Σάββατο 15 Ιανουαρίου 2011

Ἁγιολόγιον - Ἰανουάριος - 15

Ὁ Ὅσιος Παῦλος ὁ Θηβαῖος
Ὁ ἐρηµικὸς καὶ ἥσυχος τόπος εἶναι ἀπὸ τοὺς βασικοὺς παράγοντες ἀνάπτυξης τῆς αὐτοσυγκέντρωσης καὶ προσευχῆς πρὸς τὸ Θεό. Αὐτὸ φαίνεται καθαρὰ στὴ ζωὴ τοῦ Ἁγίου Παύλου τοῦ Θηβαίου. Ἀνῆκε σὲ πλούσια οἰκογένεια τῆς Κάτω Θηβαΐδας τῆς Αἰγύπτου. Ὅταν ὁ Δέκιος (249-251) κήρυξε τὸν τροµερὸ διωγµὸ κατὰ τῶν χριστιανῶν, ὁ Παῦλος, µόλις 15 χρονῶν, χάνει τοὺς γονεῖς του. Μὲ ἐσωτερικὴ παρακίνηση τοῦ Ἁγίου Πνεύµατος (κάτ΄ ἄλλους φοβούµενος µὴ παραδοθεῖ στοὺς διῶκτες τῶν χριστιανῶν ἀπὸ τὸν ἐπ΄ ἀδελφῇ γαµπρό του, ποὺ τοῦ ζητοῦσε τὴν περιουσία) φεύγει καὶ ζητᾷ καταφυγὴ σωτηρίας στὴν ἔρηµο. Ἐκεῖ, µέσα στὴν ἡσυχία τῆς φύσης, βρῆκε καιρὸ γιὰ συστηµατικὴ µελέτη καὶ προσευχή. Ὅταν πέρασε ὁ διωγµὸς τοῦ Δεκίου καὶ ἐπανῆλθε ἡ γαλήνη, ὁ Παῦλος ἐξακολουθεῖ νὰ µένει στὴν ἔρηµο καί, µάλιστα, ἀποφασίζει νὰ µείνει µόνιµα. Τόσο δὲ ὁλοφάνερη εἶχε γίνει µέσα στὴν ἔρηµο ἡ πνευµατικὴ ὑπεροχή του καὶ ἡ ταπεινοφροσύνη του, ὥστε, ὅπως κάποτε στὸν Κύριό µας, ἔρχονταν πλήθη λαοῦ νὰ Τὸν ἀκούσουν, ἔτσι καὶ στὸν Παῦλο ἔρχονταν πολλοὶ ἀναχωρητὲς νὰ τὸν ἀκούσουν καὶ νὰ τὸν συµβουλευθοῦν. Ἡ φήµη του εἶχε φθάσει καὶ στὴν ἀκοὴ τοῦ µεγάλου Ἀντωνίου, ποὺ κίνησε καὶ τὸν συνάντησε µέσα σὲ ἀτµόσφαιρα ἀνέκφραστης χαρᾶς. Ὅταν µετὰ ἀπὸ λίγους µῆνες ἐπανῆλθε ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος, βρῆκε τὸν ὅσιο Παῦλο πεθαµένο, καὶ δυὸ λιοντάρια ἔστεκαν κοντὰ στὸν τάφο του, τὸν ὁποῖο εἶχαν σκάψει µὲ τὰ νύχια τους. Ὁ µεγάλος ἐρηµίτης ἦταν τότε 113 χρονῶν.

Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Καλυβίτης
Ἔζησε στὰ µέσα του 5ου µ.Χ. αἰῶνα (κάτ΄ ἄλλους γεννήθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη στὶς ἀρχὲς τοῦ 5ου µ.Χ. αἰῶνα) καὶ ἦταν γιὸς τοῦ Εὐτροπίου, συγκλητικοῦ στὸ ἀξίωµα, καὶ τῆς Θεοδώρας. Ὁ Ἰωάννης δὲν θέλησε ν΄ ἀκολουθήσει τὸ δρόµο τῶν δυὸ µεγαλυτέρων ἀδελφῶν του, ποὺ κατέλαβαν λαµπρὰ ἀξιώµατα. Ἀλλὰ προτιµοῦσε νὰ ἀφιερωθεῖ στὴν ὑπηρεσία τῆς πίστης. Ἐπειδὴ ὅµως οἱ γονεῖς του ἐπέµεναν, ἔφυγε ἀπὸ τὸ πατρικό του σπίτι στὴ Μονὴ τῶν Ἀκοιµήτων, ὅπου καὶ ἔγινε µοναχός. Ἀλλά, µετὰ ἀπὸ καιρό, ἡ ἀγάπη γιὰ τοὺς γονεῖς του ἄναψε θερµὴ στὴν καρδιά του. Ὅταν µάλιστα πληροφορήθηκε, ὅτι ἡ µητέρα του ἦταν ἀπαρηγόρητη γιὰ τὴν ἐξαφάνισή του, καὶ ὁ πατέρας του ἀκολουθοῦσε ζωὴ ἐντελῶς κοσµική. Ἀποφάσισε λοιπὸν νὰ ἀναχωρήσει ἀπὸ τὴ Μονὴ Ἀκοιµήτων µε τὴν συγκατάθεση τοῦ ἡγουµένου. Παρουσιάσθηκε στοὺς γονεῖς του ὡς ἕνας ἄγνωστος µοναχός. Αὐτοὶ δὲν τὸν γνώρισαν. Ἀλλ΄ ἦταν τόση µεγάλη ἡ εὐγένεια τῆς φυσιογνωµίας καὶ τῶν λόγων του, ποὺ τὸν παρακάλεσαν νὰ ἔρχεται καθηµερινὰ στὸ σπίτι. Δέχθηκε µὲ τὴν συµφωνία νὰ τοῦ κατασκευάσουν µία καλύβα στὸ βάθος τοῦ περιβολιοῦ τῆς πατρικῆς του οἰκίας. Ἐκεῖ ὁ Ἰωάννης ἔστησε τὴν κατοικία του, καὶ µέσα σὲ τρία χρόνια κατάφερε, µὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ, νὰ φέρει στὸ σωστὸ δρόµο τοὺς γονεῖς του. Τὴν ἡµέρα ὅµως ποὺ ἀποκάλυψε πὼς ἦταν γιός τους, ὁ Θεὸς παρέλαβε τὴν µακάρια ψυχή του.

Ὁ Ἅγιος Πανσόφιος
Ὁ Ἅγιος αὐτὸς ἦταν ἀπὸ τὴν Ἀλεξάνδρεια στὰ χρόνια του βασιλιᾶ Δεκίου (250). Ὁ πατέρας του ὀνοµαζόταν Νεῖλος καὶ εἶχε τὸ ἀξίωµα τοῦ ἀνθυπάτου. Ὁ Πανσόφιος σπούδασε σὲ µεγάλο βαθµὸ τὰ Ἑλληνικὰ γράµµατα, καθὼς ἐπίσης καὶ τὴν Ἁγία Γραφή. Ὅταν πέθανε ὁ πατέρας του, µοίρασε τὴν περιουσία του στοὺς φτωχοὺς καὶ ἀποσύρθηκε στὴν ἔρηµο. Ἐκεῖ ἔζησε 27 ὁλόκληρα χρόνια ἀσκούµενος στὴν ἀρετὴ καὶ τὴν ἡσυχία. Καταγγέλθηκε ὅµως στὸν Αὐγουσταλιό της Ἀλεξανδρείας, ὁ ὁποῖος διέταξε καὶ τὸν ἔφεραν µπροστά του. Ἐκεῖ ὁ Πανσόφιος µὲ τὴν ἀρετὴ καὶ τὴν µεγάλη γνώση ποὺ τὸν διέκρινε, συνέτριψε µία πρὸς µία τὶς πλάνες τῶν εἰδώλων. Ἐξευτελισµένος ὁ τύραννος διέταξε καὶ τὸν ἔδειραν µέχρι θανάτου. Ἔτσι ἔνδοξα ἔλαβε τὸ στεφάνι τοῦ µαρτυρίου.

Οἱ Ἅγιοι ἕξι Μάρτυρες
Ἀπεβίωσαν εἰρηνικά. (Γιατί ἀναφέρονται σὰν µάρτυρες, δὲ γνωρίζουµε).

Οἱ Ἅγιοι Ἐλπίδιος, Δάναξ καὶ Ἑλένη
Ἄγνωστοι στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Ἁγίου Νικόδηµου, ἐκτὸς τοῦ Δάνακτος, ποὺ µνηµονεύεται κατὰ τὴν 16η Ἰανουαρίου. Ὅλοι µαζὶ βρίσκονται στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Delehaye Sinaxaria Selecta σελ. 393, 50, χωρὶς βιογραφικὰ στοιχεῖα.

Ὁ Ὅσιος Γαβριήλ
ὁ ἐν Λεσνόβῳ Σερβίας (+ 11ος αἰ.).

Ἡ Ἁγία Ἴτα, ἡγουµένη (Ἰρλανδή)
Λεπτοµέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτῆς τῆς ἁγίας τῆς ὀρθοδοξίας, µπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρεττανικῶν Νήσων» τοῦ Χριστόφορου Κων. Κοµµοδάτου, ἐπισκόπου Τελµησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου