρων».

Τετάρτη 20 Οκτωβρίου 2010

Ιουδαϊκός Μυστικισμός (Καμπάλα ή Καββάλα)

Από την ποικιλία μορφών μυστικισμού που παρήγαγε ο Ιουδαϊσμός, άλλες ανέπτυξαν βαθιά διαλογιστικά συστήματα, άλλες καλλιέργησαν έντονες συναισθηματικές μορφές μυστικής εμπειρίας, γενικά όμως ο ιουδαϊκός μυστικισμός διακρίνεται για τον ζωηρό εσχατολογικό προσανατολισμό του. Ήδη στον 1ο αι. μ.Χ. εισέδυσαν στην ιουδαϊκή σκέψη πολλά στοιχεία του ελληνικού φιλοσοφικού μυστικισμού με την αλληγορική ερμηνεία που καλλιέργησε ο Φίλων ο Αλεξανδρεύς (περίπου 15/10 π .Χ.-50 μ.Χ.).
Η πρώιμη φάση του ιουδαϊκού μυστικισμού, η Μερκαβά (Merkavah) έχει κέντρο της το δράμα του Ιεζεκιήλ, περί του θρόνου άρματος. Άρχισε τον 1ο αι. μ.Χ., υιοθετώντας ένα σύστημα πνευματικών ασκήσεων που οδηγούσαν στο δράμα της δόξας του Θεού καθήμενου σε ουράνιο θρόνο. Στη μορφή αυτή μυστικισμού διαφαίνονται επιδράσεις γνωστικών αντιλήψεων, σχετικά με το «πλήρωμα», και ακόμη ελληνιστικών συνδυασμών μαγείας και μυστικισμού. Ο τύπος αυτός, ονομαζόμενος και νοτιοϊουδαϊκός, έδινε έμφαση στη θεωρία και την περισυλλογή. Παρήκμασε μετά τον 7ο αι., αλλά είχε μιά αναζωογόνηση στην Ιταλία, στους 9ο και 10ο αί.
Ο μεσαιωνικός Χασιδισμός, δηλαδή εύσεβισμός (χασίδ = ευσεβής), που συχνά αναφέρεται και ως βόρειος, άρχισε τον 12ο αι. στη Γερμανία, ως λαϊκή κίνηση στενά συνδεδεμένη με τον νόμο (χαλακά). Χαρακτηρίζεται από ζωηρή εσχατολογική συναίσθηση, που γίνεται πιο έντονη στην εξέλιξη της, έμφαση στην απλότητα, την απάθεια, τις ψυχικές αξίες, την προσευχή, την πνευματική άσκηση και το βύθισμα στη θεία αγάπη. Η χασιδική θεολογία εμφανίζει μερικές κοινές γραμμές με τον Νεοπλατωνισμό και ασχολήθηκε στο διανοητικό επίπεδο με τη δόξα του Θεού (καμπόθ), τονίζοντας ότι η δόξα είναι διαφορετική από την ουσία, τη βασιλεία και την κεκρυμμένη παρουσία του Θεού.
Το πιο σημαντικό μυστικό ιουδαϊκό ρεύμα υπήρξε η Καββάλα (ή Καμπάλα -qabbala), που αναπτύχθηκε στην Ισπανία τον 13ο αι. σαν ιδιαίτερη εσωτερική διδασκαλία, και στη συνέχεια, με την εκτόπιση των Ιουδαίων από εκεί (1392), διαδόθηκε σε μεγάλα τμήματα του ιουδαϊκού κόσμου. Το θεωρητικό σύστημα της έχει επηρεασθεί από θεολογικές και κοσμολογικές συλλήψεις γνωστικού τύπου, ενώ συγχρόνως απορρόφησε νεοπλατωνικές ιδέες, που είχαν διαχυθεί στον ιουδαϊκό και αραβικό πολιτισμό της 'Ισπανίας του 12ου και 13ου αί.
Το βασικό έργο της Καββάλα, ή Ζωχάρ (Βίβλος Λαμπρότητας), που γράφηκε στην Ισπανία στην προσπάθεια να αναχαιτίσει το ορθολογιστικό ρεύμα, έδωσε στον παραδοσιακό Ιουδαϊσμό μιά κρυφή, μυστική ενέργεια. Κεντρική διδασκαλία της είναι η θεωρία περί 10 «σεφιρότ», που υπάρχουν ανάμεσα στον αΐδιο Θεό και στα δημιουργήματα του, των 10 περιοχών, στις όποιες η θεία απόρροια εκτείνει εαυτήν. Το «πλήρωμα» αυτών των σεφιρότ δεν απορρέει από τον Θεό, αλλά παραμένει εν τω Θεώ. Η Ζωχάρ τόνισε τον τελετουργικό συμβολισμό, ερμηνεύοντας τις ιεροτελεστίες ως μυστικά σημεία επαφής μεταξύ θείου και ανθρώπου, και γενικά ενίσχυσε την ιουδαϊκή αυτοσυνειδησία, φθάνοντας στο σημείο να διδάσκει ότι ο Ιουδαίος κατέχει μία ποιότητα ψυχής που λείπει από τον μη 'Ιουδαίο.
Στην Καββάλα αναπτύχθηκε επίσης και μιά περισσότερο προφητική ροπή, με κύριο εκφραστή τον Αβραάμ Μπέν Σεμουέλ Άμπουλάφια (1240-1291), ο οποίος, συνδυάζοντας πολλά στοιχεία φιλοσοφικών θεωριών του Μαϊμονίδη (1135/8-1204), αποσκοπεί να βοηθήσει την ψυχή να λύσει τα δεσμά που τη συγκρατούν στον κόσμο της πολλαπλότητας και να διευκολύνει την επιστροφή της στην πρωταρχική ενότητα. για την επίτευξη αυτού του σκοπού συνιστάται ιδιαίτερα η ενατένιση, ή θεωρία ενός αφηρημένου αντικειμένου, π .χ. τα γράμματα του εβραϊκού αλφαβήτου. Η ανύψωση της συνειδήσεως σε μιά υψηλότερη κατάσταση ενότητας με τον Θεό αναπτύσσει και την ανθρώπινη προφητική ικανότητα.
Τον 16ο αι. στην Παλαιστίνη ορισμένοι Ιουδαίοι μυστικοί, εξόριστοι από την Ισπανία, έδωσαν στην Καββάλα μεσσιανική εσχατολογική κατεύθυνση. Μία από τις διδασκαλίες αυτής της σχολής, της οποίας σημαντικότερος εκπρόσωπος είναι ο Ισαάκ Λούρια (1534-1572), υπογραμμίζει ότι με την προσευχή και την εν γένει ευσέβεια του ο Μυστικός συμβάλλει ενεργώς στην αποκατάσταση της αρχικής τάξεως του σύμπαντος.
Τον 18ο αι. αναπτύχθηκε στην Πολωνία ένας νέος Χασιδισμός, περισσότερο συναισθηματικός παρά διανοητικός, που υπήρξε μάλλον ανανεωτική κίνηση παρά νέα θεολογική σχολή. Άρχισε με τον Μπέστ (Ίσραέλ μπέν Έλιέζερ, 1700-1760) και τον μαθητή του Ντόβ Μπαέρ. Απορρίπτοντας τις μεσσιανικές υπερβολές υιοθέτησε πολλά στοιχεία της μυστικής ευσέβειας της Καββάλα. Πιο πρακτικός και κοινωνικός, τόνισε τον ηθικό βίο, το χαρούμενο πνεύμα που πηγάζει από μιά μυστική εσωτερική εμπειρία. Αντιδρώντας στις τάσεις των διανοουμένων της ραββινικής ηγεσίας στην Ουκρανία και τη Ν. Πολωνία, τόνιζε την αξία του άπλού Ιουδαίου. Με αφετηρία καββαλιστικές διδασκαλίες σχετικά με τις θείες απορροές μέσα στη δημιουργία, έδινε περισσότερη έμφαση στην εσωτερική στάση του ανθρώπου, στην προσκόλληση στον Θεό παρά στη διανοητική επεξεργασία και κατανόηση της παραδόσεως. Σταδιακά ο Χασιδισμός, ενώ κράτησε την ιδιαίτερη ταυτότητα του διαμορφώνοντας αυτοτελείς κοινότητες, απομακρύνθηκε από την καββαλιστική επίδραση και έγινε μέλος της ιουδαϊκής ορθοδοξίας (Ασκενάζι) των Ιουδαίων της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης. Μετά τον Β' παγκόσμιο πόλεμο χασιδικές ομάδες κατέφυγαν στην Αμερική.
Παρά την πολυμορφία και τις εξωτερικές επιδράσεις που τον επηρέασαν κατά καιρούς, ο ιουδαϊκός μυστικισμός κράτησε μιά δική του δυναμική ενότητα, με άξονα την Παλαιά Διαθήκη, την κυριαρχία του λόγου και την εσχατολογική προσδοκία.

Biβλιογραφία Ορθοδοξία, Ελληνισμός, πορεία στην 3η χιλιετηρίδα 1966, Ι. Μ. Κουτλουμουσίου, Αγίου Όρους

 Βλάσης Γ. Ρασσιάς, Ζευς, Συμβολή εις την επανανακάλυψης της Ελληνικής Κοσμοαντίληψης,.
 J. Leipold, Die Religionen in der Umwelt des Christentums, 1926
 O. Kern, Die griechischen mysterien der klassichen Zeit, 1927
 R. Reitzenstein, Die hellenistischen Mysterienreligionen, β΄ έκδοση, 1927
 Fr. Cumont, Les religions orientales dans l’ empire romain,1909
 Jachson, Zoroaster, The prophet of ancient Iran, 1892
 Lehmann, Zarathustra, 1899 - 1902
 Sanjana, Zarathustra and Zarathustrianism in the Avesta, 1906