Ἡ Σύλληψις τῆς Θεοτόκου
Ὑπὸ τῆς Ἁγίας Ἄννης Μητέρας τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Γιὰ τὴν µητέρα τῆς Θεοτόκου Ἄννα δὲν ἀναφέρουν τίποτα σχετικὸ τὰ Εὐαγγέλια, οὔτε τὰ ὑπόλοιπα βιβλία τῆς Καινῆς Διαθήκης. Ὅτι ξέρουµε γι᾿ αὐτή, τὸ γνωρίζουµε ἀπὸ τὰ λεγόµενα ἀπόκρυφα Εὐαγγέλια. Σύµφωνα µὲ τὴν διήγηση αὐτή, ποὺ συµφωνεῖ µὲ τὴν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, ὁ Ἱερέας Ματθᾶν, κάτοικος τῆς Βηθλεέµ, ἀπέκτησε τρεῖς θυγατέρες: τὴν Μαρία, τὴν Σοβὴ καὶ τὴν Ἄννα. Ἡ Μαρία, ἀφοῦ παντρεύτηκε στὴ Βηθλεέµ, γέννησε ἐκεῖ τὴν Ἐλισάβετ, τὴν µητέρα τοῦ Ἰωάννη τοῦ Βαπτιστῆ. Ἡ Ἄννα παντρεύτηκε τὸν Ἰωακεὶµ ἀπὸ τὴν Γαλιλαῖο. Μετὰ ἀπὸ πολλὰ χρόνια ἀτεκνίας, ἀπέκτησε κόρη, τὴν Παρθένο Μαρία. Ἡ παράδοση ἀναφέρει ὅτι οἱ γονεῖς της τὴν ἀφιέρωσαν στὴν ὑπηρεσία τοῦ Ναοῦ τῆς Ἱερουσαλήµ, σὲ ἡλικία τριῶν ἐτῶν. Αὐτοὶ δὲ µετὰ ἀπὸ λίγα χρόνια πέθαναν. Τὴν Ἁγία Ἄννα τιµοῦσαν ἀπὸ τὰ ἀρχαία χρόνια. Τὸ συµπεραίνουµε αὐτὸ ἀπὸ διάφορους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ ἀρχαίους ἐκκλησιαστικοὺς ὕµνους, ποὺ ὑπάρχουν πρὸς τιµὴν τῆς µητέρας τῆς Θεοτόκου. Ἐπίσης, τὸ ἔτος 550, ὁ αὐτοκράτωρ Ἰουστινιανός, ἀφιέρωσε ναὸ στὴν Κωνσταντινούπολη πρὸς τιµὴν τῆς Ἁγίας Ἄννας. Ἂς ζητᾶµε λοιπὸν τὶς πρεσβεῖες τῆς Ἁγίας Ἄννας πρὸς τὸ Θεό, γιὰ τὴν ἐνδυνάµωση τῆς ψυχῆς µας καὶ τὴν τελικὴ σωτηρία της.
Ἡ Ἁγία Ἄννα ἡ προφήτιδα, Μητέρα τοῦ προφήτη Σαµουὴλ
Ἦταν στεῖρα γιὰ πολλὰ χρόνια καὶ βυθίστηκε σὲ µεγάλη θλίψη. Ἡ ψυχή της ποθοῦσε νὰ σφίξει στὴν ἀγκαλιά της ἕνα δικό της παιδί. Ἀλλ᾿ ὁ καιρὸς περνοῦσε καὶ ἡ στείρωση παρέµενε. Παρ᾿ ὅλα αὐτὰ ὅµως ἡ Ἄννα, ποὺ ἦταν σύζυγος τοῦ Ἐλκανᾶ γιοῦ τοῦ Ἱερεµεήλ, ἀπὸ τὴν Ἀρµαθαίµ, εἶχε συνεχῆ ἐλπίδα στὸ Θεό. Καὶ κάθε χρόνο, ἀνέβαινε στὸν οἶκο τοῦ Κυρίου στὴ Σηλῶ καὶ προσευχόταν µὲ δάκρυα καὶ νηστεῖες. Ὁ καλός της σύζυγος Ἐλκανά, προσπαθοῦσε νὰ τὴν παρηγορήσει, ἀλλ᾿ ἡ Ἄννα ἦταν ἀπαρηγόρητη καὶ συνεχῶς προσευχόταν στὸν Θεὸ νὰ τῆς χαρίσει παιδὶ καὶ αὐτὴ θὰ τὸ ἀφιέρωνε σ᾿ Αὐτόν. Ἡ θερµὴ προσευχή της εἰσακούστηκε καὶ ἡ Ἄννα συνέλαβε. Ἔκανε γιὸ καὶ τὸν ὀνόµασε Σαµουήλ. Μετὰ τὴν ἀπογαλάκτιση τοῦ παιδιοῦ, οἱ δυὸ γονεῖς ἀνέβηκαν στὴ Σηλῶ µαζὶ µὲ τὸν Σαµουὴλ καὶ µὲ ὅ,τι ὅριζε ὁ νόµος σ᾿ αὐτὲς τὶς περιστάσεις. Ἐκεῖ ἡ εὐσεβὴς Ἄννα ἔφερε τὸ παιδάκι της στὸν Ἱερέα Ἠλί, γιὰ νὰ τὸ ἀφιερώσει στὴν ὑπηρεσία τοῦ οἴκου τοῦ Κυρίου. Καὶ γεµάτη χαρὰ καὶ ἐνθουσιασµὸ εἶπε τὸν ὑπέροχο ὕµνο: «Ἐστερεώθη καρδία µου ἐν Κυρίῳ, ὑψώθη κέρας µου ἐν Θεῷ µου, ἐπλατύνθη ἐπ᾿ ἐχθρούς µου τὸ στόµα µου, εὐφράνθην ἐν σωτηρίᾳ σου... κλπ.». Μετὰ ἀπ᾿ αὐτό, ἡ θεία χάρη εὐλόγησε τὴν πίστη καὶ τὴν εὐσεβῆ ἀφοσίωση τῆς Ἄννας ἀκόµη περισσότερο. Τῆς χάρισε τρεῖς ἀκόµα γιοὺς καὶ δυὸ θυγατέρες. Καὶ πραγµατοποιήθηκε ἔτσι ἡ προφητική της ἐνόραση, κατὰ τὴν ὁποία εἶπε: «στείρα ἔτεκεν ἑπτά, καὶ ἡ πολλὴ ἐν τέκνοις ἠσθένησεν». Γιὰ τὴν Ἄννα αὐτή, ὁ Χρυσόστοµος ἀφιέρωσε πολλὲς καὶ λαµπρὲς ὁµιλίες.
Ὁ Ὅσιος Στέφανος ὁ νεολαµπὴς «ὁ ἐν τῷ Ἁγίῳ Ἀντίπᾳ κειµένου»
Γεννήθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ ἔζησε τὸν 8ο αἰῶνα µ.Χ. Ἀνατράφηκε µὲ εὐσέβεια ἀπὸ τοὺς γονεῖς του Ζαχαρία καὶ Θεοφανῶ καὶ ἀγωνίστηκε γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία θερµότατα, στὰ χρόνια ποὺ βασίλευε ὁ Θεόφιλος ὁ εἰκονοµάχος. Ὅταν ἐπὶ βασιλίσσης Θεοδώρας ἦλθε ὁ θρίαµβος τῆς Ὀρθόδοξης πίστης, ὁ Πατριάρχης Μεθόδιος χειροτόνησε τὸν Στέφανο πρεσβύτερο καὶ τὸν κατάταξε στὸν κλῆρο τῆς ἀρχιεπισκοπῆς Κωνσταντινουπόλεως. Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ πατέρα του Ζαχαρία, κληρονόµησε µεγάλη περιουσία, τὴν ὁποία διαµοίρασε σὲ φιλανθρωπικὰ ἱδρύµατα καὶ ὁ ἴδιος ἀφοσιώθηκε στὶς ὑποχρεώσεις τῆς ἱερῆς διακονίας, φωτίζοντας καὶ ἐνισχύοντας µὲ τὴν διδασκαλία του ψυχές. Κατοικοῦσε δὲ στὴν περιοχὴ τοῦ ναοῦ τοῦ Ἁγίου Ἀντίπα, ὅπου προσέρχονταν πολλοὶ καὶ ἀπὸ ὅλες τὶς τάξεις, ἑλκυσµένοι ἀπὸ τὴν φήµη τῆς ἀρετῆς καὶ τῆς διδακτικότητάς του. Ὁ Ὅσιος Στέφανος πέθανε εἰρηνικὰ σὲ ἡλικία 73 ἐτῶν, ποὺ ὅλα πέρασαν στὴν ὑπηρεσία τοῦ Θεοῦ.
Ὁ Ἅγιος Σωσίθεος
Μαρτύρησε διὰ ξίφους.
Ὁ Ἅγιος Ναρσῆς ὁ Πέρσης
Μαρτύρησε διὰ ξίφους.
Ὁ Ἅγιος Ἰσαάκ
Μαρτύρησε διὰ ξίφους. Μᾶλλον εἶναι ὁ ἴδιος µ᾿ αὐτὸν τῆς 22ας Σεπτεµβρίου.
Ἡ Ἁγία Βάσσα
Πατρικία καὶ ἡγουµένη µονῆς γυναικείας στὴν Ἱερουσαλήµ, ὅπου ἵδρυσε καὶ τὴν Μονὴ τοῦ Ἁγίου Μηνᾷ, ποὺ ἡγούµενός της ὑπῆρξε ὁ ἐπίσκοπος Ἰαµνίης, Στέφανος. Ἡ µνήµη της ἀναφέρεται στὸ Ἱεροσολυµιτικὸ Κανονάριο (σελ. 120).
Ὁ Ἅγιος Ἐάσιος
Ἄγνωστος στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Ἁγίου Νικόδηµου καὶ τὰ Μηναῖα. Ἡ µνήµη του βρίσκεται στὸν Παρισινὸ Κώδικα 1621 ὡς ἑξῆς: Ἔζησε ἐπὶ Διοκλητιανοῦ (284-304) καὶ ὅτι, καταγγέλθηκε σὰν χριστιανὸς στὸν ἄρχοντα Καλβησιανό. Καὶ ἀφοῦ ὁµολόγησε τὸν Χριστό, πρῶτα τὸν ἔδεσαν χειροπόδαρα, ἔπειτα τὸν κρέµασαν πάνω σ᾿ ἕνα ξύλο καὶ τὸν ἔγδαραν µὲ σιδερένια νύχια. Κατόπιν τοῦ ἔσπασαν τὶς κνῆµες καὶ τὸν ἔριξαν στὴ φυλακή. Στὴ συνέχεια, ἀφοῦ τὸν ἔβγαλαν ἀπὸ τὴν φυλακὴ καὶ τὸν βασάνισαν πάλι σκληρά, τελικὰ τὸν ἀποκεφάλισαν. Ἡ βιογραφία του µάρτυρα αὐτοῦ, εἶναι ὅµοια µὲ αὐτὴ τοῦ µάρτυρα Ἐὔπλου (11 Αὐγούστου) καὶ καθόλου ἀπίθανο ὁ Ἐὔπλους, ἀπὸ ἀπροσεξία, νὰ ἔγινε Ἐάσιος.
Ἡ Ἁγία Wulhilda (Ἀγγλίδα)
Λεπτοµέρειες γιὰ τὴ ζωὴ αὐτῆς τῆς ἁγίας τῆς ὀρθοδοξίας, µπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρετανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κοµµοδάτου, ἐπισκόπου Τελµησοῦ, Ἀθῆναι 1985.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου