Ὁ αὐτοκράτορας Λικίνιος τὸ 320-22 γιὰ νὰ εὐχαριστήσει τοὺς εἰδωλολάτρες, ποὺ ἀντιπαθοῦσαν τὸ Μ. Κωνσταντῖνο, διέταξε διωγµοὺς κατὰ τῶν χριστιανῶν. Μεταξὺ ἄλλων βιαίων µέτρων, ἔκλεινε καὶ γκρέµιζε τὶς ἐκκλησίες τους καὶ ἐµπόδιζε τὸν ἐκκλησιασµό τους. Ποιός, ὅµως, θὰ τολµήσει νὰ διαµαρτυρηθεῖ φανερά; ὁ διάκονος Ἐρµύλος, - σύµφωνα µε τὴν προτροπὴ τοῦ Κυρίου µας: «Ἔχετε θάῤῥος, ἐγὼ νίκησα τὸν κόσµο» καθὼς καὶ τὴν διαβεβαίωση τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: «ὁ Θεὸς δέ µας ἔδωσε πνεῦµα δειλίας, ὥστε νὰ µᾶς φοβίζουν οἱ ἀπειλὲς καὶ οἱ διωγµοί, ἀλλά µας ἔδωσε πνεῦµα καὶ χάρισµα δυνάµεως γιὰ νὰ ἀντέχουµε στοὺς πειρασµούς»- ἀντιδρᾷ φανερὰ καὶ ἔντονα. Αὐτὸ ἀµέσως καταγγέλλεται καὶ διατάζεται ὁ βασανισµός του. Πρῶτα µαστιγώνεται µὲ ἀκανθωτὰ µαστίγια καὶ µετὰ ῥίχνεται στὴ φυλακή. Τὸ µαρτύριο δὲ φέρνει τὸ ζητούµενο ἀποτέλεσµα, καὶ µετὰ ἀπὸ λίγες µέρες ξανὰ βασανίζεται µὲ φρικτότερο τρόπο. Ἐκεῖ κοντά, ἦταν καὶ ἕνας στενός του φίλος, ὁ Στρατόνικος, ποὺ δὲν µπόρεσε νὰ συγκρατήσει τὰ δάκρυά του βλέποντας τὸ µαρτύριο τοῦ Ἐρµύλου.Ὅµως, ἦταν ἔγκληµα νὰ δακρύσει κανεὶς γιὰ ἕνα χριστιανὸ µάρτυρα, ὁπότε θανατώνουν καὶ τοὺς δυὸ µαζί. Ἔτσι, ἀπὸ κοινοῦ ἀξιώθηκαν νὰ πάρουν τὸ στεφάνι τοῦ µαρτυρίου.
Ὁ Ὅσιος Ἰάκωβος Ἐπίσκοπος Νισίβεως
Ὁ Ὅσιος Ἰάκωβος ἔζησε στὰ χρόνια του Μ. Κωνσταντίνου. Καταγόταν ἀπὸ τὴν Νίσιβιν τῆς Μεσοποταµίας, τῆς ὁποίας ἔγινε καὶ Ἐπίσκοπος. Ἦταν ἄριστος γνώστης τῶν ἁγίων Γραφῶν, καὶ συγχρόνως ἀσκητικὸς στὴν προσωπική του ζωή. Ὁ Ἰάκωβος πίστευε, ὅτι ὁ Ἐπίσκοπος πρέπει νὰ φαίνεται ἀπὸ τὰ ἔργα του καὶ ὄχι ἀπὸ τὴν ἐξωτερικὴ ἐµφάνιση καὶ ἐπίδειξη. Ὁ Ἰάκωβος εἶχε πάρει µέρος καὶ στὴν Α΄ Οἰκουµενικὴ Σύνοδο (325) στὴ Νίκαια τῆς Βιθυνίας. Ἀλλ΄ ἐκτὸς ἀπὸ εὐσέβεια, διακατεχόταν καὶ ἀπὸ ἔνθερµη φιλοπατρία. Ὅταν κάποτε οἱ Πέρσες πολιόρκησαν τὴν Νίσιβιν, ὁ ἐπίσκοπος Ἰάκωβος ὑπῆρξε ὁ κύριος συντελεστὴς - µὲ τὴν δύναµη τῆς πίστης του καὶ τὴν ἠθικὴ ἐπιῤῥοή του - τῆς ἀπόκρουσης τῶν ἐχθρῶν καὶ τῆς διάλυσης τῆς πολιορκίας. Πέθανε σὲ βαθειὰ γεράµατα. Ἀλλὰ ὁ ζῆλος του δὲν εἶχε γεράσει καθόλου. Διατηρήθηκε ζωηρὸς καὶ ἀκµαῖος µέχρι τέλους (ἡ µνήµη του ἐπαναλαµβάνεται καὶ τὴν 31η Ὀκτωβρίου).
Ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος µάρτυρας
Μαρτύρησε διὰ ῥαβδισµοῦ.
Οἱ Ἅγιοι Παχώµιος καὶ Παπυρῖνος
Μαρτύρησαν ἀφοῦ τους ἔπνιξαν µέσα σὲ ποτάµι.
Τὰ Ἐγκαίνια τῆς Μονῆς Προφήτη Ἠλία τῆς ὀνοµαζοµένης τοῦ Βαθέως Ῥύακος
Ἡ Μονὴ αὐτὴ βρίσκεται κοντὰ στὴν Τρίγλια δηλαδὴ στὰ Μουδανιὰ τῆς Μ. Ἀσίας.
Ὁ Ὅσιος Μάξιµος ὁ Καυσοκαλυβίτης
Μοναχογιὸς εὐσεβῶν γονέων ἀπὸ τὴν πόλη Λάµψακο. Ὀνοµαζόταν προηγουµένως Μανουὴλ καὶ ἀνατράφηκε ἀπὸ παιδὶ στὰ θεῖα, καὶ σωτήρια διδάγµατα τοῦ Κυρίου µας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Τὸ µοναχικὸ σχῆµα τὸ πῆρε σ΄ ἕνα Μοναστήρι τοῦ ὄρους Γάνου, ὅπου, κοντὰ σ΄ ἕναν ἐξαίρετο γέροντα, τὸν Μᾶρκο, ἀναδείχτηκε ἀκούραστος καὶ ἀκατάβλητος στὴ µελέτη, τὴν προσευχή, τὴν κυριαρχία τῆς γλώσσας, τὴν ἀγάπη καὶ στὴν ὁµόνοια. Ἔπειτα πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου ἡ ἀρετή του τὸν ἔφερε συνοµιλητὴ µὲ τὸν αὐτοκράτορα Ἀνδρόνικο Παλαιολόγο. Κατόπιν πῆγε στὴ Θεσσαλονίκη γιὰ νὰ προσκυνήσει τὸ ἅγιο λείψανο τοῦ ἁγίου Δηµητρίου, καὶ ἀπὸ κεῖ τράβηξε γιὰ τὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἐκεῖ κατέληξε στὴ Μονὴ τῆς Λαύρας, ἀλλ΄ ἀργότερα µὲ ἄδεια τοῦ ἡγουµένου λόγω τῆς ἀρετῆς του, γύρισε ὅλο τὸν Ἄθω. Οἱ µεγάλοι ἀσκητικοί του ἀγῶνες συγκρίνονται µὲ αὐτοὺς τῶν µεγάλων ἀσκητῶν τῆς Αἰγύπτου. Ἐπειδὴ ἔκανε συχνὲς µετακινήσεις, κατόπιν ἔκαιγε τὴν καλύβα του, γιὰ νὰ ἀσκεῖται στὴν πλήρη ἀκτηµοσύνη. Γι΄ αὐτὸ καὶ ὀνοµάστηκε Καυσοκαλυβίτης. Ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ τὸ 1320 σὲ ἡλικία 95 ἐτῶν, διατηρῶντας ὅλη τὴν δύναµη καὶ τὴν διαύγεια τοῦ νοῦ του.
Ὁ Ὅσιος Εἰρήναρχος ὁ Ἔγκλειστος
Ῥῶσος (+ 1613).
Ὁ Ἅγιος Κentigern ἢ Μungo, ἐπίσκοπος Γλασκώβης (Σκωτίας)
Λεπτοµέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτού του ἁγίου της ὀρθοδοξίας, µπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρεττανικῶν Νήσων» τοῦ Χριστόφορου Κων. Κοµµοδάτου, ἐπισκόπου Τελµησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου