Ἁγιολόγιον - Μάρτιος 01
Ἡ Ἁγία Εὐδοκία ἡ ἀπὸ Σαµαρειτῶν, Ὁσιοµάρτυς
Ἦταν ἀπὸ τὴν Ἠλιούπολη τῆς Συρίας καὶ ἔζησε ἐπὶ Τραϊανοῦ (98-117 µ.Χ.). Περνοῦσε τὴν ζωή της µέσα στὴν πορνεία καὶ τὶς ἀκολασίες. Ἡ ἐκθαµβωτικὴ καλλονή της εἵλκυε πολλοὺς ἐραστὲς καὶ ἔτσι συγκέντρωσε πολὺ πλοῦτο. Τὸ θεῖο ἔλεος ὅµως εὐδοκεῖ, ὥστε καὶ οἱ ψυχὲς ποὺ παρεκτράπησαν ἠθικὰ νὰ µὴ χάνουν ὁλότελα τὴν ἠθικὴ συναίσθηση, ἀλλὰ νὰ µένει κάτι ἀπὸ τὸν ἠθικὸ πόθο. Ἔτσι καὶ ἡ Εὐδοκία. Μετὰ ἀπὸ µία ἀρρώστια της, εἴτε ἀπὸ κορεσµό, εἴτε ἀπὸ ἐγωισµὸ πρὸς τοὺς φίλους της, διότι τὴν περίοδο ποὺ ἦταν ἄρρωστη τὴν εἶχαν ἐγκαταλείψει, δὲ συνέχισε τὴν προηγούµενη ζωή της. Ἐγκατέλειψε τὴν πόλη καὶ ἐπέστρεψε µετὰ ἀπὸ ἕνα χρόνο. Θέλησε νὰ µείνει ἄγνωστη καὶ γι᾿ αὐτὸ ἐγκαταστάθηκε στὰ τελευταῖα σπίτια τῆς πόλης. Ἐκεῖ, γνωρίζει µὲ θαυµατουργικὸ τρόπο τοὺς χριστιανοὺς τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας. Ἀναπαύεται τόσο πολὺ ἀπὸ τὴν διδασκαλία τοῦ Εὐαγγελίου (καὶ νουθεσιῶν κάποιου µοναχοῦ ὀνόµατι Γερµανοῦ), ποὺ ἀµέσως βαπτίζεται χριστιανὴ (ἀπὸ τὸν ἐπίσκοπο Θεόδοτο) καὶ µὲ τὴν µετάνοιά της καθαρίζεται ἀπὸ τὰ ἔκτροπα τῆς προηγούµενης ζωῆς. Ἀπὸ τότε ἀλλάζει ζωή. Δίνει τὴν περιουσία της στὰ ὀρφανὰ καὶ τοὺς φτωχοὺς καὶ γίνεται πιστὴ ἐργάτης τοῦ Εὐαγγελίου. Καὶ µάλιστα µέχρι µαρτυρικοῦ θανάτου. Ἔτσι ἡ Ἁγία Εὐδοκία ἔρχεται νὰ µᾶς θυµίσει τὰ αἰώνια λόγια του Κυρίου µας: ὅτι «οἱ τελῶναι καὶ αἱ πόρναι προάγουσιν ὑµᾶς εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ». Οἱ τελῶνες, δηλαδή, καὶ οἱ πόρνες, ποὺ στὴν ἀρχὴ ἔδειξαν ἀπείθεια στὸ Νόµο τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ µετὰ µετενόησαν καὶ πίστεψαν ἔµπρακτα σ᾿ Αὐτόν, θὰ προλάβουν στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐσᾶς, ποὺ µόνο στὰ λόγια πιστεύετε στὸ Θεό, ἐνῷ στὴν πράξη εἶστε ἄπιστοι.
Ἡ Ὁσία Δοµνίνα ἡ Νέα
Καταγόταν ἀπὸ τὴν πόλη Κῦρο τῆς Συρίας καὶ ἔζησε κατὰ τὸ πρῶτο µισό του 5ου αἰῶνα. Οἱ γονεῖς της, εὐσεβεῖς καὶ πλούσιοι, τὴν εἶχαν ἀναθρέψει χριστιανικότατα, καὶ τῆς παρεῖχαν τὰ µέσα γιὰ ἐλεηµοσύνες καὶ ἄλλα καλὰ ἔργα. Ὁ ἐπίσκοπος Θεοδώρητος, βλέποντας τὴν τόσο ζωντανὴ εὐσέβειά της, τὴν ἐκτιµοῦσε πολὺ καὶ τὴν χρησιµοποιοῦσε σὰν παράδειγµα στὶς πλούσιες νέες, ποὺ νόµιζαν, ὅτι µποροῦσαν νὰ συµβιβάσουν τὴν χριστιανοσύνη τους µὲ τὶς κοσµικὲς ἐπιδείξεις καὶ µαταιότητες. Καί, ὅσες φορὲς ἔβλεπε κόρη, ποὺ ποθοῦσε νὰ ἀκολουθήσει τὸν Εὐαγγελικὸ δρόµο, τῆς συνιστοῦσε νὰ συναναστρέφεται τὴν Δοµνίνα. Ἡ δὲ Δοµνίνα, καθοδηγοῦσε µὲ πολλή ἀδελφικὴ στοργὴ καὶ ταπεινοφροσύνη, προσπαθώντας νὰ µὴ φαίνεται, ὅτι ὑπερτερεῖ, πολλὲς φορὲς µάλιστα κάνοντας τὴν µικρότερη. Κατὰ τὰ δειλινά, ἡ Δοµνίνα συνήθιζε νὰ πηγαίνει στὴ γειτονική της ἐκκλησία, ὅπου ἔκανε δεήσεις µέσα στὴ σιγὴ τοῦ ναοῦ. Ἔτσι, µὲ τέτοιες ἅγιες ἀσχολίες, τελείωσε ἡ Δοµνίνα τὴν ζωή της καὶ πῆγε στὰ ἀθάνατα σκηνώµατα, ποὺ ἀποτέλεσαν τὸ διαρκῆ καὶ διακαῆ πόθο της σ᾿ ὅλη τὴν διάρκεια τῆς ἐπίγειας ζωῆς της.
Ἡ Ἁγία Ἀντωνίνα
Ἔζησε στὰ χρόνια του αὐτοκράτορα Διοκλητιανοῦ καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν Νίκαια τῆς Βιθυνίας. Θερµὴ χριστιανή, ἐργαζόταν γιὰ τὴν ἐξάπλωση τῆς πίστης µεταξὺ τῶν γυναικῶν τῆς εἰδωλολατρείας. Καταγγέλθηκε καὶ ὁµολόγησε ἀµέσως τὴν θεάρεστη δραστηριότητά της. Τότε τὴν ὑποχρέωσαν νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα, ἀλλὰ ἡ Ἀντωνίνα ἀρνήθηκε σθεναρὰ καὶ µάλιστα συνηγόρησε µπροστὰ στὸν ἔπαρχο ὑπὲρ τῆς χριστιανικῆς θρησκείας. Μετὰ ἀπὸ βασανιστήρια, τὴν ἔριξαν σὲ σκοτεινὴ ἀποµόνωση µὲ τὴν ἐλπίδα ὅτι θὰ καµφεῖ τὸ φρόνηµά της. Ὅταν τὴν ἔβγαλαν ἀπὸ τὴν φυλακή, ἡ Ἀντωνίνα ἀντέταξε τὴν ἴδια ἄρνηση στὶς προτροπὲς καὶ τὶς ἀπειλὲς τοῦ κριτῆ ν᾿ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό. Τότε τὴν ἔβαλαν µέσα σ᾿ ἕνα σακὶ καὶ τὴν ἔριξαν µέσα στὴ λίµνη τῆς Νίκαιας, παίρνοντας ἔτσι τὸ ἀθάνατο στεφάνι τοῦ µαρτυρίου. (Ἡ µνήµη της ἐπαναλαµβάνεται καὶ τὴν 12η Ἰουνίου).
Οἱ Ἅγιοι Μάρκελλος καὶ Ἀντώνιος
Μαρτύρησαν ἀφοῦ τοὺς ἔριξαν µέσα στὴ φωτιά.
Οἱ Ἅγιοι Σίλβεστρος καὶ Σωφρόνιος
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.
Ὁ Ἅγιος Νεστοριανός
Μαρτύρησε διὰ ξίφους.
Οἱ Ἅγιοι Χαρίσιος, Νικηφόρος καὶ Ἀγάπιος
Δὲν ὑπάρχει καµία πληροφορία γιὰ τὴν ζωή τους.
Ὁ Ἅγιος Σίλβεστρος Πατριάρχης
Ἡ µνήµη του ἀναφέρεται στὸ Ἱεροσολυµιτικὸ Κανονάριο σελ. 36 ὡς ἑξῆς: «Ἐν τὴν Ἀναστάσει, τοῦ ἁγίου πατριάρχου Σιλβέστρου». Ἡ πανήγυρή του γινόταν στὸν ναὸ τῆς Ἀναστάσεως, ἀλλὰ ἄγνωστο ποιᾶς πόλης Πατριάρχης ἦταν ὁ Σίλβεστρος, ποὺ τὴν µνήµη του γιορτάζει ἡ ἐκκλησία τῶν Ἱεροσολύµων.
Ὁ Ὅσιος Ἀγάπιος καὶ ὁ Ὅσιος Εὐδόκιµος
Ὁ Ὅσιος αὐτὸς ἦταν στὴ Σκήτη τοῦ Κολιτζοῦ τῆς περιοχῆς Βατοπαιδίου. Ὅµως, σὲ µία ἐπιδροµή τοης οἱ Ἀγαρηνοὶ πειρατὲς τὸν αἰχµαλώτισαν καὶ τὸν πούλησαν σὰν δοῦλο σ᾿ ἕναν ἄλλο Ἀγαρηνό. Αὐτὸς τὸν εἶχε δεµένο µὲ ἁλυσίδες, γιὰ τὸν φόβο µὴν ἀποδράσει, καὶ τὸν χρησιµοποιοῦσε στὶς πιὸ σκληρὲς καὶ βαριὲς ἐργασίες. Διὰ τῆς προσευχῆς καὶ κατὰ τὴν στιγµὴ ποὺ βρισκόταν στὴ φυλακή, ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος τὸν ἐλευθέρωσε. Τότε ὁ Ὅσιος ἀµέσως γύρισε στὸ Ἅγιον Ὄρος, στὸν Γέροντά του. Ἀλλ᾿ ὁ Γέροντας, µόλις τὸν εἶδε, τοῦ ἔκανε παρατήρηση διότι ἔφυγε κρυφὰ χωρὶς τὴν ἔγκριση τοῦ κυρίου του, καὶ τοῦ εἶπε ἀµέσως νὰ γυρίσει πίσω. Ὁ Ὅσιος Ἀγάπιος ἔκανε ὑπακοὴ καὶ ἐπέστρεψε στὸν Ἀγαρηνὸ κύριό του. Ἡ ἐνέργειά του αὐτὴ συγκίνησε τὸν Ἀγαρηνό, µὲ ἀποτέλεσµα αὐτὸς καὶ οἱ δυὸ γιοί του, µαζὶ µὲ τὸν ὅσιο Ἀγάπιο, νὰ ἔλθουν στὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ νὰ γίνουν µοναχοί. Γιὰ δὲ τὸν ὅσιο Εὐδόκιµο, βλέπε βιογραφικό του σηµείωµα τὴν 5η Ὀκτωβρίου.
Ὁ Ἅγιος Παρασκευὰς ὁ Τραπεζούντιος, νεοµάρτυρας
Ὁ Ἅγιος αὐτὸς νεοµάρτυρας δὲν ἀναφέρεται ἀπὸ τοὺς Συναξαριστές. Ἦταν ἀπὸ τοὺς προύχοντες τῆς Τραπεζούντας καὶ µαρτύρησε τὴν 1η Μαρτίου 1659 µὲ ἀπαγχονισµό. Τὸ σῶµα του παρέλαβαν οἱ χριστιανοὶ καὶ τὸ ἔθαψαν στὸν ναὸ τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Νύσσης. Κατόπιν ἀνακοµίσθηκε στὴ Μονὴ Θεοσκεπάστου τῆς Τραπεζούντας.
Ὁ Ἅγιος Παῦλος ὁ ὁσιοµάρτυρας
Ἄγνωστο ποὺ καὶ πότε µαρτύρησε, µᾶλλον ὅµως ἐπὶ τῶν εἰκονοµάχων, ἀφοῦ οἱ Συναξαριστὲς σηµειώνουν ὅτι ὑπὲρ τῶν ἁγίων εἰκόνων διὰ τοῦ πυρὸς ἐτελειώθη.
Ἡ Ἁγία Ἀναστασία ἡ νεοµάρτυς (Ἀντρέγιεβνα) (Ρωσίδα)
Διὰ Χριστὸν σαλή.
Ὁ Ἅγιος Danid (Οὐαλλός)
Λεπτοµέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ ἁγίου τῆς Ὀρθοδοξίας µπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρεττανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κοµµοδάτου, ἐπισκόπου Τελµησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.
Αγιολόγιον - Μάρτιος 02
Ὁ Ἅγιος Ἡσύχιος ὁ Συγκλητικός
Ἔζησε στὰ χρόνια του Γαλερίου Μαξιµιανοῦ, στὶς ἀρχὲς τοῦ Δ´ αἰῶνα µ.Χ., καὶ κατεῖχε τὸ ἀξίωµα τοῦ Συγκλητικοῦ. Ὅταν κηρύχθηκε ὁ διωγµὸς ἐνάντια στοὺς χριστιανούς, τοῦ προτείνεται νὰ σώσει τὴν ζωή του καὶ τὶς τιµές του, ἀρνούµενος τὴν πίστη του. Ὁ Ἡσύχιος µὲ θάρρος καὶ ἠρεµία ἐµµένει στὴν ὁµολογία τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Μαξιµιανός, ἀφοῦ δὲν µπόρεσε νὰ τὸν µεταπείσει µὲ συµβουλές, ὑποσχέσεις καὶ ἀπειλές, ἀφαιρεῖ τὰ τιµητικά του σύµβολα καὶ τὸν γελοιοποιεῖ µπροστὰ σ᾿ ὅλους τοὺς ἀξιωµατούχους. Ὁ Ἡσύχιος ἀτάραχος, ἀπάντᾳ µὲ τὰ λόγια του Κυρίου: «Δόξαν παρὰ ἀνθρώπων οὐ λαµβάνω». Δηλαδή, δόξα ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους δὲν ἐπιδιώκω νὰ πάρω. Ἐξοργισµένος ὁ Μαξιµιανός, διέταξε τὸ θάνατό του. Τότε µία στρατιωτικὴ συνοδεία τὸν ὁδήγησε στὸν ποταµὸ Ὀρόντη. Ἀφοῦ τοῦ ἔδεσαν µεγάλη πέτρα στὸ λαιµό, τὸν ἔριξαν στὸ πιὸ βαθὺ µέρος. Ἔτσι παρέδωκε τὸ πνεῦµα του στὸ Θεὸ τῆς δόξης, γιὰ νὰ τὸν δοξάσει καὶ Αὐτὸς στὴ µέλλουσα κρίση. Ἀλλὰ ἔδειξε καὶ σ᾿ ὅλους ἐµᾶς δυὸ µεγάλες ἀρετές, τὴν καταφρόνηση τῆς κοσµικῆς δόξας καὶ τὴν θυσία τῆς ζωῆς.
Ὁ Ἅγιος Θεόδοτος ἐπίσκοπος Κυρήνειας Κύπρου Ὁµολογητὴς καὶ Ἱεροµάρτυρας
Ἔζησε στὶς ἀρχὲς τοῦ 4ου µ.Χ. αἰῶνα, ὅταν ἡ εἰδωλολατρία κινδύνευε νὰ ἐκπνεύσει. Καὶ ζητοῦσε, ὅπως τὰ θανάσιµα πληγωµένα θηρία, νὰ πέσει µὲ ὅσες δυνάµεις τῆς ἀπέµειναν, νὰ ἐξοντώσει τὴν Ἐκκλησία. Ὁ ἅγιος Θεόδοτος, ἐπίσκοπος στὴν Κυρήνεια τῆς Κύπρου, µὲ τὸ µεγάλο ζῆλο του ὑπὲρ τῆς χριστιανικῆς πίστης καὶ γιὰ τὶς κατακτήσεις ποὺ ἐπιτύγχανε µέσα στὸν εἰδωλολατρικὸ κόσµο, προκάλεσε τὴν ὀργὴ τοῦ ἡγεµόνα Σαβίνου. Ἀφοῦ τὸν συνέλαβε, προσπάθησε νὰ τὸν πείσει ν᾿ ἀρνηθεῖ τὴν πίστη του στὸ Χριστό. Ὁ Θεόδοτος ὄχι µόνο δὲν ἀρνήθηκε τὴν πίστη του, ἀλλὰ καὶ µίλησε θαρραλέα στὸν ἡγεµόνα κατὰ τῆς εἰδωλολατρικῆς πλάνης καὶ τὸν ἐξόρκισε ν᾿ ἀρνηθεῖ τοὺς ψεύτικους θεούς. Τότε ὁ Σαβίνος τὸν βασάνισε σκληρά, ἀλλὰ µπροστὰ στὴν ἐξέγερση τοῦ χριστιανικοῦ πληθυσµοῦ, φοβήθηκε καὶ διέταξε νὰ µεταφερθεῖ ὁ καταπληγωµένος Ἱεράρχης στὴ φυλακή. Ἀλλὰ καὶ στὴ φυλακὴ ὁ Θεόδοτος δὲν ἐγκατέλειψε τὸ ἔργο του. Βρῆκε ἀνθρώπους, ὅπου τοὺς µετέδωσε τὴν ἀλήθεια καὶ ἔτσι ἔκανε µέσα στὴ φυλακὴ ἕνα µικρὸ ποίµνιο. Ἀργότερα, ἐπὶ Μεγάλου Κων/νου ἐλευθερώθηκε καὶ συνέχισε µὲ περισσότερο ζῆλο τὸ ἔργο του. Μετὰ δυὸ χρόνια ὅµως πέθανε, ἀφοῦ ἄφησε ἀλησµόνητο ὑπόδειγµα σὲ κλῆρο καὶ λαό. (Ἡ µνήµη του - ἀπὸ ὁρισµένους Συναξαριστὲς - περιττῶς ἐπαναλαµβάνεται τὴν 17η καὶ τὴν 19η Ἰανουαρίου).
Ὁ Ἅγιος Κόϊντος Ὁµολογητὴς καὶ Θαυµατουργός
Ἔζησε τὸν 3ο αἰῶνα µ.Χ. στὰ χρόνια του αὐτοκράτορα Λευκτίου Αὐρηλιανοῦ τοῦ Σιδηρόχειρα, καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν Φρυγία. Εἰδωλολάτρης πρίν, ἀλλὰ µὲ ἀγάπη πρὸς τὴν ἀλήθεια καὶ πόθο πρὸς τὴν ἀρετή, δὲν δυσκολεύτηκε νὰ ἀσπασθεῖ τὴν χριστιανικὴ πίστη, ὅταν ἄκουσε τὴν διδασκαλία της καὶ εἶδε τὶς ἀρετὲς τῶν πιστῶν της. Κάποτε λοιπόν, πῆγε σὲ κάποιο χωριό, τὴν Αἰολίδα, καὶ µοίραζε ἐλεηµοσύνη στοὺς φτωχούς. Ὁ δὲ ἡγεµόνας Ῥοῦφος, τὸν συνέλαβε, καὶ ὅταν τόν διέταξε νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα ἀµέσως κατέλαβε τὸν ἡγεµόνα δαιµόνιο. Τότε ὁ Ἅγιος, παρακάλεσε τὸν Θεὸ καὶ ὁ ἡγεµόνας ἐλευθερώθηκε ἀπὸ τὸ δαιµόνιο. Ὁ δὲ Ῥοῦφος, ὄχι µόνο ἄφησε ἐλεύθερο τὸν Κόϊντο, ἀλλὰ τοῦ ἔδωσε καὶ πολλὰ δῶρα γιὰ τὸ εὐεργέτηµα ποὺ τοῦ ἔκανε. Κατόπιν πῆγε σὲ µία ἄλλη πόλη, τὴν Κύµη, ὅπου µὲ τὴν βία οἱ εἰδωλολάτρες τὸν εἰσήγαγαν σὲ εἰδωλολατρικὸ ναὸ προκειµένου νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα. Καὶ ἐπειδὴ διὰ τῆς προσευχῆς τοῦ Ἁγίου ἔγινε σεισµὸς καὶ γκρεµίστηκε ὁ ναὸς τῶν εἰδώλων, ἔντροµοι οἱ εἰδωλολάτρες ἄφησαν ἐλεύθερο τὸν Ἅγιο. Μετὰ 40 µέρες, συνέλαβε τὸν Ἅγιο ὁ ἄρχοντας Κλέαρχος, ποὺ ἦταν φανατικὸς εἰδωλολάτρης καὶ διέταξε νὰ συντρίψουν τὰ σκέλη τοῦ Μάρτυρα. Ὅταν δὲ ἔγινε αὐτό, ἀµέσως αὐτὰ ἔγιναν σῶα καὶ ὑγιῆ, µὲ τὴν δύναµη τοῦ Χριστοῦ. Μετὰ ἀπὸ αὐτὰ ὁ Κόϊντος πήγαινε σὲ διάφορες πόλεις καὶ χωριά, γιὰ 10 ὁλόκληρα χρόνια καὶ γιάτρευε κάθε ἀσθένεια καὶ βοηθοῦσε τοὺς φτωχούς. Ἔτσι, µὲ τέτοια θαύµατα καὶ θεάρεστα ἔργα ποὺ ἔπραξε, παρέδωσε τὴν µακάρια ψυχή του στὸν Κύριο. (Ἡ µνήµη του περιττῶς ἐπαναλαµβάνεται καὶ τὴν 2α Ἰουλίου).
Οἱ Ἅγιοι Νέστορας καὶ Τριβίµιος (ἢ Τριβιµίνος)
Κατάγονταν ἀπὸ τὴν Πέργη τῆς Παµφυλίας. Στὰ χρόνια του βασιλιᾶ Δεκίου (249-251) καταγγέλθηκαν ὅτι ἦταν χριστιανοὶ καὶ µαστιγώθηκαν σκληρὰ µὲ µαστίγια ἀπὸ νεῦρα βοδιοῦ. Ἔπειτα τοὺς κρέµασαν καὶ τοὺς ἔσχισαν µέχρι τὰ σπλάχνα. Ἐπειδὴ ὅµως ἔµειναν ἀµετακίνητοι στὴν πίστη τους, ἀποκεφαλίστηκαν καὶ ἔτσι πῆραν τὰ στεφάνια τοῦ µαρτυρίου. (Πολὺ πιθανό, ὁ Ἅγιος Νέστορας, νὰ εἶναι ὁ ἴδιος µε αὐτὸν τῆς 28ης Φεβρουαρίου, διότι οἱ βιογραφίες τους συµπίπτουν).
Ὁ Ἅγιος Τρωάδιος καὶ οἱ µαζὶ µ᾿ αὐτὸν µαρτυρήσαντες
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους στὰ χρόνια του βασιλιᾶ Δεκίου (249-251).
Ἡ Ἁγία Εὐθαλία ἡ Παρθενοµάρτυς
Ἡ Ἅγια Εὐθαλία ζοῦσε στὴ Σικελία καὶ εἶχε µητέρα αἱµορροοῦσα, ποὺ ὀνοµαζόταν καὶ αὐτὴ Εὐθαλία. Κάποτε λοιπὸν ἡ µητέρα της, εἶδε στὸ ὄνειρό της τοὺς Ἁγίους Μάρτυρες Ἀλφειό, Φιλάδελφο καὶ Κυπρῖνο, ποὺ τὴν µνήµη τους γιορτάζουµε στὶς 10 Μαΐου, οἱ ὁποίοι τῆς εἶπαν: «Ἂν πιστέψεις στὸν Χριστὸ καὶ βαπτισθεῖς, θὰ γιατρευτεῖς καὶ θὰ σωθεῖς. Ἂν ὅµως ὄχι, τότε φύγε µακριά µας». Ὅταν ξύπνησε ἡ µητέρα Εὐθαλία πείστηκε απὸ τὰ λόγια τῶν Ἁγίων Μαρτύρων. Ἔτσι, µαζὶ µὲ τὴν θυγατέρα της Εὐθαλία, πίστεψαν στὸν Χριστὸ καὶ βαπτίσθηκαν. Ὑπῆρχε ὅµως καὶ ὁ γιός της Σερµιλιανός, ὁ ὁποῖος κόντεψε νὰ τὴν πνίξει, µόλις ἔµαθε ὅτι ἡ µητέρα του ἔγινε χριστιανή. Γλύτωσε τὸ βέβαιο θάνατο, µὲ τὴν βοήθεια κάποιας ὑπηρέτριας καὶ ἔφυγε. Ἡ δὲ θυγατέρα της, ἡ Ἁγία Εὐθαλία, ἔκανε δριµύτατη παρατήρηση στὸν ἀδελφό της, ποὺ θέλησε νὰ σκοτώσει τὴν µητέρα τους. Αὐτὸς δὲ τῆς εἶπε: «Μήπως καὶ σὺ εἶσαι Χριστιανή;». Ἡ Ἁγία ἀποκρίθηκε: «Ναί, Χριστιανὴ εἶµαι καὶ γιὰ τὸν Χριστὸ εἶµαι ἕτοιµη νὰ πεθάνω πρόθυµα». Τότε ὁ αἰσχρὸς ἀδελφός της, ἀφοῦ τὴν ἔδειρε δυνατά, ἔπειτα τὴν παρέδωσε σ᾿ ἕναν δοῦλο του νὰ τὴν βιάσει. Προσευχοµένη τότε ἡ Ἁγία τύφλωσε τὸν δοῦλο. Ὁ δὲ ἀδελφός της µόλις εἶδε τὸ γεγονός, σὰν ἄλλος Κάϊν, ἀποκεφάλισε τὴν ἀδελφή του καὶ ἔτσι ἡ µακαρία πῆρε τὸ ἀµάραντο στεφάνι τοῦ µαρτυρίου. (Σὲ κάποιον κώδικα Νὸ 73 τῆς Μονῆς Παναγίας στὴ Χάλκη, ἡ µνήµη τῆς ἁγίας φέρεται κατὰ τὴν 27η Αὐγούστου).
Οἱ Ἅγιοι Ἀνδρόνικος καὶ Ἀθανασία
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους. (Ἴσως νὰ εἶναι οἱ ἴδιοι µε αὐτοὺς τῆς 9ης Ὀκτωβρίου).
Ὁ Ἅγιος παπα-Νικόλας Πλανᾶς
Γεννήθηκε στὴ Νάξο τὸ 1851 ἀπὸ τὸν Ἰωάννη Πλανᾷ καὶ τὴν Αὐγουστίνα Μελισσουργοῦ-Πλανᾷ. Ἀπὸ µικρὸ παιδὶ ἀφιερώθηκε στὰ θεῖα καὶ τὴν ὑπηρεσία τῆς Ἐκκλησίας. Ἀπὸ 12 χρονῶν ὑπῆρξε ὑπηρέτης τοῦ Ἱεροῦ, σήκωνε τὰ ἁγία ἑξαπτέρυγα, ἀγρυπνοῦσε στὶς ὁλονυκτίες, καὶ ἀπὸ τῆς ἡλικίας ἐκείνης εἶχε ἐκδηλωθεῖ τὸ φιλέσπλαχνο τοῦ χαρακτῆρα του καὶ τὰ ἀλτρουιστικά του αἰσθήµατα. Τὸ ψωµὶ ποὺ τοῦ ἔδινε ἡ µητέρα του, τὸ µοιραζόταν µὲ τὰ ἄλλα παιδιὰ τοῦ χωριοῦ του, καὶ πολλὲς φορὲς εἶχε δώσει καὶ τὰ ῥοῦχα του ἀκόµα στὰ φτωχὰ παιδιά. Τὴ δεκαετία 1870-1880 ἦλθε στὴν Ἀθήνα. Ὅπου στὶς 4 Ἀπριλίου, τῶν Μυροφόρων, παντρεύτηκε τὴν Ἑλένη Προβελεγγίου ἀπὸ τὰ Κύθηρα. Καὶ τὸ 1880 ἀπέκτησε ἕνα παιδὶ τὸν Ἰωάννη. Ἡ γυναῖκα του, µετὰ ἀπὸ λίγο πέθανε. Τὸ 1879 ὅµως, 22 Ἰουλίου, χειροτονήθηκε διάκονος στὴ Μεταµόρφωση τοῦ Σωτῆρος στὴν Πλάκα καὶ τὸ 1884 χειροτονήθηκε Ἱερέας στὸ ναΐδριο τοῦ Προφήτη Ἐλισσαίου κοντὰ στὸν Παλαιὸ Στρατῶνα, ὅπου ἔψαλλε κάθε Κυριακὴ ὁ ἀείµνηστος διηγηµατογράφος Ἀλέξανδρος Παπαδιαµάντης. Λειτούργησε στὸν ναὸ τῆς Μεταµορφώσεως λίγο διάστηµα, καὶ κατόπιν τοποθετήθηκε στὸ τότε ἐξωκλῆσι τοῦ Ἁγίου Ἰωάννη Προδρόµου, µετόχι τῆς Μονῆς Σινᾶ. Ἡ ζωή του ὑπῆρξε πραγµατικὰ ζωὴ καλοῦ Σαµαρείτη. Πολλὲς οἱ ἀγαθοεργίες του καὶ τὰ θαύµατά του (ποὺ γιὰ εὐνόητους λόγους δὲν µποροῦν νὰ παρατεθοῦν στὸ ἐν λόγῳ Ἁγιολόγιο, µπορεῖ ὅµως ὁ ἀναγνώστης νὰ βρεῖ πολλὲς ἐκδόσεις µὲ πλήρη τὴν βιογραφία του). Πέθανε στὶς 2 Μαρτίου 1932 στὴν Ἀθήνα καὶ τὸν ἔθαψαν µπροστὰ στὸν Ἁη Γιάννη τοῦ Ἀγροῦ, ὅπου ὑπηρετοῦσε 50 χρόνια συνέχεια. Ἁγιοποιήθηκε τὸ 1992.
Ὁ Ἅγιος Chad (Σκωτσέζος)
Λεπτοµέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ ἁγίου τῆς Ὀρθοδοξίας µπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρεττανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κοµµοδάτου, ἐπισκόπου Τελµησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.
Ἁγιολόγιον - Μάρτιος 03
Οἱ Ἅγιοι Εὐτρόπιος, Κλεόνικος καὶ Βασιλίσκος
Ἡ καταγωγὴ αὐτῶν τῶν τριῶν πνευµατικῶν βλασταριῶν ἦταν ἀπὸ τὴν Ἀµάσεια τοῦ Πόντου (ὁρισµένοι συναξαριστὲς ἀναφέρουν ὅτι ἦταν καὶ συγγενεῖς τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Τήρωνος). Ὅταν ὁ Διοκλητιανὸς ἐξαπέλυσε ἄγριο διωγµὸ κατὰ τῶν χριστιανῶν, ὁ ἔπαρχος Ἀσκληπιοδότης ἀµέσως τοὺς συνέλαβε καὶ τοὺς ἀνέκρινε ἂν πράγµατι ἦταν χριστιανοί. Καὶ οἱ τρεῖς, χωρὶς κανένα δισταγµό, ὁµολόγησαν Χριστὸν Ἐσταυρωµένον. Ἀµέσως, ὁ ἔπαρχος διέταξε νὰ τοὺς βασανίσουν ἀνελέητα. Τὰ βασανιστήρια δὲν ἐπηρέασαν καθόλου τὸ θάῤῥος καὶ τὴν συνείδησή τους. Ἐνῷ τοὺς ἔδερναν καὶ τοὺς ἔκαιγαν ἀλύπητα, αὐτοὶ ζητοῦσαν τὴν βοήθεια τοῦ Χριστοῦ καὶ Τὸν ὑµνοῦσαν. Ἔτσι, οἱ µὲν Εὐτρόπιος καὶ Κλεόνικος πέθαναν µὲ σταυρικὸ θάνατο, ὁ δὲ Βασιλίσκος, ἀφοῦ φυλακίστηκε, πέθανε µετὰ ἀπὸ µύριες στερήσεις καὶ κακουχίες, χωρὶς νὰ καµφθεῖ τὸ φρόνηµά του καθόλου. Παρέµεινε µέχρι τελευταίας πνοῆς πιστὸς στὸ Χριστό. Μ΄ αὐτὸν τὸν τρόπο καὶ οἱ τρεῖς τεκµηρίωσαν τὰ θεόπνευστα λόγια τοῦ Ἰωάννη στὴν Ἀποκάλυψη, ὅτι «οὐκ ἤγαπησαν τὴν ψυχὴν αὐτῶν ἄχρι θανάτου». Γιὰ τὴν µαρτυρία δηλαδὴ τοῦ Χριστοῦ, οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ δὲν ἀγάπησαν τὴν ζωή τους, ἀλλὰ τὴν περιφρόνησαν µέχρι θανάτου.
Ὁ Ἅγιος Θεοδώρητος ἱεροµάρτυρας, πρεσβύτερος Ἀντιοχείας
Ἦταν τὰ θλιβερὰ χρόνια τοῦ Ἰουλιανοῦ τοῦ παραβάτη, ποὺ ὁ ἀσεβὴς αὐτὸς αὐτοκράτορας ἐξεδίωκε τὴν Ἐκκλησία, προσπαθώντας ν΄ ἀναστηλώσει τὴν εἰδωλολατρία. Οἱ διωγµοὶ αὐτοὶ βέβαια, ἐπεκτάθηκαν καὶ στὴν Ἀντιόχεια τὴν Μεγάλη. Πολλοὶ ὅµως ἀπὸ τοὺς κληρικούς της, ἔµειναν ἀκλόνητοι στὴν παράταξή τους, προστατεύοντας καὶ ἐνθαῤῥύνοντας τὸ ποίµνιο µὲ τὴν παρουσία τους. Μεταξὺ τῶν ἡρῴων αὐτῶν ἦταν καὶ ὁ Θεοδώρητος. Συνελήφθη λοιπὸν ἀπὸ τὸν ἔπαρχο τῆς πόλης (Ἰουλιανὸ ὀνοµαζόµενο, ποὺ κατὰ τὸν Σ. Εὐστρατιάδη ἦταν θεῖος τοῦ Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτη), ἀλλὰ διατήρησε ὅλη τὴν ἀκεραιότητα τοῦ θάῤῥους του. Ὁ ἔπαρχος στὴν ἀρχὴ τὸν περιποιήθηκε. Καὶ τόνισε τὴν µεγάλη ἀξία τοῦ Θεοδωρήτου, τὴν εὐφυΐα καὶ τὴν παιδεία του. Κατέληξε δὲ προτρέποντας τὸν Θεοδώρητο νὰ ἀπαρνηθεῖ τὸ Χριστό, καὶ νὰ προσέλθει στὴ θρησκεία τῶν εἰδώλων. Ὁ Θεοδώρητος τὸν ἄκουσε µὲ ὑποµονή, καὶ κατόπιν µεταξὺ ἄλλων εἶπε στὸν ἔπαρχο: «Πῶς νὰ προδώσω τὴν ἀλήθειαν, πῶς νὰ λιποτακτήσω ἀπὸ τὴν Ἐκκλησίαν τῆς πίστεως καὶ τῆς ζωῆς, πῶς νὰ ἀφήσω τὴν χριστιανικὴν ἐλπίδα, τὴν χύνουσαν τόσον φῶς καὶ τόσην παρηγοριὰν εἰς τοὺς ζοφώδεις ὁρίζοντας τοῦ βίου, πῶς νὰ φανῶ τόσον ἀχάριστος πρὸς τὸν Χριστόν µου, ὁ ὁποῖος ὑπὲρ ἐµοῦ ἔχυσε τὸ αἷµα του; Εἶµαι καὶ θὰ µείνω χριστιανός». Ὁ ἔπαρχος, ἐξεπλάγη µὲν ἀπὸ τὸ θάῤῥος του, διέταξε ὅµως καὶ τὸν ἀποκεφάλισαν.
Οἱ Ὅσιοι Ζήνων καὶ Ζωΐλος
Ἀπεβίωσαν εἰρηνικά.
Ἡ Ὁσία Πιαµοῦν ἡ Παρθένος
Καταγόταν ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο καὶ ἔζησε τὸν 4ο αἰῶνα µ.Χ. Νωρὶς στερήθηκε τὸν πατέρα της, ἀλλὰ ἡ µητέρα της τὴν ἀνέθρεψε καὶ τὴν πότισε µὲ τὰ νάµατα τῆς χριστιανικῆς εὐσέβειας. Μητέρα καὶ κόρη δόθηκαν µὲ ὅλη τους τὴν καρδιὰ σὲ ἔργα εὐσπλαχνίας καὶ φιλαδελφίας. Μὲ τὸ µικρὸ τοὺς εἰσόδηµα καὶ µὲ κόπους τῶν χεριῶν τους, παρηγοροῦσαν ἀσθενεῖς καὶ θλιβοµένους. Ἐπίσης στήριζαν τὴν κλονισµένη πίστη τῶν γυναικῶν καὶ ἡ διαγωγὴ τους ἐνέπνεε ἀγάπη καὶ σεβασµό. Ὅταν πέθανε ἡ µητέρα της, ἡ Πιαµοῦν αὔξησε τοὺς κόπους της στὶς ὑπηρεσίες τῶν εὐαγγελικῶν ἀγαθῶν. Ἡ ἁγιότητά της εἶχε φθάσει καὶ σὲ ἄλλες πόλεις. Κάποτε µάλιστα, κατάφερε µόνη της νὰ σώσει τὴν γενέτειρα πόλη της ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς, ὅταν δήλωσε σ΄ αὐτοὺς τὸ ὄνοµά της. Στὸ ἄκουσµα ἐκεῖνοι θυµήθηκαν τὸν Θεὸ καὶ ἀποχώρησαν εἰρηνικά. Ἡ Ἁγία πέθανε µέσα σὲ ἄπειρες εὐλογίες καὶ γενικὸ ἦταν τὸ πένθος τὴν ἡµέρα τῆς κηδείας της.
Ὁ Προφήτης Ἰωὰδ ἢ Ἰωήλ
Περιττῶς ἐδῶ ἐπαναλαµβάνεται ἡ µνήµη του. Βλέπε βιογραφία του τὴν 30η Μαρτίου, ὅπου καὶ ἡ κυρίως µνήµη του.
Ἡ Ὁσία Ἀλεξάνδρα ἡ ἐξ Ἀλεξανδρείας (4ος αἰ.)
Ἁγιολόγιον - Μάρτιος 04
Ὁ Ἅγιος Γεράσιµος ὁ Ἰορδανίτης
Γεννήθηκε ἀπὸ εὐσεβεῖς γονεῖς στὴ Λυκία, τὸν 7ο µετὰ Χριστὸν αἰῶνα. Ὁ σατανάς, ὅµως, τοῦ ἔπαιξε πονηρὸ παιγνίδι. Κατάφερε καὶ τὸν παρέσυρε στὴν αἵρεση τῶν Μονοφυσιτῶν. Ἀλλ΄ ὁ Θεός, ποὺ γνώριζε τὶς ἀγαθές του προθέσεις, εὐδόκησε νὰ λάµψει στὸ πνεῦµα του ἡ ἀλήθεια. Ὅταν κάποτε ἐπισκέφθηκε τὸν Ἅγιο Εὐθύµιο, ποὺ ἦταν βαθὺς γνώστης τῶν Γραφῶν, καὶ τὸν ἄκουσε µὲ ταπεινὸ φρόνηµα, κατάφερε καὶ ἀναγνώρισε τὴν ὀρθόδοξη ἀλήθεια. Σὰν χαρακτῆρας, ὁ Γεράσιµος ἦταν πολὺ αὐστηρός µε τὸν ἑαυτό του. Ἔτρωγε καὶ κοιµόταν τόσο, ὅσο χρειαζόταν. Ἔλεγε, µάλιστα, ὅτι ὁποῖος θέλει νὰ ζήσει περισσότερο, πρέπει νὰ κοιµᾶται λιγότερο. Ὄχι µόνο διότι ὁ πολὺς ὕπνος κάνει τρυφηλό, ἄρα ἀνίσχυρο στοὺς κόπους τὸ σῶµα, καὶ πολὺ εὐάλωτο στὶς ἀσθένειες, ἀλλὰ καὶ διότι ζωὴ εἶναι κυρίως τὸ µέρος τοῦ χρόνου ποὺ ἔχουµε συνείδηση. Πότε αὐτὸ συµβαίνει; Ὅταν εἴµαστε ξύπνιοι. Καὶ πρόσθετε: «Εἶπαν οἱ σοφοὶ τὸν ὕπνο ἀδελφὸ τοῦ θανάτου. Θέλεις λοιπὸν νὰ βρίσκεσαι περισσότερα χρόνια στὴ ζωή; Μεῖνε λιγότερες ὧρες στὸ κρεβάτι σου. Διότι αὐτὸ εἶναι ἕνα εἶδος φερέτρου καὶ ἐµποδίζει ἀπὸ τὴν ἐνέργεια, ποὺ εἶναι ἡ θεµελιώδης βάση τῆς ζωῆς». Ἀργότερα ὁ Γεράσιµος, κοντὰ στὸν Ἰορδάνη, ἵδρυσε κοινοβιακὴ ἀδελφότητα, ὅπου ὅλοι µαζὶ ἦταν µία ψυχὴ καὶ µία καρδιά. (Νὰ σηµειώσουµε ἐδῶ, ὅτι τὰ στοιχεῖα, ἀπὸ τοὺς Συναξαριστές, γιὰ τὸν χρόνο ποὺ ἔζησε ὁ Ἅγιος Γεράσιµος, στεροῦνται ἱστορικῆς βάσεως, διότι ὁ Μέγας Εὐθύµιος µὲ τὸν ὁποῖο συναντήθηκε ὁ Ἅγιος Γεράσιµος, ἔζησε τὸν 5ο αἰῶνα µ.Χ. καὶ ὄχι τὸν 7ο ποὺ ὑποτίθεται ὅτι γεννήθηκε ὁ Ἅγιος Γεράσιµος. Ἑποµένως ὁ χρόνος τῆς ζωῆς τοῦ Ἁγίου Γερασίµου, παρατίθεται ἐδῶ µὲ ἐπιφύλαξη).
Οἱ Ἅγιοι Παῦλος καὶ Ἰουλιανή
Ἔζησαν στὰ χρόνια του αὐτοκράτορα Αὐρηλιανοῦ. Πατρίδα τους ἦταν ἡ Πτολεµαΐδα, αὶ εἶχαν εὐσεβεῖς γονεῖς, ποὺ τοὺς ἀνέθρεψαν µὲ πολλὴ εὐσέβεια καὶ ἔνθερµη ἀφοσίωση πρὸς τὴν στρατευόµενη Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Παῦλος, µεγαλύτερος τῆς ἀδελφῆς του Ἰουλιανῆς, ὅταν καταρτίστηκε καλὰ γύρω ἀπὸ τὴν χριστιανικὴ ἀλήθεια, ἐπεδίωκε συναναστροφὲς εἰδωλολατρῶν συνοµηλίκων του, µὲ τὴν προοπτικὴ νὰ τοὺς φέρει πρὸς τὸ χριστιανικὸ φῶς. Τὸ παράδειγµά του ἀκολούθησε καὶ ἡ ἀδελφή του.Ὅταν ὅµως ὁ αὐτοκράτωρ Αὐρηλιανὸς ἦλθε στὴν Πτολεµαΐδα, οἱ ἐκεῖ εἰδωλολάτρες, κατήγγειλαν τοὺς δυὸ χριστιανοὺς ἀδελφούς, ὅτι ἦταν πολὺ θρασεῖς καὶ προσβλητικοὶ ἐναντίον τῶν εἰδώλων. Ὁ αὐτοκράτωρ τοὺς συνέλαβε καὶ τοὺς διέταξε ν΄ ἀπαρνηθοῦν τὸ Χριστό. Τὰ δυὸ ἀδέλφια ἀπάντησαν, ὅτι ἡ ψυχή τους καὶ ἡ θρησκευτική τους συνείδηση ἀνήκουν στὸ Χριστό, καὶ ὅτι µόνο ἀπ΄ Αὐτὸν µποροῦσαν νὰ παίρνουν τέτοιου εἴδους διαταγές. Ἀκολούθησε τότε ἐναντίον τους, σειρὰ ἀνεκδιήγητων σκληρῶν βασανισµῶν. Ὑπέµειναν ὅµως µὲ καταπληκτικὸ θάῤῥος καὶ ἀλύγιστη καρτερία, τόση, ὥστε καὶ αὐτοὶ οἱ δήµιοί τους Κοδρᾶτος, Ἀκάκιος καὶ Στρατόνικος, ἀφοῦ πέταξαν τὰ βασανιστικὰ ὄργανα, ἔπεσαν στὰ πόδια τοὺς ὁµολογώντας τὸ Χριστό. Ὅµως, νέοι δήµιοι ξέσχισαν τὰ σώµατα τῶν µαρτύρων µὲ σιδερένια ὄργανα καὶ ἔτσι ἔλαβαν µαρτυρικὸ θάνατο. (Ἡ µνήµη τους περιττῶς ἐπαναλαµβάνεται τὴν 17η Αὐγούστου καὶ τὴν 27η ἢ 28η Μαΐου ἀπὸ ὁρισµένους Συναξαριστές).
Οἱ Ἅγιοι Κοδρᾶτος, Ἀκάκιος καὶ Στρατόνικος
Αὐτοὶ ἦταν δήµιοι στὰ χρόνια του βασιλιᾶ Αὐρηλιανοῦ (270-275). Πίστεψαν στὸν Χριστὸ κατὰ τὸ µαρτύριο τῶν Ἁγίων Παύλου καὶ Ἰουλιανῆς στὴν Πτολεµαΐδα, µὲ ἀποτέλεσµα νὰ ἀποκεφαλιστοῦν.
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ἐπίσκοπος Κύπρου
Στὸν Πατµιακὸ κώδικα 266 ἡ µνήµη του συνοδεύεται µὲ αὐτὴ τοῦ Ἀδριανοῦ, καὶ λέγεται ἐπίσκοπος Κωνσταντίας τῆς Κύπρου. Ἴσως καὶ ὁ Ἀδριανὸς αὐτός, ποὺ δὲν µνηµονεύεται πουθενὰ ἀλλοῦ, νὰ ἦταν καὶ αὐτὸς ἐπίσκοπος Κύπρου. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ (κατὰ τὸν DeΙ. 5 Μαρτίου).
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ἐπίσκοπος Ἀσσου τῆς Ἀνατολῆς
Καταγόταν ἀπὸ τὴν Μυτιλήνη, ἀπὸ τὸ χωριὸ Ἀκόρνη (1150µ.Χ.), ποῦ βρίσκεται κοντὰ στὴν Ἱερὰ (ἀρχαία πόλη τῆς Λέσβου, ποὺ ἐρείπιά της βρίσκονται στὸ βόρειο ἄκρο τῆς δυτικῆς πλευρᾶς τοῦ στοµίου τοῦ κόλπου τῆς Γέρας). Εἶχε γονεῖς εὐσεβεῖς τὸν Γεώργιο καὶ τὴν Μαρία, ποὺ παρακαλοῦσαν τὸν Θεὸ µὲ δάκρυα νὰ τοὺς δώσει παιδί. Ὁ Θεὸς εἰσάκουσε τὶς προσευχές τους καὶ τοὺς ἔδωσε ἕνα ἀγοράκι ποὺ τὸ ὀνόµασαν Γεώργιο (τὸν µετέπειτα Γρηγόριο). Καὶ τὸ µεγάλωναν µὲ µεγάλη ἐπιµέλεια, µαθαίνοντάς του τὰ θεῖα καὶ ἱερὰ γράµµατα. Κατόπιν γιὰ νὰ συµπληρώσει τὶς σπουδές του πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου γνωρίστηκε µὲ τὸν Ἱεροµόναχο Ἀγάθωνα, ἡγούµενο σ΄ ἕνα ἀπὸ τὰ µοναστήρια τῆς Ἀνατολῆς. Ἀργότερα ὁ Γρηγόριος πῆγε στὸ µοναστήρι τοῦ Ἀγάθωνα καὶ ἔµεινε κοντά του τρία χρόνια, ἀσκούµενος στὴν ἀρετή. Ἔπειτα ἐπέστρεψε στὴν πατρίδα του καὶ ἀπὸ ἐκεῖ πῆγε γιὰ προσκύνηµα στὰ Ἱεροσόλυµα, καὶ προχώρησε στὰ ἡσυχαστήρια τοῦ Ἰορδάνη, ὅπου ἔγινε µοναχὸς καὶ ἀργότερα Ἱεροµόναχος. Μὲ τὶς συστάσεις τοῦ Ἀγάθωνα, ἔγινε ἐπίσκοπός της Ἄσσου τῆς Μυσίας, ποὺ ἀπεῖχε ἕνα χιλιόµετρο ἀπὸ τὴν ἀκτὴ τοῦ Ἀδραµυτηνοῦ κόλπου. Ἐκεῖ ὁ Γρηγόριος ἔδωσε ὅλο του τὸν ἑαυτό, γιὰ τὴν πνευµατικὴ ἀναβάθµιση τῆς ἐπισκοπῆς του. Ἀλλ΄ οἱ κακοµαθηµένοι καὶ φθονεροὶ πρόκριτοι τῆς πόλης, τὸν ἀνάγκασαν νὰ παραιτηθεῖ. Στὴν ἀρχὴ πῆγε στὴν Τένεδο, ὅπου ἡσύχασε γιὰ ἀρκετὸ καιρὸ σὲ µία Μονή. Ἀργότερα ἀφοῦ πέρασε ἀπὸ τὴν πατρίδα του, κατέληξε στὸ ὄρος Πρηῶν τῆς Δ. Μικρᾶς Ἀσίας, ὅπου ἵδρυσε ἡσυχαστήριο καὶ κατόπιν ναὸ στὸ ὄνοµα τῆς Θεοτόκου. Ἐκεῖ λοιπόν, µὲ µία µικρὴ συνοδεία περνοῦσε τὸν καιρό του µὲ προσευχὴ καὶ λατρεία. Κάποτε- κάποτε κατέβαινε στὶς πόλεις καὶ κήρυττε τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι παρέδωσε τὸ πνεῦµα του στὸν Κύριο ὁ ταπεινόφρων Γρηγόριος.
Ἁγιολόγιον - Μάρτιος 05
Ὁ Ἅγιος Κόνων ὁ Ἴσαυρος
Ὁ Ἅγιος Κόνων ἔζησε στὰ ἀποστολικὰ χρόνια καὶ καταγόταν ἀπὸ ἕνα χωριὸ (τὴ Βιδανή) τῆς Ἰσαυρίας. Οἱ γονεῖς του Νέστωρ καὶ Νάδα στὴν ἀρχὴ ἦταν εἰδωλολάτρες. Ἀλλ᾿ ἔπειτα δέχθηκαν τὴν χριστιανικὴ πίστη, µαζὶ µὲ τὸν ὡραῖο, ἔφηβο τότε, γιό τους. Ὁ Κόνων νυµφεύθηκε µία χριστιανὴ κόρη (τὴν Ἄννα), µέσα ἀπὸ τὸ χριστιανικὸ ὅµιλο τῆς ἐποχῆς ἐκείνης. Ἀπὸ τὴν ἀρχὴ συµφώνησαν καὶ οἱ δυὸ νὰ ζοῦν σὰν ἀδέλφια καὶ νὰ ἀφιερωθοῦν στὴ διάδοση τῆς χριστιανικῆς ἀλήθειας. Οἱ εἰδωλολάτρες συµπολῖτες τοῦ Κόνωνα ἔβλεπαν µὲ πολὺ δυσαρέσκεια τὶς χριστιανικές του δραστηριότητες. Ἔφεραν τοὺς πιὸ δυνατοὺς στὸ λόγο ἐθνικοὺς γιὰ νὰ τὸν ἀποστοµώσουν, ἀλλὰ αὐτὸς µὲ τὸ φωτισµὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύµατος, τοὺς φίµωνε. Ἀλλὰ καὶ αὐτοὶ ἀπὸ ἐγωισµὸ γίνονταν χειρότεροι. Μία µέρα, πῆγε σ᾿ ἕναν εἰδωλολατρικὸ ναὸ καὶ ἔκανε γιὰ τὴν ἰδιαίτερη αὐτὴ περίσταση αὐτὸ ποὺ λέει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ: «Διὰ πάσης προσευχῆς καὶ δεήσεως, προσευχόµενοι ἐν παντὶ καιρῷ ἐν Πνεύµατι». Νὰ παρακαλεῖτε, δηλαδή, τὸ Θεό, µὲ κάθε εἶδος προσευχῆς καὶ αἴτησης. Νὰ προσεύχεσθε σὲ κάθε καιρό, µὲ τὸ φωτισµὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύµατος. Προσευχήθηκε, λοιπόν, καὶ ὁ Κόνων στὸ Χριστό, µὲ ἀποτέλεσµα νὰ γίνει κοµµάτια τὸ εἴδωλο τοῦ ναοῦ. Φωνὴ θρηνώδης ἀκούστηκε ἀπ᾿ ὅλους καὶ ὁµολόγησαν τὸ Χριστὸ ὡς Υἱὸ τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι ὁ Κόνων µὲ τὰ ἔργα του, καὶ κυρίως µὲ τὴν προσευχή, πέτυχε νὰ σωθοῦν πολλὲς ψυχὲς ἀπὸ τὴν εἰδωλολατρία. Ἄλλη δὲ µαρτυρία ἀναφέρει, ὅτι ἐπὶ ἡγεµόνος τῆς Ἰσαυρίας Μάγνου, συνελήφθη καὶ κακοποιήθηκε. Ἀλλ᾿ οἱ χριστιανοὶ ποὺ φωτίστηκαν ἀπὸ τὸν Ἅγιο, ἔτρεξαν ἐπὶ τόπου καὶ ἀπείλησαν νὰ σκοτώσουν τὸν ἡγεµόνα, ὁ ὁποῖος φοβήθηκε, ἔφυγε καὶ ἄφησε ἐλεύθερο τὸν Κόνωνα. Μετὰ τὸ περιστατικὸ αὐτό, ἔζησε ἀλλὰ δυὸ χρόνια καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Ὁ Ἅγιος Κόνων ὁ Κηπουρός
Ἔζησε τὸν 3ο αἰῶνα µ.Χ. καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν Ναζαρέτ. Ἀναχώρησε ἀπὸ τὴν πατρίδα του καὶ πῆγε στὴν πόλη Μάνδρα τῆς Παµφυλίας, καὶ ἔµενε σὲ κάποια τοποθεσία ποὺ ὀνοµαζόταν Κάρµηλα ἢ Κάρµενα. Ἐκεῖ καλλιεργοῦσε κῆπο, φυτεύοντας διάφορα λάχανα γιὰ νὰ ἐξοικονοµήσει τὰ ἀναγκαῖα της ζωῆς. Ἦταν τόσο ἀκέραιος στὸ φρόνηµά του καὶ ἁπλός, ὥστε ὅταν συνάντησε ἐκείνους ποὺ εἶχαν διαταγὴ νὰ τὸν συλλάβουν καὶ εἶδε ὅτι τὸν χαιρετοῦσαν, ἀνταποκρίθηκε καὶ αὐτὸς µὲ ὅλη του τὴν καρδιά. Ὅταν τοῦ εἶπαν ὅτι τὸν καλεῖ ὁ ἡγεµόνας Πούπλιος, ἐκεῖνος ἀπάντησε: «Τί χρειάζοµαι ἐγὼ στὸν ἡγεµόνα, τὴν στιγµὴ µάλιστα ποῦ εἶµαι χριστιανός; Ἂς καλέσει καλύτερα τοὺς ὁµοϊδεάτες του». Τότε δεµένο τὸν ἔφεραν στὸν ἡγεµόνα, ποὺ τὸν παρακινοῦσε µὲ τὴν βία νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα. Μὲ βαριὰ καρδιὰ ὁ Ἅγιος, ἔβρισε τὸν τύραννο καὶ τοῦ εἶπε ὅτι εἶναι ἀληθινὸς χριστιανὸς καὶ ὅσα βασανιστήρια νὰ τοῦ κάνουν δὲν θὰ ἀλλαξοπιστήσει. Ἀµέσως τότε κάρφωσαν τὰ πόδια του καὶ τὸν ἀνάγκασαν νὰ τρέχει µπροστὰ ἀπὸ τὴν ἅµαξα τοῦ ἡγεµόνα µέχρι ποὺ ξεψύχησε. Ἔτσι ἔλαβε τὸ αἰώνιο στεφάνι τοῦ µαρτυρίου.
Ὁ Ὅσιος Μᾶρκος ὁ Ἀσκητὴς καὶ Θαυµατουργός
Ἦταν Ἀθηναῖος καὶ ἔζησε τὸν 4ο αἰῶνα µ.Χ. Στὴν Ἀθήνα ἔλαβε ἀξιόλογη µόρφωση, καὶ µαζὶ µὲ τὴν ἐπίδοσή του στὴν ἑλληνικὴ φιλοσοφία διακρίθηκε καὶ στὴ µελέτη τῶν ἁγίων Γραφῶν. Κατόπιν ἀναχώρησε ἀπὸ τὴν Ἀθήνα καὶ πῆγε στὴν Ἀντιόχεια. Ἐκεῖ τὸν ἔφερε ἡ µεγάλη φήµη τοῦ ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Χρυσοστόµου, κοντὰ στὸν ὁποῖο καὶ µαθήτευσε. Παρέµεινε µέσα στὴν κοσµικὴ κοινωνία, καταρτίζοντας τὸν ἑαυτό του τελειότερα στὴ σπουδὴ καὶ τὴν γνώση τῶν ἀνθρωπίνων πραγµάτων µέχρι τοῦ τεσσαρακοστοῦ ἔτους τῆς ἡλικίας του. Ἔπειτα ἀποσύρθηκε σὲ µία µικρὴ κοινοβιακὴ συντροφιά, ὅπου διακρίθηκε γιὰ τὴν φιλάδελφη καὶ προσεκτικὴ συµπεριφορά του. Ἔγραψε ἀρκετὰ συγγράµµατα, ἀπὸ τὰ ὁποῖα σῴζονται µόνο µερικοὶ λόγοι καὶ ἐπιστολές, καθὼς καὶ συµβουλευτικὲς πραγµατεῖες. Εἶναι δὲ τόση ἡ πρακτικότητα καὶ ἡ ὠφέλειά τους, ὥστε ἐλέχθη γιὰ τὸν συγγραφέα τους, ὅτι: «Πάντα πώλησαν καὶ Μᾶρκον ἀγόρασαν». Νὰ ὅµως, καὶ µερικὰ ἀπὸ τὰ πολύτιµα παραγγέλµατά του: «Προτιµότερον, λέγει, νὰ σὲ βλάπτουν οἱ ἄνθρωποι παρὰ νὰ σὲ ἐξουσιάζουν οἱ δαίµονες. Ὁ ἁπλοῦς, ἀλλὰ ταπεινόφρων ἄνθρωπος εἶναι σοφώτερος ἀπὸ τοὺς σοφούς. Ὅποιος ἐνθυµεῖται τὰ προηγούµενα σφάλµατά του, προφυλάσσεται ἀπὸ τὰ µέλλοντα. Ἐὰν δὲν ὑπέστῃς θλίψεις νὰ µὴ νοµίζῃς ὅτι ἔχεις ἄρετην. Διότι δὲν εἶναι τίποτε ὅ,τι φύεται µέσα εἰς τὴν ἄνεσιν».
Ὅσιος Μᾶρκος ὁ Ἀθηναῖος
Συγκεχυµένες καὶ ἀσαφεῖς οἱ πληροφορίες γιὰ τὴν ζωή του. Ἀπὸ διήγηση τοῦ Ὁσίου Σεραπίωνος µαθαίνουµε ὅτι ἀσκήτευσε τὸν 4ο αἰῶνα µ.Χ. στὴν ἔρηµο πέραν τῆς χώρας τῶν Χετταίων, µᾶλλον πέραν τῆς Αἰγύπτου, στὸ ὄρος τῆς Θρᾴκης (ὄχι βέβαια τῆς ἑλληνικῆς) γιὰ 95 ὁλόκληρα χρόνια. Πατρίδα του ἦταν ἡ Ἀθήνα. Ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Ἴσως νὰ εἶναι τὸ ἴδιο πρόσωπο µὲ τὸν προηγούµενο ὅσιο Μᾶρκο τὸν Ἀσκητή.
Ὁ Ἅγιος Εὐλόγιος
Μαρτύρησε στὴν Παλαιστίνη διὰ ξίφους.
Ὁ Ἅγιος Εὐλάµπιος
Μαρτύρησε στὴν Παλαιστίνη διὰ ξίφους.
Ὁ Ἅγιος Ἀρχέλαος καὶ οἱ µαζὶ µ᾿ αὐτὸν 152 Μάρτυρες
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους. (Στὸ Κουτλουµουσιανὸ Μηναῖο οἱ µάρτυρες ἀριθµοῦνται 142).
Οἱ Ἅγιοι Φώτιος καὶ Κύριλλος
Μᾶλλον ἀνῆκαν στοὺς 152 Μάρτυρες, ποὺ µαρτύρησαν µαζὶ µὲ τὸν Ἅγιο Ἀρχέλαο.
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης νεοµάρτυρας ἀπὸ τὴν Βουλγαρία
Ἦταν ὡραῖος στὸ σῶµα καὶ ἐγγράµµατος. Κάποτε µπλέχτηκε σὲ µία περιπέτεια καὶ ἀρνήθηκε τὸν Χριστό. Οἱ τύψεις συνειδήσεως ὅµως, γιὰ τὴν ἀποστασία του, τὸν ἔφεραν ἀπὸ τὴν Βουλγαρία στὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἐκεῖ ὑποτάχθηκε σ᾿ ἕναν µονόχειρα µοναχό, τῆς Λαύρας τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου. Ἦταν 18 χρονῶν ὅταν ἔφυγε ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη. Ἐκεῖ ντύθηκε τούρκικα ροῦχα, µπῆκε στὸ τέµενος τῆς Ἁγίας Σοφίας καὶ ἔκανε µπροστὰ στοὺς Τούρκους τὸ σηµεῖο τοῦ Σταυροῦ, καὶ προσκύνησε µὲ χριστιανοπρέπεια. Οἱ Τοῦρκοι ἀµέσως τὸν συνέλαβαν καὶ ἐπειδὴ δὲν µπόρεσαν νὰ τὸν µεταστρέψουν στὴ θρησκεία τους, τὸν ἀποκεφάλισαν στὴν αὐλὴ τῆς Ἁγίας Σοφίας στὶς 5 Μαρτίου 1784.
Ὁ Ἅγιος Γεώργιος νεοµάρτυρας ἀπὸ τὴν Ραψάνη
Ὁ νεοµάρτυς ἅγιος Γεώργιος ὁ ἐκ Ραψάνης, ἦταν γόνος τῆς σπουδαίας οἰκογενείας τῶν Χατζηλασκαρέων καὶ ἀπόφοιτος τῆς φηµισµένης σχολῆς τῆς πατρίδος του. Ἄσκησε τὸ ἐπάγγελµα τοῦ γραµµατοδιδασκάλου στὴ γενέτειρά του. Ἡ ἀλλαγὴ ἑνὸς νεαροῦ ἀλλοθρήσκου ἀπετέλεσε τὴν αἰτία τοῦ µαρτυρίου τοῦ Γεωργίου. Τὸ συνέλαβαν, τὸν δίκασαν σύντοµα καὶ τὸν κατεδίκασαν τελεσίδικα σὲ θάνατο µὲ βασανιστήρια. Παρέδωσε µὲ ἀποκεφαλισµὸ τὸ πνεῦµα του στὶς 5 Μαρτίου τοῦ 1818 σὲ ἡλικία 20 ἐτῶν. Ὁ θάνατος ἀπετέλεσε «τὴν γενέθλιον ἡµέραν» τῆς ζωῆς του καὶ οἱ θαυµαστὲς αποκαλύψεις του πιστοποίησαν ἀκόµα µία φορὰ ὅτι «τοῖς ἁγίοις τοῖς ἐν τῇ γῇ αὐτοῦ ἐθαυµάστωσεν ὁ Κύριος». Τὰ δὲ λείψανα τοῦ ἁγίου µετεφέρθησαν ἀπὸ τοὺς συγγενεῖς του µάρτυρος εἰς Ραψάνην καὶ εὑρίσκονται σήµερον εἰς τὴν οἰκίαν «Καραβασίλη» ὅπου καίει µπροστά τους ἀκοίµητη κανδήλα, καὶ εἶναι προσιτὰ εἰς κάθε εὐλαβὴ προσκυνητή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου