Ο όρος παγανισμός προέρχεται από τη λατινική λέξη pagani που σημαίνει χωρικοί. Η ονομασία αυτή δόθηκε τα πρωτοβυζαντινά χρόνια στους εναπομείναντες ειδωλολάτρες της εποχής εκείνης που αντιδρούσαν στο ευαγγελικό μήνυμα της σωτηρίας και έμειναν προσηλωμένοι λόγω αμάθειας και τυφλού φανατισμού, στις πρωτόγονες ειδωλολατρικές πίστεις του παρελθόντος. Η προσηγορία «παγανιστής» την εποχή αυτή ήταν σκωπτική και ύβρις. Ας σημειωθεί πως λείψανα τις αρχαίας ειδωλολατρικής θρησκείας συναντάμε ως τον ζ’ αιώνα στα νησιά της Ιταλίας και ως τον θ’ περίπου αιώνα στις απομονωμένες περιοχές της Μάνης της Πελοποννήσου.Ο παγανισμός είναι ουσιαστικά ειδωλολατρία. Τόσο η αρχαιοελληνική θρησκεία, όσο και οι θρησκείες των άλλων προχριστιανικών λαών ήταν ειδωλολατρικές. Η έννοια του θείου σε αυτές συγκρινόμενη με την σύγχρονη μονοθεϊστική αντίληψη, έχει όλα τα γνωρίσματα της ειδωλολατρίας. Η λατρεία άψυχων αντικειμένων και φανταστικών θείων οντοτήτων είναι καθαρή ειδωλολατρία.
Η ειδωλολατρία από την άποψη της χριστιανικής διδασκαλίας είναι η συνέπεια της πτώσεως του ανθρωπίνου γένους. Είναι η κυριότερη έκφραση αποστασίας του ανθρώπου από το Θεό. Ο άνθρωπος σκοτισμένος από τις συνεχείς πτώσεις του, λησμόνησε τον αληθινό Θεό και τον υποκατέστησε σταδιακά, με είδωλα του περιβάλλοντός του. Οι μεταπτωτικοί άνθρωποι σύμφωνα με τον απόστολο Παύλο «μετήλλαξαν τήν αλήθειαν τού Θεού εν τώ ψεύδει καί εσεβάσθησαν καί ελάτρευσαν τή κτίσει παρά τόν κτίσαντα» (Ρωμ. 1:25), «φάσκοντες είναι σοφοί εμωράνθησαν καί ήλλαξαν τήν δόξαν τού αφθάρτου Θεού εν ομοιώματι εικόνος φθαρτού ανθρώπου και πετεινών και τετραπόδων και ερπετών» (Ρωμ. 1:22). Παράλληλα, συνεπαρμένοι από την πνευματική και ηθική τους σκοτοδίνη, έπλεξαν «γραώδεις μύθους» για τους ψεύτικους θεούς τους. Έτσι προέκυψαν, με την πάροδο του χρόνου, οι διάφορες ειδωλολατρικές θρησκείες. Η θρησκεία του κάθε λαού είναι ανάλογη με την πνευματική του εξέλιξη. Στους αρχαίους, αλλά και σε ορισμένους σύγχρονους λαούς, συναντούμε θρησκείες, άλλες περισσότερο και άλλες λιγότερο ειδωλολατρικές. Οι πιο πρωτόγονες μορφές ειδωλολατρίας είναι ο φετιχισμός και ο τοτεμισμός, οι οποίες είναι λατρεία αψύχων αντικειμένων και εμψύχων όντων. Η πιο εξευγενισμένη ειδωλολατρία είναι η ανθρωπομορφική ειδωλολατρία και ιδιαίτερα η ιδεατή ειδωλολατρία. Στις κατηγορίες αυτές μπορεί να ενταχθεί η εξελιγμένη αρχαιοελληνική θρησκεία, τουλάχιστον όπως την βίωσαν οι διανοούμενοι, οι φιλόσοφοι και οι μορφωμένοι πρόγονοί μας. Αντίθετα οι αμαθείς μάζες και οι αμόρφωτοι χωρικοί βίωναν την πιο πρωτόγονη μορφή της. Αυτό ομολογεί και σύγχρονος «αρχαιολάτρης» συγγραφέας (περ. «Απολλώνειον Φως», Ιανουάριος – Φεβρουάριος 1998, σελ.9).
Η αρχαία ελληνική θρησκεία είναι ένα μόρφωμα, το οποίο ουδέποτε είχε στατική και μόνιμη μορφή. Από το απώτερο παρελθόν της προϊστορίας, όπως δείχνει η αρχαιολογική έρευνα και η μελέτη των πηγών, μέχρι τα πρώτα βυζαντινά χρόνια, βρισκόταν σε μια δαιδαλώδη ποικιλομορφία και συνεχή εξέλιξη. Στους προϊστορικούς χρόνους, όπως μαρτυρούν αρχαιολογικά ευρήματα, η θρησκεία ήταν πρωτόγονη φυσιολατρική. Λατρεύονταν ποταμοί, βουνά, δένδρα, ζώα και πτηνά.. Το ίδιο και στα Μυκηναϊκά χρόνια και στη Μινωική Κρήτη η θρησκεία είχε έντονο φετιχιστικό και τοτεμικό χαρακτήρα. Λατρεύονταν κατά κόρον, «οι πέτρες και τα ορυκτά, αδούλευτα από ανθρώπινο χέρι ή απλές γεωμετρικές μορφές» (περ. «Απολλώνειον Φως», Ιανουάριος – Φεβρουάριος 1998, σελ. 5). Η θεά Γη ήταν η κύρια θεότητα. Σε πάμπολλα ειδώλια εικονίζεται μια αλλόκοτη γυναικεία μορφή με φίδια στα χέρια. Οι άνθρωποι της εποχής εκείνης πίστευαν πως οι πρωτόγονες θεότητες ήταν εγκλωβισμένες σε υλικά αντικείμενα! Στους αρχαϊκούς χρόνους έχουμε λατρεία χθονίων θεοτήτων. Αργότερα άρχισε να διαμορφώνεται το δωδεκάθεο, ως αντικατοπτρισμός της απολυταρχικής και αριστοκρατικής εξουσίας των ελληνικών πόλεων. Παράλληλα η κάθε πόλη προέτασσε τη λατρεία τοπικών θεοτήτων και ηρώων.
Τον 6ο π.Χ. αιώνα άρχισε από την Ιωνία η αμφισβήτηση της ειδωλολατρικής πολυθεϊστικής θρησκείας και τα απαράδεκτα δρώμενά της. Οι Ίωνες φιλόσοφοι και επιστήμονες άσκησαν αυστηρή κριτική στην παχυλή ειδωλολατρική δομή της αρχαιοελληνικής θρησκείας και παράλληλα επιχείρησαν να διερευνήσουν δια του νου την ορθή έννοια του θείου, εγκαινιάζοντας έτσι την λεγόμενη ιδεατή ειδωλολατρία, η οποία θα κορυφωθεί στους κλασικούς χρόνους με το κίνημα των σοφιστών και των μεγάλων ιδεαλιστών φιλοσόφων. Στους ελληνιστικούς και ρωμαϊκούς χρόνους θα επέλθει ένας ανεπανάληπτος θρησκευτικός συγκρητισμός. Το δωδεκάθεο και οι τοπικές λατρείες όχι μόνο θα περιοριστούν, αλλά κυριολεκτικά θα εξαφανιστούν και τη θέση τους θα πάρουν ανατολικές θρησκείες και θεότητες όπως οι Αιγύπτιοι θεοί Ίσις και Όσιρις, η φρυγική Κυβέλη, ο σημιτικός Άδωνις, ο ιρανικός Μίθρας, καθώς και το ρωμαϊκό πάνθεο. Ταυτόχρονα έχουμε εισβολή παράλογων και νοσηρών «μυστηρίων», τα οποία θα αντικαταστήσουν ολοκληρωτικά την αρχαία λατρεία. Τέλος, όταν η αρχαία θρησκεία ψυχορραγούσε στα πρωτοβυζαντινά χρόνια, αυτή μεταμορφώθηκε σε πολύπλοκο συγκρητιστικό θρησκευτικό και φιλοσοφικό σύστημα, το Νεοπλατωνισμό, με σκοπό να επιβιώσει μπροστά στην σαρωτική εξάπλωση του Χριστιανισμού, χωρίς φυσικά αποτελέσματα.
Η αρχαιοελληνική θρησκεία, είχε ένα ασαφές και σκιώδες «θεολογικό «υπόβαθρο». Δημιουργοί της δεν υπήρξαν κάποια συλλογικά όργανα, αλλά διάφοροι ποιητές. Ο κάθε ένας από αυτούς, ποιητική αδεία και ανάλογα με την έμπνευσή του έκανε «θεολογία» (βλ. P. Decharme «Μυθολογία», τομ. 1, σελ.43). Αυτή είναι και η αιτία των τεραστίων διαφορών ανάμεσα στους συγγραφείς. Άλλη είναι η «θεογονία» του Ομήρου, άλλη του Ησιόδου άλλη του «Ορφέα», άλλη των νεοπλατωνικών και άλλη των ανωνύμων λαϊκών παραδόσεων (βλ. «Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια», τομ. 6, στ. 151-155). Μελετώντας όλες αυτές τις θεογονίες διαπιστώνουμε ζωηρά στοιχεία οργιώδους φαντασίας.
Διαβάζοντας τους πάμπολλους μύθους της αρχαιοελληνικής θρησκείας, πελαγώνουμε κυριολεκτικά από τις ποικίλες εκδοχές και τις αντικρουόμενες απόψεις για το ίδιο θέμα. Παράλληλα τρομάζουμε από την «πολιτεία» των ψευτοθεών, οι οποίοι είναι γεμάτοι από ανομολόγητα πάθη, καθότι «διέπρατταν» φοβερά εγκλήματα και ειδεχθείς ηθικές παρεκτροπές.
Οι θεοί και οι θεές της αρχαιοελληνικής θρησκείας δεν ήταν τίποτε άλλο παρά προβολή αρρωστημένων ανθρώπινων ψυχικών διαθέσεων. Είναι η «θεοποίηση» των ανθρωπίνων παθών των αρχόντων της εποχής εκείνης, η «νομιμοποίηση» των καταπιεστικών, ηθικών, και ποινικών τους ατοπημάτων. Άλλωστε οι βασιλείς κατά τον Όμηρο καλούνται «Διογενείς» δηλαδή γενιά του Δία και η εξουσία τους είναι απόρροια της εξουσίας εκείνου (R. Decharme «Μυθολογία», τομ. 1, σελ. 67). Η δικτατορική αυθαιρεσία του Δία, για παράδειγμα, νομιμοποιούσε και τη δική τους τυραννική εξουσία, οι εξωσυζυγικές του δραστηριότητες επέτρεπαν και σ’ αυτούς να προδίδουν τη συζυγική τους πίστη. Η συζυγική απιστία της Αφροδίτης με τον Άρη επέτρεπε στις κυρίες της αριστοκρατίας να είναι μοιχαλίδες, η λατρεία της πορνικής θεάς, δια της «ιερής πορνείας» νομιμοποιούσε την πορνεία, που κυριαρχούσε στην αρχαία εποχή (Παυσαν. Β’ 10,5). Ο αρχικλέφτης του Ολύμπου Ερμής, ο προστάτης της κλοπής, ο οποίος λατρευόταν δια της κλοπής νομιμοποιούσε την κλοπή και την αδικία των πλουσίων εκμεταλλευτών (Ιλιάδα Β’ 103, Κ’ 267, Οδύσσεια Τ’ 364)! Ο πολεμοχαρής Άρης, ο προστάτης του πολέμου και της καταστροφής και η προσωποποίηση της φρίκης και ο οποίος λατρευόταν δια της άσκησης βίας και αίματος και της ικανοποίησης άγριων ενστίκτων, νομιμοποιούσε τους άγριους πολέμους, την αυθαιρεσία και την καταστροφή. Η Ήρα ήταν ο φορέας της πιο άγριας ζηλοφθονίας και της αμετάπειστης εκδίκησης και νομιμοποιούσε και αυτή το μίσος και την εκδίκηση. Ο Βάκχος, προστάτης της μέθης, της κραιπάλης, και της ικανοποίησης των ταπεινών ορμεμφύτων, νομιμοποιούσε τα κατώτερα ανθρώπινα πάθη και ούτω καθ’ εξής.
Ο Ουρανός βύθιζε τα παιδιά του στα έγκατα της γης. Ο Κρόνος προκειμένου να πάρει την εξουσία από τον πατέρα του Ουρανό, του έκοψε τα γεννητικά όργανα, καθιστώντας τον πια αδύναμο. Ο Κρόνος από φόβο μήπως τα παιδιά του, του πάρουν την εξουσία, τα έτρωγε! Η σύζυγός του Ρέα τον ξεγέλασε και του έδωσε να φάει μία… πέτρα αντί για τον Δία, για να του πάρει έτσι εκείνος την εξουσία (Ησιοδ. Θεογ. 133-138) Ο Δίας γκρέμισε από τον Όλυμπο το γιο του Ήφαιστο, επειδή εκείνος πήρε το μέρος της μητέρας του Ήρας, όταν αυτός την έδερνε ανηλεώς, καθιστώντας τον έτσι μονίμως… ανάπηρο! Σύμφωνα με άλλη εκδοχή ο Ήφαιστος ήταν… αδελφός του, κλεψίγαμος γιος του πατέρα του Κρόνου, με την γυναίκα του Ήρα (ΘΗΕ τομ. 7, 1051) Ο Δίας στα χέρια του κρατούσε τον κεραυνό για να κατακεραυνώνει όποιον αμφισβητούσε την εξουσία του. Τόσο πολύ φιλάνθρωπος ήταν, που κάρφωσε στον Καύκασο τον ευεργέτη των ανθρώπων, τιτάνα Προμηθέα (Ησίοδ. Θεογ. 522)! Ο Δίας ως κοινός απατεώνας μεταμορφωνόταν και τρύπωνε στους κοιτώνες θνητών γυναικών και τις κακοποιούσε σεξουαλικά, σαν τους σύγχρονους διεστραμμένους βιαστές. Ο Ηρακλής για παράδειγμα υπήρξε ο καρπός μιας τέτοιας σχέσης. Ονομαζόταν «Τριέσπερος».Ο Ποσειδών φλεγόταν από μεγάλο ερωτικό πόθο για την αδελφή του Δήμητρα, την οποία κυνηγούσε για να την βιάση (Παυσαν. Η’ 25,6,42). Εκείνη μεταμορφώθηκε σε φοράδα, για να ξεφύγει από την αηδιαστική αιμομιξία του αισχρού αδελφού της. Αυτός μεταμορφώθηκε τελικά σε ίππο και κάπου στην Αρκαδία πραγματοποίησε την απαίσια πράξη του! Αυτά ως ελάχιστα παραδείγματα των ψευτοθεών της αρχαιοελληνικής θρησκείας.
Οι θεοί αυτοί «απαιτούσαν» παράλογα πράγματα από τους πιστούς τους. «Ζητούσαν» θυσίες ζώων για να «απολαύσουν» τη μυρωδιά του ψητού. Σε πολλές περιπτώσεις οι θεοί «απαιτούσαν» θυσίες ανθρώπων. Αναφέρεται ότι ο Τάνταλος θυσίασε τον γιο του Πέλοπα, τον κομμάτιασε και τον έδωσε στους θεούς να τον φάνε. Οι ανθρωποθυσίες ήταν πραγματικότητα και θεσμός στην αρχαία Ελλάδα. Έχουμε ανθρωποθυσίες καθ’ όλη την διάρκεια της αρχαιότητας, μέχρι και τους ελληνιστικούς χρόνους. Στην εορτή των «Κρονίων» στην Αθήνα θυσιάζονταν κάθε χρόνο και ένας άνδρας. Το ίδιο και στην Ρόδο θυσιαζόταν ένας κατάδικος. Ανθρωποθυσίες γίνονταν και στην Κρήτη, όπως και στην Αλεξάνδρεια μέχρι την εποχή των Πτολεμαίων, όπου θυσιάζονταν αιχμάλωτοι πολέμου στον Θεό Κρόνο (Παυσανίου, Ελλ. Περιηγ. Ι 18,7) Επίσης στην ετήσια εορτή των «Θαργηλίων» προς τιμήν του Απόλλωνα θυσιαζόταν ανδρόγυνο εκλεγμένο από τους εγκληματίες του έτους (P. Decharme «Μυθολογία» τομ. 1, σελ. 167). Στην Λευκάδα ακόμη γκρέμιζαν κάθε χρόνο έναν άνδρα από ένα βράχο προκειμένου να εξευμενίσουν τον Απόλλωνα (Στραβ. Ι 2, 452).
Η Άρτεμις «απαιτούσε» από τους Σπαρτιάτες νέους, στην ετήσια εορτή της, φοβερό μαστίγωμα, μέχρι αίματος λιποθυμίας ακόμα και θανάτου. Ενώ στο ναό της στην Έφεσο γίνονταν κατ’ έτος πολυπληθείς φρικτοί αιματηροί ευνουχισμοί νέων (P. Dech., όπου π., σελ. 195). Αξίζει να αναφέρουμε ακόμα και την περίπτωση των περιβόητων κανιβάλων μαινάδων, τις εκστασιασμένες λάτρισσες του μέθυσου ψευτοθεού Διονύσου, οι οποίες έτρεχαν τις νύχτες στις ερημιές ουρλιάζοντας, καταβρόχθιζαν ωμά τα άτυχα ζώα που έβρισκαν μπροστά τους, αλλά και τους άνδρες που τύχαινε να συναντήσουν! Αναφέρεται, μυθολογικά ότι κατασπάραξαν και έφαγαν τον Ορφέα. Οι «κατώτεροι» θεοί της φύσεως, τα φοβερά δαιμονικά όντα, όπως o τραγόμορφος και απαισιόμορφος Πάνας και οι αποκρουστικοί τερατόμορφοι Σάτυροι, ο φόβος και ο τρόμος των ανθρώπων, διακατέχονταν από κτηνώδη σεξουαλικά πάθη και προσωποποιούσαν τα πιο ταπεινά ένστικτα.
Μεταξύ των θεών όχι μόνο δεν κυριαρχούσε σεβασμός, όπως θα ταίριαζε σε θείες οντότητες, αλλά αντιθέτως υπήρχε μίσος, αντιζηλία, τάση κυριαρχίας πόλεμοι, δολοφονίες, απάτες και δόλοι. Ο Ηρόδοτος χαρακτήρισε το θείον της αρχαιοελληνικής θρησκείας «φθονερόν καί ταραχώδες» (Ιστορ. Ι. 32, ΙΙΙ. 40, 2)! Οι άνθρωποι ζούσαν συνεχώς κάτω από το φόβο μιας αναίτιας και παράλογης θεϊκής εκδίκησης. Στα έργα του Ομήρου για παράδειγμα βλέπουμε οι ψευτοθεοί να παίρνουν συχνά το μέρος τον αδίκων. Η Αφροδίτη προστάτευε τον Πάρη, τον άρπαγα της συζύγου του Μενελάου. Ο Ποσειδώνας επίσης εξαιτίας του παραμικρού του θυμού, προκαλούσε τρικυμίες και έπνιγε τους θαλασσινούς. Ταλαιπώρησε, χωρίς έλεος και μέχρι τελικής εξοντώσεως τον Οδυσσέα.Τα έργα του Ομήρου είναι γεμάτα από τέτοιες αποκρουστικές διηγήσεις. Και όμως, για τους νεοπαγανιστές «η αρχαία ελληνική θρησκεία απετέλεσε από τις πλέον φωτισμένες που γνώρισε ποτέ η ανθρωπότητα»
Στους μετακλασικούς, ελληνιστικούς και ρωμαϊκούς χρόνους, όταν η αρχαιοελληνική θρησκεία είχε φτάσει στο έσχατο σημείο της κατάπτωσής της, οι πρόγονοί μας κατάντησαν α-κόμη και στην ανθρωπολατρεία. Λάτρεψαν ως θεούς ζώντες ανθρώπους. Οι Αθηναίοι για παράδειγμα ανέδειξαν σε θεό τον εκπορθητή της Αθήνας σπαρτιάτη ναύαρχο Λύσανδρο. Του έστησαν παντού βωμούς και τον λάτρευαν (Πλουτ., Λύσανδ. 18)! Επίσης, θεοποίησαν τον Δημήτριο Φαληρέα. Προς τιμήν του άλλαξαν το όνομα του μήνα Μουνιχίωνα σε Δημητρίωνα και των Διονυσίων εορτών σε Δημήτρια (Μεγ. Ελλην. Εγκυκλ. Φοίνιξ, τομ. Θ’ 117). Το ίδιο έκαναν και για τον Δημήτριο τον Πολιορκητή, του έστησαν 360 ανδριάντες μέσα σε έναν μήνα, γέμισαν την πόλη βωμούς και του πρόσφεραν θυσίες (οπ.π., σελ. 121). Αργότερα το ίδιο έκαναν για τον παρανοϊκό Νέρωνα και τους άλλους Ρωμαίους αυτοκράτορες! Αυτή ήταν «η πιο ευγενική θρησκεία της ιστορίας».
Όσο και αν διατείνονται οι «αρχαιολάτρες» ότι θέλουν να «αναστήσουν» τον αρχαιοελληνικό πολιτισμό και μαζί την «πατρώα θρησκεία», οι ηγέτες τους ψεύδονται και οι οπαδοί τους τρέφονται με αυταπάτες. Ο αρχαιοελληνικός πολιτισμός και ιδιαίτερα η ειδωλολατρία των προγόνων μας, όπως είδαμε, δεν είχε τίποτε το στατικό και μόνιμο. Άλλος ήταν ο αθηναϊκός πολιτισμός, άλλος ο σπαρτιατικός, άλλος ο ιωνικός, άλλος της Μεγάλης Ελλάδος, άλλος της Μακεδονίας και άλλος της Ηπείρου. Διαφορετική ήταν η βίωση της θρησκείας στην Αθήνα, διαφορετική στην Σπάρτη, διαφορετική στην Ήπειρο, διαφορετική στην Κρήτη, διαφορετική στην Αρκαδία και διαφορετική στη Θράκη. Σημαντικές θεότητες μιας πόλης ήταν άγνωστες σε άλλες.
Για όλα μιλάνε οι «αρχαιολάτρες» εκτός από τον πολιτισμό ποιας πόλης και ποιας χρονικής περιόδου προσπαθούν να αναβιώσουν. Επίσης δεν μας λένε ποια μορφή της αρχαίας θρησκείας, ποιας πόλης και ποιας εποχής θέλουν να αναστήσουν. Όταν λένε «πατρώα θρησκεία», τι εννοούν; Η θρησκεία των Ακαρνάνων ή των Δολόπων ή των Αγραίων, για παράδειγμα, δεν είναι «πατρώα θρησκεία»; Δεν ήταν πρόγονοί μας αυτοί; Η φανατική λατρεία της αιγυπτιακής θεότητας Ίσιδος από τους Έλληνες στα ελληνιστικά και ρωμαϊκά χρόνια δεν είναι και αυτή «πατρώα θρησκεία», αφού υπήρξε για αιώνες κυρίαρχη θρησκεία των προγόνων μας; Ο μιθραϊσμός, η ηλιολατρία του Ιουλιανού και των ομοίων του, στα πρώτα βυζαντινά χρόνια δεν ήταν και αυτή «πατρώα θρησκεία»; Ο νεοπλατωνισμός, ο οποίος θέλησε να αναγεννήσει και να μεταλλάξει προς το πνευματικότερο την αρχαιοελληνική θρησκεία δεν υπήρξε επίσης προγονική θρησκεία;
Οι σύγχρονοι «αρχαιολάτρες» πολύ μικρή σχέση έχουν με την αρχαία Ελλάδα. Καπηλεύονται ορισμένα επιλεκτικά στοιχεία του αρχαιοελληνικού πολιτισμού, όσα εξυπηρετούν τους στόχους τους, δηλαδή την εδραίωση του νεοαποκρυφιστικού παγανισμού. Απόδειξη ότι ουδέποτε αυτοί αναφέρονται στην αντιρρητική γραμματεία των αρχαίων συγγραφέων κατά της ειδωλολατρικής θρησκείας. Οι μονοθεΐζοντες σοφοί συγγραφείς Ξενοφάνης, Ηράκλειτος, Ευριπίδης, Πρωταγόρας, Πλάτων, Αριστοτέλης είναι τα «μαύρα πρόβατα» για τους νεοπαγανιστές, διότι οι μονοθεϊστικές αντιλήψεις τους θεωρούνται σαφώς αιρετικές, σε σχέση με την ειδωλολατρία που πρεσβεύουν.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια Φοίνιξ, τομ. ΙΘ’
ΝΕΟΠΑΓΑΝΙΣΜΟΣ-Η ΑΠΕΙΛΗ ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ
Ησιοδ. Θεογ. 133-138
P. Decharme «Μυθολογία» τομ. 1
Ιλιάδα Β’
Οδύσσεια Τ’
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου