Ἅγιος Κλήµης ἐπίσκοπος Ἀγκύρας καὶ ὁ Ἅγιος Ἀγαθάγγελος
Ὁ πατέρας τοῦ Κλήµη ἦταν εἰδωλολάτρης. Πέθανε, ὅµως, νωρὶς καὶ ἡ ἀνατροφὴ τοῦ Κλήµη ἔγινε µὲ ὅλη τὴν χριστιανικὴ ἐπιµέλεια, ἀπὸ τὴν εὐσεβέστατη µητέρα του. Ὅταν µεγάλωσε, ἡ παιδεία του, ἡ φιλανθρωπία του καὶ οἱ ἄλλες φηµισµένες ἀρετές του τὸν ἀνέδειξαν ἐπίσκοπο τῆς πατρίδας του Ἀγκύρας. Τὸ µεγάλο ἀξίωµα δὲν τὸν ἔκανε νὰ πέσει στὴ µεγάλη παγίδα τῆς ἀλαζονείας, Ἀντίθετα, ἀνέπτυξε περισσότερο τὴν ἐνεργητικότητά του, γιὰ νὰ ἀνταποκριθεῖ στὶς πνευµατικὲς καὶ ὑλικὲς ἀνάγκες τοῦ ποιµνίου του. Ἐκεῖνο, ὅµως, ποὺ πρέπει νὰ προσέξουµε ἰδιαίτερα στὸν ἐπίσκοπο Κλήµη, εἶναι ὅτι φρόντιζε πατρικὰ γιὰ τὰ ὀρφανὰ καὶ τοὺς φτωχούς. Παρηγοροῦσε τοὺς πάσχοντες, µὲ ἰδιαίτερη προσοχὴ ἔπαιρνε στὴν Ἐκκλησία παιδιὰ ἐγκαταλελειµµένα καὶ ἔκθετα, φροντίζοντας ὄχι µόνο γιὰ τὴν συντήρησή τους, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν κατήχηση καὶ βάπτισή τους. Ὅλα αὐτά µας δίνουν τὸ δικαίωµα νὰ ποῦµε ὅτι ἡ πίστη του ἦταν ζωντανή, µὲ ἔργα. Διότι «ἡ πίστις, ἐὰν µὴ ἔργα ἔχει, νεκρά ἐστι καθ΄ ἑαυτήν».Ἡ πίστη, δηλαδή, ἂν δὲν ἔχει σὰν καρπὸ ἔργα ἀρετῆς, εἶναι ἀπὸ τὴν ῥίζα της νεκρή. Ὁ Θεός, ὅµως, θέλησε νὰ δοκιµάσει τὸν Κλήµη καὶ ἀπὸ τὸ καµίνι τοῦ µαρτυρίου. Ἐπὶ βασιλείας Διοκλητιανοῦ, λοιπόν, βασανίζεται φρικτὰ καὶ τὰ ὑποµένει ὅλα καρτερικότατα, µέχρι ποὺ τὸν ἀποκεφαλίζουν, ἐπισφραγίζοντας, ἔτσι, µὲ τὸ µαρτύριο τὴν µεγάλη καὶ ζωντανή του πίστη. Ὁ δὲ Ἀγαθάγγελος καταγόταν ἀπὸ τὴν Ῥώµη καὶ ἔγινε χριστιανὸς ἀπὸ τὸν ἅγιο Κλήµεντα, τὸν ὁποῖο ἀκολούθησε. Συµµερίστηκε µάλιστα τὶς περιπέτειές του καὶ τὰ βασανιστήριά του, καὶ πέθανε µαζί του µὲ ἀποκεφαλισµό.
Ὁ Ὅσιος Εὐσέβιος
Ἦταν κλεισµένος µέσα σ΄ ἕνα κελὶ πολὺ µικρὸ καὶ σκοτεινό, ἐπειδὴ δὲν εἶχε κανένα παράθυρο, καὶ ἐκεῖ σκληραγωγοῦσε µὲ διάφορες ἀσκήσεις τὸ σῶµα του. Ὕστερα ἀπὸ συνεχῆ παρακίνηση ἑνὸς πνευµατικοῦ του ἀδελφοῦ, τοῦ Ἀµµιανοῦ, πῆγε σὲ µοναστήρι γιὰ νὰ δεχτεῖ τὴν προστασία καὶ τὴν ἡγουµενία τῶν ἀδελφῶν. Ἐκεῖ ζοῦσε µὲ πραότητα, ταπεινοφροσύνη καὶ πολλὴ ἄσκηση. Ἔτρωγε κάθε τρεῖς ἢ τέσσερις ἡµέρες. Εἶχε σιδερένια ζώνη στὴ µέση του καὶ βαρεῖα ἁλυσίδα στὸ λαιµό του. Ὅταν κάποιος τὸν κατηγόρησε γι᾿ αὐτό, ὁ Εὐσέβιος ἀπάντησε: «Τὸ κάνω αὐτὸ γιὰ νὰ ἀποφύγω τὶς παγίδες τοῦ διαβόλου, ποὺ προσπαθεῖ νὰ µὲ στερήσει ἀπὸ µεγάλα πράγµατα. Δηλαδὴ τὶς ἀρετές, τὴν σωφροσύνη καὶ τὴν δικαιοσύνη. Γι΄ αὐτὸ λοιπὸν καὶ ἐγώ, ἔστησα πόλεµο ἐναντίον του µ΄ αὐτὰ τὰ µικρὰ κακοπαθήµατα, διότι ἂν µὲ νικήσει δὲν θὰ ὑπερηφανευθεῖ πολύ, ἂν ὅµως νικηθεῖ ἀπὸ µένα, θὰ εἶναι γιὰ γέλια, ἐπειδὴ οὔτε στὰ µικρὰ µπόρεσε νὰ µὲ νικήσει». Ἔτσι λοιπὸν θεάρεστα ἀφοῦ ἔζησε ὁ Ὅσιος Εὐσέβιος, παρέδωσε εἰρηνικὰ τὴν ψυχή του στὸν Κύριο.
Ὁ Ὅσιος Μαϋσιµᾶς ὁ Σύρος.
Οἱ γραµµατικές του γνώσεις ἦταν µέτριες. Διακρίθηκε ὅµως, γιὰ τὴν πολὺ ἐνάρετη ζωή του. Ἡ ἐξωτερική του ἐµφάνιση ἦταν µᾶλλον ἄσχηµη. Καὶ ὅµως, ἐνῷ ὁ ἴδιος ντυνόταν µὲ παλιὰ φορέµατα, τὰ φιλάνθρωπα ἔργα του ἦταν πλούσια καὶ ἀµέτρητα. Τὸ κελλί του ἔµενε πάντοτε ἀνοικτὸ γιὰ τοὺς φτωχοὺς καὶ τοὺς ξένους, ἐφοδιαζόµενος δὲ µὲ σιτάρι καὶ λάδι, µοίραζε σ΄ ὅσους ἀπ΄ αὐτοὺς εἶχαν ἀνάγκη. Ὅταν κάποτε πληροφορήθηκε ὅτι ὁ ἄρχοντας τῆς κωµοπόλεώς τους καταπίεζε τοὺς γεωργούς, δὲν δίστασε νὰ παρουσιασθεῖ µπροστὰ στὸν ὑπερήφανο καὶ λαµπροφορεµένο ἐκεῖνο ἐγωιστὴ µὲ τὰ φτωχικά του ῥοῦχα, καὶ νὰ τοῦ δώσει µαθήµατα δικαιοσύνης καὶ εὐγενείας. Ἔτσι µὲ τέτοιες ἅγιες ἀσχολίες τελείωσε τὴν θεοφιλὴ ζωή του. (Ἡ µνήµη του ἐπαναλαµβάνεται καὶ στὶς 13 Φεβρουαρίου σὰν Μαϊουµᾶς).
Ὁ Ὅσιος Σαλαµανής ὁ Ἡσυχαστής
Φίλος της ἐρηµικῆς ζωῆς, ἔστησε τὸ κελλί του πέραν τοῦ ποταµοῦ Εὐφράτη στὸ χωριὸ Καπερσανά. Ὁ ἐκεῖ ἐπίσκοπος, πληροφορήθηκε γιὰ τὴν ἀρετή του καὶ πῆγε ὁ ἴδιος καὶ τὸν συνάντησε, γιὰ νὰ τὸν πείσει νὰ δεχτεῖ τὴν ἱεροσύνη. Ἀλλ΄ ὁ Ὅσιος ἀρνήθηκε καὶ ἀρκέστηκε στὴν ἥσυχη προσευχὴ καὶ µελέτη του καὶ στὰ καλά, ποὺ ἔκανε παρηγορῶντας καὶ ὁδηγῶντας διάφορες ψυχές, ποὺ προσέρχονταν σ΄ αὐτόν.
Ὁ Ἅγιος Ἀχόλιος ἢ Ἀσχολίας ἐπίσκοπος Θεσσαλονίκης
Ὁ Ἅγιος αὐτὸς ἔδρασε τὰ ἔτη 360-383 καὶ ἦταν γνωστὸς γιὰ τὶς ἀρετές του. Ἐβάπτισε τὸν αὐτοκράτορα Θεοδόσιο, ὁ ὁποῖος ἐξαιτίας του ἐξέδωσε τὸ 380 τὸ περίφηµο διάταγµα (Edictum) τῆς Θεσσαλονίκης. Ἔλαβε µέρος στὴ Β΄ Οἰκουµενικὴ Σύνοδο. Ὁ Μέγας Βασίλειος τὸν ἀποκαλεῖ φωστῆρα τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἐπὶ τῆς ἀρχιερατείας του ἡ Θεσσαλονίκη ἦταν κέντρο τῆς χριστιανοσύνης.
Οἱ Ἅγιοι Δύο Μάρτυρες οἱ ἐν τῷ Παρίῳ
Μαρτύρησαν ἀφοῦ τοὺς ἔριξαν µέσα σ΄ ἕνα λάκκο, στὴν πόλη Πάριον. Αὐτὴ ἦταν πόλη παραθαλάσσια µε λιµάνι, µεταξὺ Κυζίκου καὶ Λαµψάκου, πού, κατὰ τὸν Μελέτιο, κτίστηκε ἀπὸ τοὺς κατοίκους τοῦ νησιοῦ Πάρος, ὁπότε ἀπ΄ αὐτοὺς ὀνοµάστηκε Πάριον.
Ὁ Ἅγιος Γεννάδιος ὁ ἐν Κοστρόµᾳ, ὁ Λιθουανός
Λεπτοµέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ ἁγίου τῆς ὀρθοδοξίας, µπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Ἡ ἐν Ὀρθοδοξίᾳ Ἡνωµένη Εὐρώπη» τοῦ Γ.Ε. Πιπεράκη,Ἔκδ. Ἑπτάλοφος, Ἀθῆναι 1997.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου